Επιμέλεια συνέντευξης: Κωνσταντίνος Πλατής
Το έργο «19η Μαΐου» είναι το πρώτο σας θεατρικό; Πώς πήρατε την απόφαση να γράψετε; Τι σας ενέπνευσε;
Η «19η Μαΐου» είναι το τέταρτο θεατρικό μου το οποίο και έχω τη χαρά να το βλέπω να ζωντανεύει φέτος στη σκηνή του Αγγέλων Βήμα. Έχω γράψει άλλα τρία έργα ως τώρα τα οποία είναι στο συρτάρι, παρόλα αυτά χαίρομαι που το πρώτο θεατρικό μου που ανεβαίνει, είναι η «19η Μαΐου». Από παιδί έγραφα ιστορίες που φανταζόμουν και έφτιαχνα έτσι κατά κάποιο τρόπο ένα δικό μου σύμπαν, γι αυτό και η συγγραφή δεν είναι κάτι το οποίο ήρθε τυχαία. Είναι τρόπος έκφρασης για μένα, με αποφορτίζει και παράλληλα δημιουργώ εικόνες, χαρακτήρες, ιστορίες ανθρώπων. Πέρυσι το χειμώνα είχαμε ανεβάσει στο θέατρο Άβατον το «Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Τερεζίσταντ» της Έλενας Δίου, με τον ίδιο περίπου θίασο και σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Τσακανάκη. Πήραμε το πρώτο βραβείο κοινού και κριτικής επιτροπής στο Πρώτο Μικρό Φεστιβάλ. Το έργο αυτό στο οποίο είχα κάνει κάποιες προσθήκες στο κείμενο, αφορούσε την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Κάπως έτσι σκέφτηκα και είπα στον Κωνσταντίνο Τσακανάκη πως θέλω να γράψω ένα έργο και να αναδείξω μέσα από αυτό ένα ελληνικό ιστορικό γεγονός, ενθουσιάστηκε και με άφησε να επιλέξω ποιο ήθελα να είναι αυτό. Λίγες μέρες μετά του είπα πως ξεκίνησα να γράφω για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.
Η παράσταση παίζεται σε περίοδο όπου τυγχάνει να συμπίπτει με ατυχείς αναφορές από πολιτικά πρόσωπα στα γεγονότα εκείνα. Η δική σας παράσταση δίνει απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκαν τους πρόσφυγες οι Τούρκικη κυβέρνηση και οι ξένες δυνάμεις;
Αποφάσισα να γράψω τη «19η Μαΐου» για να αναδείξω μέσα από την τέχνη του θεάτρου ένα ιστορικό γεγονός το οποίο έχει αποσιωπηθεί. Η Γενοκτονία των Ποντίων δυστυχώς είναι ένα από αυτά τα ιστορικά γεγονότα που κάποιοι θέλουν να ξεχάσουμε. Στην παράσταση βλέπουν οι θεατές τι συνέβη στις 19 Μαΐου 1919 στη Σαμψούντα. Δύο οικογένειες ξεκινούν από το πρωί εκείνης της ημέρας τις ετοιμασίες επειδή παντρεύουν τα παιδιά τους. Γιορτάζουν την Χαράν, το γάμο δηλαδή, αλλά όταν μπαίνουν ο Κεμάλ και οι Νεότουρκοι στη Σαμψούντα, όλα αυτά γίνονται αναμνήσεις και οι ήρωες του έργου παλεύουν για τις ζωές τους , τα σπίτια τους, τα χώματα τους, την πατρίδα τους. Από καθημερινοί άνθρωποι του Πόντου γίνονται ήρωες επειδή προσπαθούν να σωθούν και να σώσουν ό,τι μπορούν. Βρίσκουν τη θεϊκή υπόσταση τους μέσα από γεγονότα και συνθήκες που δε χωράει ο ανθρώπινος νους. Ζούσαν στην πατρίδα τους μέχρι που «έπρεπε να φύγουν», όπως γράφω και στο έργο, με οποιοδήποτε τρόπο, είτε νεκροί είτε ζωντανοί και ως συνέπεια ναι να γίνουν πρόσφυγες και να ξεριζωθούν. Εκείνοι οι άνθρωποι σφαγιάστηκαν. Άντρες, γυναίκες, παιδιά. Χιλιάδες νεκροί. «Φύγαμε ασά σπίτια μας και πήραμε μαζί μας μόνο τις εικόνες μας και την ψυχή μας».
