Επιμέλεια συνέντευξης: Νίκος Κολίτσης
«Τις πιο όμορφες μέρες δεν τις ζήσαμε ακόμα», διατείνεται ο Ναζίμ Χικμέτ στο έργο του. Το ασπάζεστε και αν ναι, σε τι βαθμό; Πώς θ΄αξιολογούσατε το βαρόμετρο της αισιοδοξίας/απαισιοδοξίας σας;
Νομίζω πως ο Χικμέτ με το στίχο «τις πιο όμορφες μέρες μας δεν τις ζήσαμε ακόμα», επιβεβαιώνει την επαναστατική αισιοδοξία που διαπνέει συνολικά το έργο του. Ένας επαναστάτης-αγωνιστής, όπως ήταν ο Χικμέτ, νομίζω ότι είναι εξ΄ ορισμού αισιόδοξος, δεν γίνεται αλλιώς. Προσωπικά πιστεύω πως κάθε άνθρωπος που αγωνίζεται για οποιονδήποτε σκοπό, οφείλει να είναι αισιόδοξος, όσο δύσκολο κι αν μοιάζει πολλές φορές. Απαισιόδοξη δεν νομίζω πως έχω υπάρξει ποτέ, η απαισιοδοξία είναι πολύ αρνητικό αίσθημα, ειδικά για ένα νέο άνθρωπο είναι εμπόδιο στην εξέλιξη και τη δημιουργικότητά του, οπότε προσπαθώ να την αποφεύγω.
Η ταυτόχρονη παρουσία σας, ως βοηθού σκηνοθέτη, στην παράσταση «Η Γελάδα», συνιστά μία πρωταρχική μετεξέλιξή σας και σε μεταγενέστερο ρόλο σκηνοθέτη ή αποτελεί επιτακτική ανάγκη της εποχής στο σύγχρονο θέατρο στην Ελλάδα, όπου ο καθένας επιτελεί περισσότερους από έναν ρόλο, εντός κι εκτός σκηνής;
Εγώ είχα την τύχη να εκπαιδευτώ θεατρικά μέσα στο Θέατρο Τέχνης, εκεί μάθαμε να αντιμετωπίζουμε το θέατρο ως σύνολο, να είμαστε πρωτίστως άνθρωποι του θεάτρου και όχι κατ’ αποκλειστικότητα ηθοποιοί. Στο τρίτο έτος μάλιστα στο πλαίσιο αυτό, αναλάβαμε να κάνουμε μια σπονδυλωτή παράσταση με πολύ πρόχειρα μέσα, όπου όλοι περάσαμε από όλους τους ρόλους και τα πόστα, γράψαμε κείμενα, τα σκηνοθετήσαμε, επιμεληθήκαμε τη μουσική, τα σκηνικά και τα κουστούμια και νομίζω πως ήταν για όλους μας, από τις πιο όμορφες και εποικοδομητικές εμπειρίες της Σχολής. Αγαπώ πολύ τη θεατρική διαδικασία και μου αρέσει να συμμετέχω σε αυτή με όποιο τρόπο μπορώ ή χρειάζεται κάθε φορά. Ταυτοχρόνως με τον Πέτρο Νάκο, το σκηνοθέτη μας, έχουμε συνεργαστεί πολλές φορές , μ’ έχει εμπιστευτεί και ως ηθοποιό και ως βοηθό και σε άλλες παραστάσεις, εκτιμώ πολύ τη δουλειά του, νομίζω πως έχω κατανοήσει επαρκώς τον τρόπο του και την αισθητική του και έτσι η συνεργασία αποτελεί μια πολύ φυσική συνθήκη. Συνεπώς όχι, δε νομίζω ότι η ιδιότητα μου ως βοηθού σκηνοθέτη στην παράσταση, είναι ένα προδρομικό στάδιο για τη σκηνοθεσία, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αποκλείω το ενδεχόμενο να ασχοληθώ μελλοντικά με αυτή. Πάντως όταν είσαι σε μια δουλειά που εκτιμάς τους συντελεστές και σου αρέσει να δουλεύεις μαζί τους οι περισσότεροι ρόλοι που αναλαμβάνει κανείς είναι μια τιμητική και αυτονόητη συνδρομή στην ομαδική δουλειά. Για τη δική μου γενιά που ενηλικιώθηκε και έκανε τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα στα χρόνια της κρίσης, το θέατρο είναι αυτονόητα ομαδικό και συνεργατικό και αυτό κατά τη γνώμη μου, είναι μια πολύ θετική εξέλιξη.
