Οι Στρουθοκάμηλοι

Αρχείο Παίχτηκε από 24/10/2019 έως 26/12/2019
στο Βαφείο - Λάκης Καραλής
Συγγραφέας: Σοφία Ρούσου
Σκηνοθέτης: Σοφία Ρούσου
Σκηνογραφία: THM
Ερμηνεύουν: Κατερίνα Σταθοπούλου, Μιχάλης Ζαχαρίας

Περιγραφή

Ένα έργο που μιλά για την εμμονή, για την προσκόλληση, για τη μη πράξη.

Αυτή που μας δίνει τη δύναμη να ξυπνάμε κάθε μέρα. Αυτή που δε μας επιτρέπει να δούμε πέρα από τη μύτη μας.

Επιδιώκοντας την ηδονή… σαν να ακούς καψουροτράγουδα μετά από χωρισμό.

Η πραγματικότητα, όμως, έχει άλλον χρόνο, και πολλές φορές σε προλαβαίνει." 

Περισσότερα

Δύο άγνωστοι συναντιούνται σε έναν σταθμό τρένου.

Δύο ιστορίες απουσίας του άλλου ή του εαυτού τους;

Να δούμε ποιος, ποιος, ποιος θα φαγωθεί;

"Ο άλλος είναι σύντροφος, ή ιδέα συντρόφου, αυτού που ήταν αλλά έλειπε, κι αυτού που έλειπε αλλά ήταν.

Αυτός που δε μας άφησε να πάμε παρακάτω ή που μας εγκλώβισε σε μια κατάσταση.

Αυτός; Ή εμείς;

Δυο άγνωστοι συναντιούνται σε έναν σταθμό, και ζωντανεύουν τον Άλλον.

Sketch-graphic Design: Νίκος Παπαμιχαήλ
Φωτογραφίες: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Δημόσιες σχέσεις-επικοινωνία: Κωνσταντίνος Πλατής
Διεύθυνση παραγωγής: ART CULT

Facebook Page: https://www.facebook.com/strouthokamiloi/

Φωτογραφίες

13 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

    Στρουθοκάμηλος το μεγαλύτερο πτηνό του πλανήτη. Είναι γνωστό ότι χώνει το μικρό και ευάλωτο κεφάλι της στην άμμο, όταν αντιληφθεί κίνδυνο.

    Η παράσταση ξεκινά με δυο άτομα που συναντιούνται στο σταθμό του τραίνου και με παιχνιδίσματα των ματιών υπό τους ήχους του γνωστού τραγουδιού “Unforgettable”. Σταδιακά μεταβάλλονται σε σαρκοφάγα πτηνά. «Τρώω την σάρκα, τρώω έναν άνθρωπο, τον καταναλώνω. Θέλω να φάω, πεινάω!»

    Εκείνη αρχίζει να εξωτερικεύει τη ματαίωση και τις ανικανοποίητες επιθυμίες της: «Σε περίμενα να έρθεις και δεν ερχόσουν και τώρα ήρθες και σε φορτώθηκα». Δεν μπορεί να διαχειριστεί πάντα αυτό που έρχεται. Δεν πραγματοποίησε τα όνειρά της. Τώρα που αυτός ήρθε του λέει ότι όλο απουσιάζει και μένει μόνη της με μια γάτα που δεν συμπαθεί και η οποία της κλέβει την μυρωδιά του από το χώρο.

    Η αμηχανία του επικείμενου χωρισμού φανερή. Το ζευγάρι ξεντύνεται και ντύνεται, εκτοξεύοντας κατηγόριες ο ένας στον άλλο. « Μόνη μου με άφησες! Μόνο μου με άφησες!» Εκείνη αποφασίζει να δώσει το γατί, που την δεσμεύει γιατί θέλει να ζήσει. Ξεκινά η παραληρηματική εμμονή ενός επαναλαμβανόμενου Εγώ σε αντιδιαστολή με το «Εσύ που τότε…» . Ανασύρουν όλα τα αρνητικά. Εκείνη θυμάται τα πράγματά του που ούτε η μάνα του δεν τα ήθελε στο σπίτι της, οπότε του δηλώνει ότι θα τα πετάξει. Μαλώνουν. Η σιωπή απαραίτητη για να ακούσει ο καθένας την εσωτερική του φωνή.

    Προσπαθούν να οργανώσουν μια απόδραση. Ο ένας θέλει να πάει στη Νέα Ζηλανδία αφού εκεί ζητούν ανθρώπους, θεωρώντας ότι δεν μπορούν να μείνουν στον τόπο τους. Όμως όπου και να πάνε η πόλη θα τους ακολουθεί. Σαφής η αναφορά στο ποίημα του Καβάφη. Δεν μπορεί κάποιος να αποφύγει αυτό που έχει μέσα του, όπου και να κρυφτεί, όσο και να στρουθοκαμηλίσει, δεν μπορεί να κρυφτεί από τον εαυτό του, από όσα κουβαλά η ψυχή, δεν μπορεί να κρυφτεί από τις μνήμες του. Κάθε αποφυγή είναι δειλία. Η φυγή δεν είναι λύση, ούτε και ο στρουθοκαμηλισμός. Ακόμα και η στρουθοκάμηλος δεν είναι δειλή, μόνο προφυλάσσει το ένα αδύναμο μέρος του σώματός της, το μικρό κεφάλι της.

    Ο μετεωρισμός, ανάμεσα στο φύγε και το μείνε, η προσμονή ενός προσώπου, που θα πάρει την ευθύνη και θα οδηγήσει τα πράγματα σε αυτό που πρέπει να γίνει. Η αναμονή, η αναβολή, θυμίζει μπεκετική ατμόσφαιρα.