Η παράσταση εξετάζει την περίοδο εκείνη όσο αναφορά την πολιτική άποψη ή την κοινωνική ;
Η «19η Μαΐου» είναι μια ιστορική ηθογραφία βασισμένη στη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού. Εξετάζει τον τρόπο που ζούσαν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή, την καθημερινότητα τους (από τις δουλειές στο σπίτι, τα ρούχα τους, τα φαγητά τους), τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις τους, τη γλώσσα, τα τραγούδια τους, τους χορούς τους, την πίστη τους στο Θεό. Σε όλη τη διάρκεια της παράστασης ο θεατής ταξιδεύει σε εκείνη την εποχή και αυτός είναι ο στόχος του έργου. Να γνωρίσει αυτούς τους ανθρώπους και να μάθει τι τους συνέβη τότε, γιατί έχασαν την πατρίδα τους, γιατί ξεριζώθηκαν. Να μάθει την ιστορία τους.
Πόσο δύσκολο ήταν για τους ηθοποιούς να αφομοιώσουν την ποντιακή διάλεκτο που δυστυχώς πια όλο και λιγότεροι απόγονοι των ποντίων γνωρίζουν ;
Όταν ολοκλήρωσα τη συγγραφή του έργου, ξεκινήσαμε με την καλή μου φίλη Ντιάνα Αναστασιάδου να κάνουμε τη μεταφορά στα ποντιακά και σε δεύτερο χρόνο κάναμε τη μεταφορά με τον Κώστα Αλεξανδρίδη (ηθοποιός, Πρόεδρος του Ελληνικού Σωματείου «οι Μωμόγεροι» και συντονιστής της επιτροπής εθίμων και θεάτρου της Π.Ο.Ε.) Το έργο είναι μισό νεοελληνικά μισό ποντιακά ώστε να μπορούν να καταλαβαίνουν όλοι οι θεατές. Είναι έτσι δομημένο δηλαδή που μπαίνουν τα ποντιακά μέσα στα νεοελληνικά. Η ποντιακή διάλεκτος που υπάρχει στο κείμενο είναι η πιο γνωστή σε όλους τους Πόντιους, γιατί κάθε περιοχή είχε τους δικούς της ιδιωματισμούς. Ο Κώστας Αλεξανδρίδης μας βοήθησε επίσης με τη γλώσσα, την προφορά και τους χορούς. Κάναμε μαθήματα όλοι οι ηθοποιοί εκτός του κ. Παύλου Κοντογιαννίδη φυσικά ο οποίος είναι ο μοναδικός Πόντιος του θιάσου. Ήταν δύσκολο στην αρχή αλλά όλοι οι ηθοποιοί είναι εξαίρετοι επαγγελματίες (Ίρις Ανδριοπούλου, Δώρα Βασιλικού, Ελένη Μανδηλαρά, Ποπέτα Σούκου, Κωνσταντίνος Τσακανάκης) και αφοσιώθηκαν στο έργο αυτό ώστε να βγει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Το ίδιο ισχύει και για τα παιδάκια που έχουμε μαζί μας (Ντιλιάνα Ζλάτεβα, Λευτέρης Μπορδέλιας) τα οποία μας εξέπλησσαν με το πόσο γρήγορα έμαθαν τη διάλεκτο.