Πόσο έχει ανοίξει η ψαλίδα στο θέατρο ανάμεσα στους μεγάλους θεατρικούς οργανισμούς και τις επιχειρήσεις και τα μικρότερα θέατρα που ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και πού στέκεται ο ίδιος ο ηθοποιός της νέας γενιάς σήμερα;
Το 2013 όταν επιχειρήθηκε να κλείσουν μια σειρά από μικρά, αλλά ιστορικά θέατρα της Αθήνας με το πρόσχημα ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λειτουργίας, ήμουν στο τελευταίο έτος της σχολής. Νομίζω πως όλοι μας λίγο πολύ τότε, νιώσαμε ότι θα βγαίναμε σ’ ένα χώρο που κάποιοι ήθελαν να τον μετατρέψουν σε χώρο μονοπωλιακής δράσης των μεγάλων θεατρικών επιχειρήσεων. Ευτυχώς το κλείσιμο των θεάτρων, βάσει νόμου απετράπη και αντιθέτως πολλά μικρά θέατρα δημιουργήθηκαν από τότε. Η εξέλιξη αυτή , παρόλο που προσφέρει τη δυνατότητα σε νέους ανθρώπους να εκφράζονται, δίνει την αίσθηση μιας ανθοφορίας και πολυσυλλεκτικότητας στα θεατρικά πράγματα, δεν ξέρω κατά πόσο αποτελεί βιώσιμο μοντέλο. Οι νέοι θεατρικοί χώροι και τα μικρά θέατρα βρίσκονται αντιμέτωποι μ' ένα άνισο ανταγωνισμό και αν εξαιρέσουμε την επαναφορά των επιχορηγήσεων τα δύο τελευταία χρόνια, οι οικονομικές συνθήκες για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά δύσκολες. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε όλοι οι εργαζόμενοι στο ελεύθερο θέατρο είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τα ευρύτερα οικονομικά προβλήματα. Πολλοί από εμάς τους νέους ηθοποιούς προκειμένου να επιβιώσουμε στις νέες συνθήκες προσπαθήσαμε να αυτοοργανωθούμε και να γίνουμε εμείς οι ίδιοι παραγωγοί, αλλά πραγματικά είναι πολύ δύσκολο. Νομίζω για κανένα νέο ηθοποιό δεν είναι εύκολα τα πράγματα σήμερα, οι αμοιβές έχουν μειωθεί κατά πολύ και στο θέατρο και στην τηλεόραση και για την πλειονότητα των συναδέρφων είναι αυτονόητο πως θα πρέπει να έχουν και μια άλλη παράλληλη εργασία εκτός χώρου, ώστε να βιοπορίζονται. Το πώς θα υπάρξει καθένας από εμάς μέσα στο χώρο είναι στην τελική προσωπική επιλογή, αλλά κανένας δρόμος, νομίζω, δεν είναι εύκολος, χρειάζεται πολλή υπομονή, επιμονή και αυτοθυσία σε μεγάλο βαθμό.
Πώς συνδυάζεται το μεταπτυχιακό σας στην Ιστορία με τη θεατρική σας εξέλιξη και εμβάθυνση στην υποκριτική;
Συνδυάζονται, με λίγη παραπάνω προσπάθεια γίνεται. Από όταν τελείωσα το Λύκειο έμαθα να τα κάνω παράλληλα και πλέον μου αρέσει αυτή η ταυτόχρονη ενασχόληση με δύο διαφορετικά αντικείμενα, βέβαια πάντα με αγχώνει η σκέψη πως θα ρθει η στιγμή που θα χρειαστεί να επιλέξω ένα από τα δύο.
