Έφυγε σε ηλικία 85 ετών ο συγγραφέας των επιτυχιών «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά» και «Εκείνος κι εκείνος»
Η κηδεία του θα γίνει την Τρίτη 18/7 ώρα 5μ.μ., από το νεκροταφείο της Κηφισιάς.
Γεννήθηκε στον Πειραιά τον Ιανουάριο του 1932.
Για χρόνια σπούδαζε βιολί, που το διέκοψε όταν άρχισε να τον θέλγει το θέατρο. Σπούδασε νομικά, αλλά λίγο πριν πάρει την άδεια δικηγόρου εγκατέλειψε τη δικηγορία και διορίστηκε ως δημόσιος υπάλληλος μέχρι το 1969, οπότε τον απέλυσε η Χούντα.
Έκτοτε άρχισε ν' ασχολείται αποκλειστικά με την πεζογραφία και τη συγγραφή θεατρικών έργων και σεναρίων τηλεοπτικών παραγωγών πολλά από τα οποία "παίχτηκαν" ή εκδόθηκαν σε βιβλία όπως: "Ω! τι κόσμος μπαμπά", "Ενυδρείο", "Οι φίλοι", "Η κυρία δεν πενθεί", "Το αυτί του Αλέξανδρου", "Σιγά η πατρίδα κοιμάται", "Το μαχαίρι στο κόκαλο", "Άνθρωποι και άλογα", η σατιρική σειρά "Εκείνος και... εκείνος", "Εφημερεύομεν", "Εθνική κωμωδία", "Επικίνδυνο φορτίο", "Βαμμένα κόκκινα μαλλιά", που είχαν μεγάλες επιτυχίες, κ.ά. καθώς και 130 θεατρικά μονόπρακτα.
Σημειώνεται ότι το βιβλίο του "Βαμμένα κόκκινα μαλλιά" που πρωτοκυκλοφόρησε το 1989 έχει μεταφραστεί στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, εβραϊκή και τουρκική γλώσσα. Το δε μυθιστόρημά του "Κλειστόν λόγω μελαγχολίας" έχει μεταφραστεί στην τουρκική. Τελευταίο του βιβλίο ήταν το "Ο πόθος καίει τα σωθικά" (2004).
Ο Κώστας Μουρσελάς ήταν τακτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων και έκτακτο μέλος της Γαλλικής Εταιρίας Θεατρικών Συγγραφέων. Μιλούσε επίσης γαλλικά και κατοικούσε στην Αθήνα.
Η δημοσιογράφος και συγγραφέας Ελένη Γκίκα έγραψε στο Facebook:
«Γλυκός και τρυφερός σαν παιδί. ο καλύτερος φίλος που θα μπορούσες να έχεις. Όταν είδα το όνομά του στο κινητό έκανα σαν τρελή. Ιούλιο φρεσκοχειρουργημένος κι είχαμε πάει στο νησί, μέχρι να φτάσει η Κική του για τις διακοπές. "Κώστα;" φωνάζω με λαχτάρα. "Η Κική είμαι, ο Κώστας έφυγε, πες το όπου μπορείς, δεν αντέχω εγώ, σου τηλεφωνώ επειδή σ' αγαπούσε, επειδή Ιούλιο του είχες σταθεί κι είχατε πάει στο νησί". Ο Μουρσελάς έφυγε! Μάρω, αυτό ήτανε, πάνε κι οι δυο, τώρα θα βρει τον φίλο του και η χαζή παρεξήγηση θα λυθεί. Κύριε Παπακώστα, θυμάστε; ήταν σαν το "σουσάμι άνοιξε", με εκείνον αγαπηθήκαμε τότε στο Κυριακάτικο έθνος εμείς. Και σήμερα να μην υπάρχει καν Έθνος για να τον κλάψω...»