Μετά και την ανακοίνωση των μόλις δύο ανοιχτών ακροάσεων που διοργανώνει η πρώτη κρατική σκηνή της χώρας, το ΣΕΗ διαμαρτύρεται έντονα για πρακτικές που τείνουν να παγιωθούν στις ακροάσεις του οργανισμού.
Πιο συγκεκριμένα:
Και στις δύο ανακοινώσεις αναγράφεται ότι το Εθνικό Θέατρο «αναζητά άνδρες επαγγελματίες ηθοποιούς και χορευτές ηλικίας από 25 έως 40 ετών (σημ. χρονολογία γέννησης από 1981 έως 1996)» και «γυναίκες επαγγελματίες ηθοποιούς ηλικίας από 25 έως 35 ετών (χρονολογία γέννησης από 1985 έως 1995)», ενώ ειδικά για τους Ιππής ότι «απαραίτητη για τη συμμετοχή στην ακρόαση είναι η γνώση μεταφερόμενου μουσικού οργάνου (πνευστά, κρουστά, έγχορδα)», τo οποίo είναι απαραίτητο να έχουν μαζί τους όσοι υποψήφιοι κληθούν στην ακρόαση.
Κατανοούμε, φυσικά, την καλλιτεχνική ελευθερία που θέλει να έχει ένας σκηνοθέτης για το ενδεχόμενο όραμά του, αλλά τέτοιου είδους διατυπώσεις και απαιτήσεις ενός εποπτευόμενου φορέα πολιτισμού προκαλούν, ειδικά σε μια τέτοια πρωτοφανή περίοδο απόγνωσης για τον κλάδο των ηθοποιών.
Ο εντελώς αβάσιμος «τεμαχισμός» του δείγματος των ενδιαφερόμενων με βάση την ημερομηνία γέννησης (που είναι πάγια τακτική στις ακροάσεις του Εθνικού Θεάτρου), και όχι την ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ (όπως αρμόζει σε μια καλλιτεχνική ακρόαση), αφήνει αυτομάτως «απ’ έξω» πολλούς άτυχους (ίσως και για λίγες μόνο μέρες διαφορά!!), που μπορεί να πληρούν όλες τις ερμηνευτικές προδιαγραφές για το απαιτούμενο αποτέλεσμα,
Εγείρει μάλιστα θέματα διακρίσεων με βάση ένα προσωπικό δεδομένο, όπως είναι η ημερομηνία γέννησης, κάτι που, φυσικά, προσκρούει ακόμα και σε κοινοτικές οδηγίες που αποκλείουν την αναγραφή της στα βιογραφικά υποψηφίων.
Αντίστοιχα, η απαίτηση γνώσης μεταφερόμενου μουσικού οργάνου, το οποίο μάλιστα οι συμμετέχοντες πρέπει να φέρουν μαζί τους στην ακρόαση (άρα όχι μόνο να γνωρίζουν, αλλά απαραιτήτως και να ΕΧΟΥΝ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΟΥΣ) είναι μια απαίτηση τουλάχιστον ανακόλουθη με την ελληνική καλλιτεχνική εκπαίδευση. Η γνώση -και δη η κατοχή- μουσικού οργάνου - , δεν περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα σπουδών μιας -εγκεκριμένης από το ΥΠΠΟΑ- δραματικής σχολής. Το να συνεκτιμάται η γνώση ενός μουσικού οργάνου σε μια ακρόαση είναι εντελώς διαφορετικό, από το να είναι απαραίτητη η γνώση και η κατοχή του.
Ειδικά στις μέρες που ζούμε, αυτές οι λιγοστές ακροάσεις του Εθνικού Θεάτρου, που σημειωτέον είναι μόνο για τον χορό των παραστάσεων και όχι φυσικά για τους ρόλους τους, θα έπρεπε ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ να έχουν ένα πιο συμπεριληπτικό χαρακτήρα. Όχι περιορίζοντας το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και το σκηνοθετικό «όρμα», φυσικά, αλλά κατοχυρώνοντας και διασφαλίζοντας την αποστολή και τον δημόσιο χαρακτήρα του Εθνικού Θεάτρου, που λειτουργεί με χρήματα των φορολογούμενων πολιτών.
Για να μην γελιόμαστε, είναι μάλλον προφανές πως ο ηλικιακός περιορισμός υποκρύπτει αγωνιώδη προσπάθεια της Διοίκησης του Εθνικού να περιοριστούν τα κόστη της εργασίας των ηθοποιών μέσω πρόσληψης εκείνων που δεν συμπληρώνουν τις "πανάκριβες" τριετίες. Υποθέτουμε πως και αυτός θα είναι λόγος "δημοσίου συμφέροντος"...
Το ΣΕΗ αντιτίθεται σφοδρά σε αυτό το σκεπτικό και δηλώνει πως αυθαίρετοι περιορισμοί που de facto αποκλείουν κατά τα άλλα ικανότατους ηθοποιούς δεν χωρούν. Τη στιγμή, μάλιστα, που το Εθνικό Θέατρο δεν «ανοίγει» συχνά την πόρτα του στους ηθοποιούς, με περισσότερες ακροάσεις και διοργανώνει ΜΟΛΙΣ ΔΥΟ (2)!
Μέσα στο γενικότερο κλίμα ευρείας αλλαγής του θεατρικού τοπίου, που κλονίζεται συθέμελα, είναι επιτέλους η ώρα να μιλήσουμε για ανοιχτές και δίκαιες ακροάσεις για όλες τις παραγωγές του κρατικού φορέα. Οι συνθήκες είναι ώριμες.
Ο κλάδος το απαιτεί, αλλά και η μεγάλη ταλαιπωρία του θεσμού από τις πελατειακές και διαπροσωπικές σχέσεις που το δομούν, το επιβάλλει.