Συγγραφέας: Jordi Galceran
Σκηνοθέτης: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, Παντελής Δεντάκης
Ερμηνεύουν: Μιχάλης Οικονόμου, Γιάννης Σαρακατσάνης
Περιγραφή
Το Θέατρο του Νέου Κόσμου παρουσιάζει για δεύτερη συνεχή χρονιά το έργο του Τζόρντι Γκαλθεράν "Το δάνειο".
Ο Αντόνιο ζητά να πάρει ένα δάνειο, αλλά η μόνη εγγύηση που διαθέτει είναι… ο λόγος της τιμής του. Μπροστά στην επίμονη άρνηση του διευθυντή της τράπεζας να του το χορηγήσει, ο επίδοξος δανειολήπτης απειλεί τον τραπεζίτη ότι… θα αποπλανήσει τη γυναίκα του, αφού το μοναδικό του όπλο είναι η ακαταμάχητη έλξη που ασκεί στις γυναίκες!
Περισσότερα
Πρόκειται για μια ξεκαρδιστική κωμωδία με αναπάντεχη εξέλιξη και με θέμα επίκαιρο όσο ποτέ στην Ισπανία –αλλά και στην Ελλάδα– της οικονομικής κρίσης.
Ο Αντόνιο ζητά να πάρει ένα δάνειο, αλλά η μόνη εγγύηση που διαθέτει είναι… ο λόγος της τιμής του. Μπροστά στην επίμονη άρνηση του διευθυντή της τράπεζας να του το χορηγήσει, ο επίδοξος δανειολήπτης απειλεί τον τραπεζίτη ότι… θα αποπλανήσει τη γυναίκα του, αφού το μοναδικό του όπλο είναι η ακαταμάχητη έλξη που ασκεί στις γυναίκες!
Ο Γκαλθεράν "στοιχηματίζει" πως δεν μπορεί κανείς να κερδίσει χρήματα με τίμια μέσα. Με μοναδικό του εφόδιο τη μπλόφα, ο απεγνωσμένος λόγω της οικονομικής κρίσης ανθρωπάκος, ίσως δεν καταφέρει τελικά να πάρει το δάνειο, ο διευθυντής της τράπεζας όμως θα πάθει στο τέλος αυτό ακριβώς που φοβάται.
Γιατί κάποια πράγματα σ’ αυτή τη ζωή ούτε μετριούνται ούτε κερδίζονται με ευρώ…
Το έργο κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Τουρνουά Σύγχρονου Καταλανικού θεάτρου της Τζιρόνα τον Νοέμβριο του 2011.
Τζόρντι Γκαλθεράν
Γεννήθηκε στη Βαρκελώνη το 1964. Από το 1988 αρχίζει να γράφει θέατρο και να σκηνοθετεί ο ίδιος κάποια από τα έργα του σε παραστάσεις ερασιτεχνών.
Το 1995 στέλνει για πρώτη φορά έργα του σε διαγωνισμούς, διεκδικώντας θεατρικά βραβεία. Οι Αλυσιδωτές λέξεις κερδίζουν το Βραβείο Born και το Ντακότα το Βραβείο Ignasi Iglésias του Ινστιτούτου Θεάτρου της Βαρκελώνης. Άλλα έργα του είναι: Σερφ (1990), Fuga (1994), Gaudí (2002), Παράδεισος (2000), Καρναβάλι (2005) και Κανκούν (2007).
Η μεγάλη του επιτυχία Μέθοδος Γκρόνχολμ (2003) έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει ανέβει με τεράστια επιτυχία σε περισσότερες από είκοσι χώρες σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας (Θέατρο Τέχνης, μετάφραση Γιώργου Καραμίχου - Μαρίας Τσατσαρώνη, σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου).
Γράφει στην καταλανική γλώσσα.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Μετάφραση: Els de Paros
Σκηνικά-Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική: Φοίβος Δεληβοριάς
Σχεδιασμός Φωτισμώ: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Κατερίνα Λυπηρίδου, Κατερίνα Παναγιωτάκη
Η παράσταση δεν θα παιχτεί στις 19, 20, 26 & 27 Οκτωβρίου 2016.
