Επιμέλεια συνέντευξης: Κωνσταντίνος Πλατής
Πείτε μας λίγα λόγια για το ρόλο που υποδύεστε
Ο ρόλος, που υποδύομαι στο έργο είναι αυτός του Ξενοδόχου. Ο Ξενοδόχος είναι ένας άνθρωπος που έχει μια ήσυχη και προγραμματισμένη καθημερινότητα, χωρίς ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Θα μπορούσαμε να πούμε, πως ζει μέσα σε μια ρουτίνα, την οποία έρχεται να σπάσει ο περιπλανώμενος θίασος, που επισκέπτεται τη λιλιπούτεια κοινότητα, που ζει για να δώσει μια παράσταση στο πανδοχείο του.
Επειδή, ως χαρακτήρας, του είναι δύσκολο να ανοίξει συζήτηση και δεν έχει άνεση στο να μιλάει ο ίδιος, αποτελεί το τέλειο «θύμα» για το Θεατροποιό Μπρουσκόν, που αρέσκεται σε μακροσκελείς μονολόγους. Μετατρέπεται λοιπόν σε ακροατή-«όμηρο» του Μπρουσκόν, ακούγοντάς τον να μιλάει μανιακά για διάφορα θέματα, στα οποία επανέρχεται συνεχώς. Έτσι τον ανέχεται να μιλάει ακατάπαυστα για πράγματα, που στην πραγματικότητα ο ίδιος δεν τα καταλαβαίνει και πολύ ή δεν έχει μπει ποτέ στον κόπο να τα αναλύσει.
Τι επιδιώκει ο Μπέρνχαρντ μέσα από το έργο του;
Στο «Θεατροποιό» ο Μπέρχαρντ, όπως και σε όλα τα έργα του, θέλει τον πρωταγωνιστή του να αποτελεί, ταυτόχρονα, την επιτυχημένη διάνοια και την αποτυχημένη διάνοια οι οποίες συγκρούονται και ανταγωνίζονται. Μέσα από αυτή τη σύγκρουση οδηγείται στο να μιλάει συνεχώς κι ακατάπαυστα αναζητώντας ακροατές, τους οποίους βρίσκει σε οποιοδήποτε πρόσωπο βρεθεί μπροστά του, είτε είναι τα παιδιά του, είτε ο Ξενοδόχος. Μέσω του λόγου του πασχίζει να δικαιολογήσει την ύπαρξή του, «μιλάει άρα υπάρχει».
Μέσα σε αυτούς τους συνεχιζόμενους μονολόγους επαναλαμβάνει συνεχώς θέματα, όπως η φθορά του σώματος, η ματαιότητα και η ήττα της σκέψης. Και φυσικά δεν παραλείπει να αναφερθεί και να κάνει τα πικρά και σαρκαστικά του σχόλια πάνω στα αγαπημένα του θέματα. Μιλάει για το θέατρο, τη φύση του και πώς αυτό επηρεάζει και επηρεάζεται από τη πραγματική ζωή. Κατακεραυνώνει τα αδιέξοδα της Ευρώπης, που δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει αυτά που υποσχόταν και τη γραφειοκρατική δομή κρατών όπως η Αυστρία, που φέρνει δυσκολίες ακόμα και στα πιο απλά πράγματα της καθημερινότητας.
Είναι από τους συγγραφείς, που εκφράζουν την άποψη τους ή προτιμά να θέτει ερωτήματα στο κοινό;
Νομίζω ότι είναι ένας συνδυασμός. Ο Μπέρνχαρντ, μέσα από τους μακροσκελείς μονολόγους των ηρώων του, εκφράζει τις απόψεις του πολλές φορές χωρίς περιστροφές. Από την άλλη όμως δίνει πολλή τροφή για σκέψη στο θεατή, θέτοντάς του πολλά ερωτήματα γύρω από τα θέματα, που καταπιάνεται και κυρίως γύρω από την ανθρώπινη ύπαρξη. Οι απόψεις των προσώπων, που μιλούν είναι οι απόψεις του ίδιου του συγγραφέα και τα ερωτήματα που θέτει στα πρόσωπα- ακροατές είναι τα ερωτήματα που θέτει στο κοινό. Αυτό κατατάσσει τα έργα του συγγραφέα αυτού σαν μια συνέχεια των πολύ κλασσικών συγγραφέων όπως του Σαίξπηρ ή του Σίλλερ και τους ήρωές του στους σύγχρονους κλασσικούς ήρωες.
Εσύ ως ηθοποιός έχεις φτάσει σε σημείο απελπισίας, λόγω της επιλογής σου να ακολουθήσεις την υποκριτική τέχνη;
Δε θα το λεγα... Όχι ακόμα τουλάχιστον!!
Σίγουρα η υποκριτική τέχνη απαιτεί μεγάλη αναζήτηση, πολύ μεγάλη έκθεση και πολλές φορές να βγάλεις τα εσώψυχά σου. Ακόμη, πολλές φορές έχεις άγχος για το αποτέλεσμα της προσπάθειάς σου κι αν είναι αυτό το οποίο φαντάστηκες.
Όντως είναι ένα δύσκολο επάγγελμα χωρίς σίγουρες απολαβές και αναγκαζόμαστε να ασχοληθούμε και με άλλα πράγματα πολλές φορές για να βιοποριστούμε.
Από την άλλη όμως σου δίνει τη δυνατότητα να καταπιαστείς με πολύ ωραία θέματα κι ακόμη πιο όμορφα κείμενα. Σου δίνει την ευκαιρία να εκφραστείς, να δημιουργήσεις.
Όσο μικρό ή μεγάλο κι αν είναι αυτό που κάνεις, όσο επίπονη κι αν είναι η διαδικασία, όσες κι αν είναι οι θυσίες, πιστεύω πως κάνουμε αυτό που πραγματικά αγαπάμε και στο τέλος, κάνοντας ταμείο, πάντα ανταμειβόμαστε.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