    Η Κατερίνα Σταθοπούλου και ο Μιχάλης Ζαχαρίας υπηρέτησαν εξαιρετικά το κείμενο. Ωραία κίνηση, συγκίνηση , εκνευρισμός, βία, σε μια σχέση που διαλύεται και ο ένας προσάπτει τα πάντα στον άλλο. Δυο άτομα που χωρίζουν και δε χωρίζουν, δύο άτομα που πάντα θα είναι αυτά ή και άλλα και θα βρίσκονται μαζί και μετά θα απομακρύνονται. Μια γνώριμη κατάσταση σε όλους, επαναλαμβανόμενη και αδιέξοδη.

  2. Η παράσταση ήταν σκέτη απογοήτευση. Κρίμα την ενέργεια που σπαταλήθηκε στην προσπάθεια των παιδιών να υποστηρίξουν ένα έργο ανύπαρκτο.
    Άλυτο το ερώτημα αν στους ίδιους άρεσε ή δούλεψαν από απλή συνέπεια επαγγελματικής ευσυνειδησίας. Αν ισχύει το δεύτερο, κρίμα γιατί είναι αρκετά νέοι και το κοινό που αγαπά το καλό θέατρο, όση επιείκεια κι αν επιδείξει, δεν παύει να απαιτεί ποιότητα.
    Κάποια στιγμή κι οι ηθοποιοί θα πρέπει να αντιστέκονται στη μετριότητα και να μην κάνουν εκπτώσεις στην τέχνη τους.

  3. Δυο άνθρωποι, ένας άνδρας [Μιχάλης Ζαχαρίας] και μία γυναίκα [Κατερίνα Σταθοπούλου], σε ένα σταθμό. Ο καθένας με τη βαλίτσα του. Μια εποχή που, ως πολύ αδρό περίγραμμα, διατρέχει το θεατρικό έργο της Σοφία Ρούσου, που σκηνοθετεί κιόλας, με ανθρώπους γύρω στα 40 με πεντακόσια ευρώ μισθό, νέους που οραματίστηκαν το ταξίδι ως αναψυχή και τώρα το αντιμετωπίζουν ως αναγκαστική φυγή, ίσως προς μία Νέα Ζηλανδία που παρέχει ευκαιρίες και προϋποθέσεις μακροημέρευσης, η ελπίδα μιας σχέσης και μιας οικογένειας που δε στεριώνουν ποτέ, όνειρα και προσδοκίες που διαψεύδονται, αφήνοντας απλώς αποτυπώματα στις ψυχές, μικρές αναπολήσεις και μεγάλες εντάσεις. Είναι δύο εντελώς ξένοι ή ίσως κάποιοι που παντρεύτηκαν και χώρισαν εκρηκτικά, απομένει κάτι από τη μυρωδιά του συντρόφου στο προσκέφαλο ή μετατρέπονται τα αντικείμενα του άλλου σε έρμα που τίθεται προς απόρριψη μαζί με το είδωλό του; Μια γνωριμία από παλιά, με αναπόληση των παιδικών χρόνων και μιας αθωότητας που πνίγεται στην καθημερινότητα ή ίσως μια νέα γνωριμία που θα περιμένει να περάσει το τρένο, κάποια άλλη στιγμή, ως σημείο αναφοράς για μια νέα συνάντηση και μια προσδοκία να συνταξιδέψουν; Κάποιες ζωές στο ενδιάμεσο που υλοποίησαν όσα νόμιζαν πως τους εμπόδιζε η σχέση να πράξουν ή διαρκείς ακυρώσεις των σχεδίων επί χάρτου; Πραγματικότητες ή απατηλές εντάσεις και θελκτικές κατασκευές προσδοκιών για να μπορεί κανείς να επιβιώσει;
    Οι ηθοποιοί, δίνουν, με τέχνη και επιτυχία, μία κίνηση από τη συνάντηση με τον άλλο στην αναζήτηση του εαυτού και των θέλω του καθενός και της καθεμίας. Εμμονές και αποσιωπήσεις. Η συναναστροφή ως εξαίρεση, που υπογραμμίζεται από τα κυρίαρχα μονολογικά στοιχεία του κειμένου. Ο εγκλωβισμός ως εμπόδιο από τον άλλο, ως απεμπόληση του βαθύτερου εγώ, ως αποξένωση από τη μάνα και το μεγάλο έρωτα που κατάντησε βραχνάς. Μιλούν μέσω μικροφώνου, αρκετές φορές απευθυνόμενοι στον άλλο, ως απόσταση και ως απομόνωση αλλά και ως ήχο με βαρύνουσα ένταση. Η προσέγγιση, δειλή έως στιγμιαία εκρηκτική και ερωτική, μέχρι την ανθρωποφαγία του ενός από τον άλλο. Ως άλλοι «στρουθοκάμηλοι» κρύβουν το κεφάλι στην άμμο, δεν αντιμετωπίζουν τις αγκυλώσεις τους, τη ζωή που τους συνθλίβει. Το παιχνίδι των εγωισμών, με το «εγώ» να ανεβάζει τον τόνο και να ακούγεται με όρους εσωτερικής κατανάλωσης για τον κάθε πρωταγωνιστή. Μία παράσταση που δίνει υπόσταση στα στιγμιότυπα που διαχωρίζει η μουσική και κλείνει με τον ήχο από το βήμα των στρατιωτών. Μιας εποχή κατοχής που καθορίζει πολεμικά και αδυσώπητα της ζωές τους. Η παράσταση κλείνει με μια υποψία ελπίδας, σαν ένα ποίημα που ίσως να γραφτεί κάποτε ή σαν ένα μυθιστόρημα ατελείωτο που κάποτε θα ολοκληρωθεί…