Κριτική για την παράσταση "Το δάνειο"
Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Το δάνειο, έργο του Καταλανού Τζόρντι Γκαλθεράν, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Τουρνουά Σύγχρονου Καταλανικού Θεάτρου της Τζιρόνα τον Νοέμβριο του 2011. Πρόκειται για μια κωμωδία με απρόσμενο τέλος και με θέμα την οικονομική κρίση στην Ισπανία.
Το έργο λαμβάνει χώρα σε ένα γραφείο, στα χρώματα των ενδυμάτων των πρωταγωνιστών, και ο χώρος από την αρχή δίνει την αίσθηση παιχνιδιού, όπου δύο άνθρωποι βρίσκονται σε μια αντιπαράθεση. Ο πιο ισχυρός, αλλά και ο πιο αδύναμος, αποτελούν πιόνια σε ένα παιχνίδι με κανόνες, αυτό της τραπέζης, αλλά και σε ένα άλλο, όπου ενέχεται η ελεύθερη βούληση και όλα εκεί είναι απρόβλεπτα, αναπάντεχα. Στον αγώνα αυτόν της επιβίωσης, πρέπει ο καθένας να είναι έτοιμος ή μάλλον ετοιμοπόλεμος.
Στη σιγουριά του γραφείου ενός Διευθυντή Τραπέζης, εισβάλλει ο Αντόνιο, ένας άνθρωπος με σκισμένο παντελόνι, με λυπηρή όψη, με συγκρατημένες κινήσεις για να ζητήσει αρχικά ευγενικά, μετά να εκλιπαρήσει και τέλος να απειλήσει προκειμένου ο Διευθυντής να του εγκρίνει ένα δάνειο. Η στάση του σώματος, η τοποθέτησή τους στο χώρο δείχνουν τη διαφορά τους, ο ένας ισχυρός και ο άλλος σε ανάγκη. Ο Διευθυντής του εξηγεί ότι δεν μπορεί να του εγκρίνει το δάνειο γιατί δεν προσφέρει τίποτα που να αξίζει, παρά μόνο τον λόγο του, και αυτός δεν αποτιμάται σε ευρώ. Του αντιπροτείνει να ζητήσει δάνειο κάπου εκτός συστήματος, σε τοκογλύφους. Ο Αντόνιο το αποκλείει αυτό και ζητά από τον Διευθυντή να πει στους ανώτερούς του ότι είναι πελάτης καλός και εργατικός, πράγμα που ο Διευθυντής απορρίπτει μιας και δεν τον είχε ποτέ πελάτη και πρακτικά δεν τον γνωρίζει. « Εδώ δεν έχουμε καμιά διαισθητική ενόραση, εδώ μιλάμε με στοιχεία […] και ο λόγος δεν αποτελεί εγγύηση.» Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για το δάνειο.
Χτίζεται με τέχνη η σχέση των δύο πρωταγωνιστών. Καθώς ο απελπισμένος Αντόνιο βλέπει πάνω στο γραφείο τη φωτογραφία της οικογένειας του Διευθυντή, και σταδιακά του κάνει σχετικές ερωτήσεις. Μόλις αντιλαμβάνεται ότι ο άλλος είναι φοβισμένος και τον διώχνει από το γραφείο του, λέγοντας ότι δεν έχει καμιά σχέση με την οικογένειά του και ότι δεν πρόκειται να του δώσει το δάνειο, ο Αντόνιο χρησιμοποιεί τα χαρτιά του, αφού καθώς λέει έχει χάρισμα με τις γυναίκες. Τον απειλεί ότι αν δεν αποσπάσει το δάνειο, θα «πηδήξει» τη γυναίκα του, αφού την ξελογιάσει με αγάπη. Ο Διευθυντής αναρωτιέται μήπως είναι κάπου η candide camera και γελά νευρικά. Ο Αντόνιο ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι καπρίτσιο και χρειάζεται πραγματικά τα λεφτά. Του περιγράφει κιόλας ότι θα τη συναντήσει τυχαία, θα την κάνει να γελάσει με ένα αστείο και μετά τσούκου τσούκου … Ο Διευθυντής τον απειλεί μιας και είναι κάτοχος μαύρης ζώνης στο καράτε. Ανταλλάσσουν απειλές, φοβερίζουν ο ένας τον άλλο μέχρι την στιγμή που έντεχνα ο Αντόνιο του περιγράφει την κατάσταση στην οποία θα περιέλθει όταν τον χωρίσει η γυναίκα του. Θα μένει σε γκαρσονιέρα στη Βιγιαβέρδε και θα βλέπει σπάνια τα παιδιά του, θα σιτίζεται στα κοινωνικά συσσίτια όπως πολλοί γύρω τους και η παραγωγικότητά του θα πέσει με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αυτό το πρόσωπο είναι ο χωρισμένος αδελφός του. Νιώθει απειλή, αυτή του μικροαστού, που φοβάται μην χάσει την ασφάλειά του. Τηλεφωνεί στον αδελφό του, να ρωτήσει μήπως γνωρίζει τον Αντόνιο. Τον τρομάζει το σκηνικό να τρώει αυγά με τον αδελφό του στο γκαζάκι. Ο συγγραφέας χτίζει έξυπνα την εξέλιξη του έργου και παράλληλα παρουσιάζει τη διάβρωση και τη συρρίκνωση του ανθρώπου από το σύστημα. Δυστυχώς η κρίση κάνει πολλούς ανθρώπους να κάνουν απίθανα πράγματα. Ο Διευθυντής τον αντικρούει λέγοντας ότι η γυναίκα του δεν θα πήγαινε με κάποιον σαν και αυτόν, όμως είναι ανασφαλής και αυτό είναι από την πρώτη στιγμή ορατό.