Χτυπάει το τηλέφωνο. Σας καλούν από τα γραφεία της Δευτεροβάθμιας Διεύθυνσης Εκπαίδευσης Πειραιά και σας προσκαλούν ν’ αναλάβετε θέση αναπληρώτριας φιλολόγου στο ΓΕΛ Αίγινας. Ποια είναι η πρώτη σας αντίδραση και τι αποφασίζετε να κάνετε τελικά; Έχετε φανταστεί ποτέ τον εαυτό σας στην εκπαίδευση ή η ενασχόληση με το θέατρο είναι μονόδρομος;
Ναι, ακριβώς αυτή είναι η στιγμή που ανέφερα πως με αγχώνει. Αυτό που με φοβίζει είναι η έννοια του μονόδρομου. Ακριβώς επειδή ενηλικιωθήκαμε μέσα στην κρίση μας κατέστησαν σαφές πως δεν μπορούμε να κάνουμε ένα πράγμα, να σπουδάσουμε ένα πράγμα και να εργασθούμε σε μία δουλειά με ένα συγκεκριμένο αντικείμενο. Η τραγική ειρωνία είναι ότι οι σπουδές γίνονται ολοένα πιο εξειδικευμένες και τρέχουμε να εξειδικευτούμε σ΄ ένα σωρό πράγματα, χωρίς να έχουμε ιδέα με τι πραγματικά θέλουμε και μπορούμε να καταπιαστούμε επαγγελματικά. Για εμένα το θέατρο δεν ήθελα ποτέ να είναι μονόδρομος, θέλω να είναι όσο γίνεται ελεύθερη επιλογή και θέλω να το επιλέγω όσο νιώθω ότι με ολοκληρώνει η επιλογή μου, όχι να εγκλωβιστώ μέσα σε αυτό. Τώρα στο συγκεκριμένο παράδειγμα που αναφέρατε δεν ξέρω τι θα έκανα, αν συμβεί πάντως αύριο το πρωί, μάλλον θα προσπαθήσω να κάνω ότι έκανα μέχρι σήμερα, να βρω μια συνδυαστική λύση.
Τα παιδιά της παράστασης «H Γελάδα» επωμίζονται στις πλάτες τους τις προσδοκίες και τα όνειρα της μητέρας τους. Στο οικογενειακό σας πλαίσιο, βιώσατε ποτέ κάτι αντίστοιχο, συνειδητά ή ασυνείδητα από την πλευρά τους; Aν ναι, πώς το διαχειριστήκατε ή πώς θα το διαχειριζόσαστε, αν συνέβαινε;
Όχι, στην οικογένειά μου δεν ένιωσα τέτοιου είδους πίεση. Οι επιθυμίες μου στο βαθμό που μπορώ να έχω επίγνωση είναι δικές μου. Βέβαια η επιβεβαίωση και αναγνώριση των επιλογών μας από τους γονείς είναι και μια ανάγκη που αναπτύσσεται αναπόφευκτα μέσα μας, έστω και υποσυνείδητα, όμως οφείλω να ομολογήσω ότι μεγάλωσα με μεγάλη ελευθερία στις επιλογές μου. Αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα γιατί θα είχα μεγαλώσει σε μια άλλη οικογένεια και θα ήμουν ένας άλλος άνθρωπος.
O Τούρκος συγγραφέας του έργου, αξιοποίησε, κατά γενική ομολογία, τη δημιουργικότητα και την τέχνη του για ν’ ανοίξει δρόμους για τη μελλοντική μάχη της ανθρωπότητας. Ποια είναι η δύναμη των ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα και πότε νιώσατε ότι μπορείτε να ταυτιστείτε με κάποιον/κάποια, σε συνδυασμό και με το έργο του/της;
Ακούμε συχνά το κλισέ ότι στην εποχή μας δεν έχουμε ανθρώπους του πνευματικού διαμετρήματος του παρελθόντος και συνήθως τα κλισέ έχουν μια δόση αλήθειας. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι σταμάτησε η κοινωνία να παράγει τέτοιους ανθρώπους, απλώς αυτή η κοινωνία που ζούμε δεν τους δίνει βήμα για να βγουν μπροστά. Δεν μπορώ να το πω με βεβαιότητα, αλλά νομίζω ότι ειδικά στο θέμα των τεχνών, η κοινωνία μας ήταν πιο αξιοκρατική στο παρελθόν, ίσως γιατί είχε και διαφορετικά κριτήρια αξιολόγησης, ενώ τώρα τα πράγματα έχουν απαξιωθεί κάπως, γίνονται πρόχειρα, βιαστικά, ενίοτε τυχαία, οι ταυτότητες δεν κερδίζονται, απλώς δηλώνονται και αυτό οδηγεί σε μια επιφανειακή και λίγο “τσαπατσούλικη” αντιμετώπιση των πραγμάτων. Θεωρώ ότι είναι πολλοί οι άνθρωποι γύρω μας που με το έργο και την εν γένει στάση και συμπεριφορά τους έχουν προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο και πραγματικά είναι τόσοι πολλοί, σε τόσους διαφορετικούς χώρους που δεν θα μπορούσα να τους αναφέρω