Ποια η θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή;
Οι γυναίκες του Πόντου εκείνης της εποχής παντρεύονταν σε πολύ μικρή ηλικία (13-14χρόνων), η έννοια τους ήταν οι δουλειές του σπιτιού, η φροντίδα του, το πλέξιμο και το μεγάλωμα των παιδιών. Δε διάλεγαν ούτε τον άντρα τους αφού τους τον επέβαλλαν οι γονείς τους. Στα χωριά η μόρφωση τους ήταν μέχρι και τη δεύτερη τάξη δημοτικού, ενώ στις πόλεις είχαν την τύχη να μορφωθούν πιο ουσιαστικά. Έκαναν όλες τις βαριές δουλειές και μιλούσαν λίγο. Δεν έβγαιναν σχεδόν καθόλου έξω από μικρή ηλικία κι αυτό γιατί φοβόντουσαν τους βιασμούς από τους Νεότουρκους, ένας λόγος που παντρεύονταν τόσο μικρές ήταν γιατί δεν πείραζαν μια γυναίκα παντρεμένη, σέβονταν το γάμο λόγω της θρησκείας τους. Στην περίοδο των διωγμών και ως συνέπεια της Γενοκτονίας, πολέμησαν όπως οι άντρες και αυτό είναι το μεγαλείο αυτών των γυναικών. Σε περίπτωση που ο άντρας τους είχε σκοτωθεί έπρεπε εκείνες να προστατέψουν την οικογένεια τους και το σπίτι τους. Αυτές οι γυναίκες ήταν ηρωίδες όχι γιατί το διάλεξαν αλλά γιατί μέσα σε μια τέτοια κόλαση έπρεπε να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Στην παράσταση συμμετέχει τιμητικά και ο Παύλος Κοντογιαννίδης. Ποια η συμβολή του στο όλο εγχείρημα σας ;
Ο Παύλος Κοντογιαννίδης μας τιμάει που είναι μαζί μας επί σκηνής και είμαι πολύ χαρούμενη γι αυτό. Δεν τον γνώριζα προσωπικά. Το καλοκαίρι του έκανα την πρόταση, μέσω facebook μάλιστα γιατί δεν μπορούσα να βρω άλλο τρόπο. Συναντηθήκαμε, διάβασε το έργο και ενθουσιάστηκε με την όλη ιδέα. Είναι ένας πολύ γλυκός άνθρωπος και μεγάλος ηθοποιός. Είναι μεγάλη τύχη να συνεργάζεσαι με τόσο σπουδαίους ανθρώπους και δάσκαλους. Επειδή κανένας μας στο θίασο δεν έχει κάποια σχέση ή καταγωγή από τον Πόντο, μας έχει βοηθήσει με την ποντιακή διάλεκτο, μας έχει πει αρκετές ιστορίες που αφορούν τα γεγονότα εκείνης της εποχής και πίστεψε εξ΄αρχής σ αυτό το έργο δίνοντας μας δύναμη να συνεχίσουμε.
Συγγραφέας ή ηθοποιός; Τι σας αρέσει περισσότερο;
Και τα δύο τα αγαπώ. Είναι δύο εντελώς διαφορετικές μορφές έκφρασης για μένα που κοινό παρανομαστή έχουν τη διαδρομή μιας ιστορίας. Ο ηθοποιός πάνω στη σκηνή υποδύεται ένα ρόλο και βιώνει την ιστορία του ρόλου του, ενώ ο συγγραφέας δημιουργεί έναν δικό του κόσμο και μια δική του ιστορία που θέλει να πει κάπου, κάποτε για κάποιους λόγους. Νομίζω λειτουργώ ανάλογα με τη διάθεση μου κάθε φορά και τις ανάγκες μου. Αν έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στα δύο, θα διάλεγα να παίζω στη σκηνή μπροστά στα φώτα και ταυτόχρονα να γράφω κρυφά στα σκοτεινά.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