Οι ανθρώπινες σχέσεις και το ήθος, όπως περιγράφονται ακολουθούν την οικονομική κρίση και αστάθεια. «Γιατί δεν πας σε μια γριά να της φας τα λεφτά ;» «Η γυναίκα μου δεν είναι πουτάνα σαν την κουνιάδα μου» «Υπάρχουν γυναίκες που απατούν τους άντρες τους κάθε βδομάδα. Η γυναίκα μου δεν με απατά !»
Ο απελπισμένος Αντόνιο, του περιγράφει την ουρά των ανθρώπων, που θα παρελάσει από το γραφείο του και τον παρακινεί να γίνει επιτέλους ήρωας, να αφήσει το στίγμα του σε αυτόν τον κόσμο και να υπογράψει δάνεια. «Υλοποίησε τα όνειρα των ανθρώπων, όπως ο Αϊ Βασίλης, όπως οι Μάγοι με τα δώρα !»
Ο Διευθυντής χτυπά το κεφάλι του στο γραφείο του φωνάζοντας « Όχι, Όχι, Όχι !» και ο Αντόνιο τον απειλεί «Ετοιμάσου να υποφέρεις !»
Ο Διευθυντής τηλεφωνεί στη γυναίκα του και της εξιστορεί τη σκηνή , ότι πελάτης τον απείλησε να αποπλανήσει τη γυναίκα του, έναντι δανείου 3000 ευρώ και ότι εκείνος βέβαια δεν δέχτηκε γιατί της έχει εμπιστοσύνη. Εκείνη θίγεται, ότι η ασφάλειά της και η αγάπη δεν μετριέται σε ευρώ και τον διαολοστέλνει. Από τις περσίδες του γραφείου ξεπετάγεται ο Αντόνιο , μουσικό ιντερμέδιο με λυπητερό τραγούδι και εκείνος κλαίει. «Λάουρα ! Λάουρα !» Μένει κάποιες μέρες στο ξενοδοχείο μέχρι να λογικευτεί η Λάουρα, ενώ ζητά φιλοξενία από τον αδελφό του, ο οποίος καθώς καταλαβαίνουμε από το τηλέφωνο, είναι λίγο επιφυλακτικός.
Για να ξεπεράσει την οικογενειακή κρίση είναι πρόθυμος σαν πράξη εμπιστοσύνης να δώσει στον Αντόνιο 10.000 ευρώ, έτσι η γυναίκα τα του θα καταλάβει ότι έχει αλλάξει. Τώρα γίνεται ο Αντόνιο επιφυλακτικός. Σε αντάλλαγμα του ζητά από αυτόν που είναι χαρισματικός, τα εργαλεία για να ξανακερδίσει τη γυναίκα του και ο Αντόνιο προκειμένου να του υπογράψει το δάνειο, του δίνει συμβουλές, να τη κοιτά στα μάτια, να της πιάνει τα χέρια και να λέει το όνομά της.
Τη μια ο Αντόνιο πιέζει «Τώρα μπορείς να υπογράψεις !» ξαναθυμάται το δάνειό του και στη συνέχεια σε μια κρίση ειλικρίνειας «Α! Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει σύστημα για τις γυναίκες. Δεν θα μου δώσεις το δάνειο, αλλά δεν με νοιάζει. Όλα αυτά είναι πίπες, σαχλαμάρες, ανόητες φλυαρίες, πομφόλυγες.»