όλους ονομαστικά σε αυτό το πλαίσιο. Πάντως σίγουρα δεν τους έχει δοθεί η ανάλογη δημοσιότητα και προσοχή. Δυστυχώς αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν μεγάλη δύναμη σε αυτή την κοινωνία κι έτσι δεν μπορεί να φτάσει η φωνή και το έργο τους στη μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου. Πάντως δεν πιστεύω πως η κοινωνία χρειάζεται μια πνευματική ελίτ για να την καθοδηγηθεί, χρειάζεται εμείς οι ίδιοι να αναθεωρήσουμε τις αξίες και τη στάση μας. Ο Χικμέτ που αναφέρατε είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, δεν υπήρξε ποτέ ένας "αφ' υψηλού" διανοούμενος, ήταν γέννημα της κοινωνίας και της εποχής του, έζησε, δημιούργησε και αγωνίστηκε μαζί με τους ανθρώπους χωρίς να τους "κουνάει το δάχτυλο". Οι άνθρωποι σαν τον Χικμέτ, είναι εν μέρει αντανακλάσεις της κοινωνίας που τους δημιούργησε, αλλά κυρίως της κοινωνίας που τους ανέδειξε.
«Είμαστε όλοι στο βούρκο, όμως μερικοί κοιτάζουμε τ’ αστέρια» («Αγγέλα»). Πότε κοιτάξατε τ’ αστέρια τελευταία φορά και τι ευχηθήκατε να συμβεί στην προσωπική και θεατρική σας ζωή;
Όταν τελείωσα τη δραματική είχα μεγάλο άγχος για το τι θα κάνω στο θέατρο, τότε είχα ευχηθεί να μπω σε αυτό το χώρο, να τον γνωρίσω και να νιώθω ελεύθερη και δημιουργική μέσα σε αυτόν. Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη βέβαια, αλλά νομίζω το έχω καταφέρει σε μεγάλο βαθμό.
Μπορείτε να σκεφτείτε παραδείγματα όπου δεν καταφέρατε ν’ αποσυνδέσετε, έστω στιγμιαία, την ευτυχία από την απόκτηση υλικών αγαθών; Πόσο εξαρτημένος παραμένει ο νέος άνθρωπος σήμερα, σε μια άκρως ανταγωνιστική και υλιστική κοινωνία και πώς μπορεί να δημιουργήσει δικλείδες ασφαλείας για την αληθινή ευτυχία και ολοκλήρωση;
Το σκέφτομαι αυτό σχεδόν κάθε φορά που έρχεται ο λογαριασμός της Δ.Ε.Η και χρειάζεται να πληρώνω το ρεύμα που καίει η σόμπα στο σπίτι. Αλλά η θέρμανση δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί καταναλωτικό αγαθό. Μάλλον θα 'πρεπε να είναι ένα αυτονόητο αγαθό για μια πολιτισμένη κοινωνία, αλλά δυστυχώς δεν είναι, για πάρα πολύ κόσμο. Κατά τα λοιπά, όχι, όσο έχω δίπλα μου ανθρώπους που αγαπώ και με αγαπούν, που περνάω καλά μαζί τους και μοιράζομαι όμορφες στιγμές, που έχω έναν τρόπο να εκφράζομαι και να νιώθω δημιουργική, δεν νιώθω πως χρειάζομαι κάτι άλλο. Περισσότερο χρόνο θα 'θελα να περνάω στη φύση, αποσυμπιέζομαι και επικοινωνώ καλύτερα με τον εαυτό μου εκεί, αλλά όσον αφορά τα καταναλωτικά αγαθά δεν νομίζω πως, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, ανέπτυξα ποτέ κάποια εξάρτηση από αυτά. Δικλείδες ασφαλείας σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε πρωτίστως να βρίσκουμε στις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, στη φιλία, στον έρωτα, στη συνεργασία και τη συνδημιουργία. Το πρόβλημα είναι πως οι σχέσεις αυτές χρειάζονται χρόνο, διάθεση και υπομονή, που μέσα σε μια καταιγιστική καθημερινότητα δυσκολεύεσαι να αφιερώσεις. Μοιραία απομονωνόμαστε αντλώντας ικανοποίηση μόνο από τα πράγματα που μπορούμε να αγοράσουμε και να καταναλώσουμε. Αυτό είναι και το σύμβολο της "γελάδας" στο έργο, αρχίζουμε και τρέχουμε ασταμάτητα πίσω από μια "γελάδα" γιατί "κάποιος" μας υποσχέθηκε ότι μέσω αυτής θα γίνουμε ευτυχισμένοι και τελικά αυτό το τρέξιμο γίνεται τόσο εξαντλητικό και αυτοματοποιημένο που δεν σταματάμε λεπτό, να κάτσουμε να σκεφτούμε αν αυτός ο κάποιος μας έλεγε αλήθεια και αν όντως χρειαζόμαστε τέλος πάντων τη "γελάδα".
Έχετε αναφερθεί στο -ελάχιστα διαδεδομένο, στην Ελλάδα τουλάχιστον,-coaching ηθοποιών, αντικείμενο η ενασχόληση με το οποίο αποτελεί στοιχείο των ενδιαφερόντων και των προτεραιοτήτων σας. Σε ποιο σημείο βρίσκεστε σήμερα και πώς προέκυψε η σκέψη της υποκριτικής διδασκαλίας;
Σε αυτή τη φάση ο στόχος είναι να το κάνω πιο συστηματικά και οργανωμένα. Δυστυχώς λόγω έλλειψης χρόνου δεν το έχω οργανώσει ακόμα. Η υποκριτική διδασκαλία είναι διαφορετικό πράγμα από το coaching, είναι και αυτό μια επιθυμία για το μέλλον, αλλά η υποκριτική διδασκαλία είναι ένα πολύ πιο ευρύ αντικείμενο . Το coaching αφορά συγκεκριμένες ανάγκες ή προβλήματα που αντιμετωπίζει ένας συγκεκριμένος ηθοποιός όταν βρίσκεται σε συγκεκριμένες συνθήκες και γι' αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη συγκεκριμένης υποκριτικής μεθόδου και μια σχέση εμπιστοσύνης που πρέπει να χτιστεί μεταξύ ηθοποιού και προπονητή. Επειδή δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε αναπτύξει μια κοινή γλώσσα για την υποκριτική είναι δύσκολο να βρει εφαρμογή εδώ μια τέτοια ειδικότητα. Τώρα η σκέψη να ασχοληθώ με κάτι τέτοιο προέκυψε επειδή εν μέρει συνδυάζει δύο κλίσεις μου. Το εκπαιδευτικό κομμάτι του θεάτρου είναι για μένα κάτι πολύ όμορφο και γοητευτικό, κυρίως γιατί σου παρέχει την αίσθηση της προσφοράς και επιπλέον συνδυάζει το παιδαγωγικό κομμάτι των σπουδών μου με το θέατρο και την υποκριτική.
Πώς αποτιμάτε τη μετεξέλιξη του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου τα τελευταία χρόνια; Έχετε καταφέρει να διεισδύσετε στα πλοκάμια του;
Νομίζω πως γίνονται, όπως και στο θέατρο, πολλά πράγματα και πολύ δημιουργικά. Προσωπικά μου αρέσει πολύ ο ελληνικός κινηματογράφος, όλων των εποχών. Φυσικά, όπως και στο θέατρο, τα οικονομικά προβλήματα είναι τροχοπέδη στη δημιουργία και στην καλύτερη ποιότητα του παραγόμενου αποτελέσματος. Υπάρχει ωστόσο πολύ μεράκι και αυτοθυσία και στο χώρο του κινηματογράφου και αυτό κάπως αντισταθμίζει τα πράγματα. Ελπίζω πως κάποια στιγμή ως χώρα θα αποφασίσουμε να επενδύσουμε περισσότερο στον πολιτισμό και να ενισχυθούν και να προωθηθούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που χρόνια τώρα αγωνίζονται να παραμείνουν δημιουργικοί σε τόσο δυσμενείς συνθήκες. Προσωπικά ο κινηματογράφος είναι ένα πεδίο που βρίσκω πολύ γοητευτικό και θέλω πολύ να εξερευνήσω περαιτέρω.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