Η σχέση που διαμείβεται μεταξύ τους περνά από πολλές διακυμάνσεις φόβου, απειλής, ανάγκης. Στο τέλος θα μίλαγε κανείς για φιλία, γιατί είναι και οι δύο σε τρομερή ανάγκη και αυτό τους κάνει συμμάχους.
Τώρα δεν τον αφήνει να φύγει . Ζητά από τον Αντόνιο να τηλεφωνήσει στη γυναίκα του και να κλείσει ραντεβού στο σπίτι του. Η σκηνή είναι κωμική, μαζί και η υπόκριση των ηθοποιών. Ο Αντόνιο τον διαβεβαιώνει ότι σε τρεις μέρες μετά την εμπειρία μαζί του θα είναι πάλι εκείνη στα πόδια του άνδρα της. Ο Διευθυντής του δίνει και οδηγίες «Να της φερθείς καλά ! Σαν βασίλισσα!»
Ο Αντόνιο πάει και επιστρέφει με τα σώβρακα. Του εξιστορεί τα όσα συνέβησαν στο σπίτι του.. Η γυναίκα του τον έβαλε να γδυθεί και μετά για 20 λεπτά τον καθύβριζε για να τον πετάξει με τις κλωτσιές στο δρόμο, έτσι με τα σώβρακα.
Όλες οι σχέσεις, που περιγράφονται, είναι ρηχές. Ακόμα και αυτή με τον γιο του του, ο οποίος του στέλνει μηνύματα για να του ζητήσει τη βοήθειά του μιας και θέλουν να βάλουν το πιάνο στο δωμάτιό του. «Εγώ χέστηκα που χωρίσατε και που τα έφτιαξε με τη μαμά. […] Μπαμπά πες του κάτι πληζ αδελφός σου είναι» Ο Διευθυντής μένει ενεός. Ο Αντόνιο προσφέρεται να του νοικιάσει δωμάτιο στο σπίτι του στην Πουέρτα ντε Σολ. Θα χρειαστεί βέβαια και μια ανακαίνιση και έναν εξοπλισμό όποτε του προτείνει, κοιτώντας τον στα μάτια, να υπογράψει ένα δάνειο 200 χιλιάρικα.
Στο φινάλε τραγουδούν και οι δύο μαζί ένα ισπανόμορφο τραγούδι με βωμολοχίες και τυχαία λόγια και οι δύο μέσα σε τρελό κέφι ο ένας να παίζει κιθάρα και ο άλλος μαράκες.
Το έργο ήταν έξυπνα σκηνοθετημένο, με διακριτές νομίζουμε τις οδηγίες των δύο σκηνοθετών του. Οι λεπτές μεταβολές του ψυχισμού των δύο ρόλων και η απόδοσή τους , η ερμηνεία τους και από την άλλη η κίνηση των ηθοποιών στο χώρο, ο ρυθμός τους, η γενική αίσθηση ότι πρόκειται για παιχνίδι αποδίδουν το χάος, την κρίση των αξιών, την έλλειψη επικοινωνίας.
Το έργο μπορεί να έχει μια δομή και με στάδια να χτίζει τους χαρακτήρες και την πλοκή του , όμως βασίζεται στην ερμηνεία των ηθοποιών, που κατάφεραν να θίξουν με παιγνιώδη τρόπο , την απελπισία, την υποθήκη της ζωής, την έλλειψη εμπιστοσύνης, την κατάρρευση του Λόγου και την ισοπέδωση όλων των σχέσεων ( άνδρα - γυναίκας, πατέρα – παιδιού, μεταξύ αδελφών). Το θέμα είναι σοβαρό. Από που να κρατηθεί κανείς στην εποχή της κρίσης, όταν γύρω μας υπάρχουν άνθρωποι που αυτοκτονούν για δάνεια που δεν μπορούν να πληρώσουν, για οικονομικούς λόγους η ζωή έχει στην κυριολεξία καταπατηθεί. Η μόνη αξία που επικρατεί είναι αυτή του χρήματος, που και αυτή όμως δεν εξαγοράζει την ευτυχία. Επανατοποθέτηση λοιπόν και αναζήτηση των αξιών.