Η θεατρική ομάδα Εκστάν επιχείρησε με μεγάλη επιτυχία, στα αρχαία ελληνικά, την παράσταση της Αντιγόνης σε φυσικό χώρο, μέσα σε ένα μεγάλο κτήμα βιολογικής καλλιέργειας του Θεόδωρου Αρβανίτη στον Μαραθώνα, στις 10, 24 και 25 Σεπτεμβρίου 2016 .
Η προσέλευση των θεατών ήταν αθρόα και η παράσταση με υπέρτιτλους μετάφρασης στα νέα ελληνικά, ανέδειξε τον λόγο του Σοφοκλή, έγινε πλήρως κατανοητό το κείμενο σε όλους , όχι μόνο χάρη στον υπέροχο λόγο του Σοφοκλή, αλλά και στην εξαιρετική υπόδηση.
Το έργο αφορά άμεσα τον σύγχρονο θεατή όχι μόνο «εξαιτίας της βασανιστικής αίσθησης του πράττειν το δίκαιο, ή την άρνηση στον τρόμο και τη βία της εξουσίας, ή το παιχνίδι με το πεπρωμένο» , όπως σωστά επισημαίνει ο σκηνοθέτης στο σημείωμά του, αλλά για όλα αυτά μαζί. Δυστυχώς όλες οι φρικαλεότητες ο ρατσισμός, η βία, παλιότερα ο αποκλεισμός από τη ταφή για παραδειγματισμό, με τα πτώματα πάνω στο Τείχος της Ντροπής στο Βερολίνο, τα πνιγμένα παιδιά στον υγρό τάφο της Μεσογείου, μαζί με τους γονείς τους, η απελπισία, έχει στοιχειώσει την καθημερινότητά μας. Για εμάς ισχύει αυτό που διατυπώνει ο Βολταίρος
“Απαγορεύεται να σκοτώνεις. Γι’ αυτό, όλοι οι δολοφόνοι τιμωρούνται, εκτός αν σκοτώνουν σε μεγάλους αριθμούς και υπό τον ήχο σαλπίγγων.”
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης γράφει στο άρθρο του στο Αντικλείδι «Tο βαρύ προνόμιο της Δύσης»
«Στην ιστορία της Δύσης υπάρχουν αναρίθμητες φρικαλεότητες, τις οποίες η Δύση διέπραξε τόσο εναντίον των άλλων όσο και εναντίον του ίδιου του εαυτού της. Οι φρικαλεότητες όμως δεν αποτελούν προνόμιο της Δύσης. Παντού στον κόσμο υπάρχει συσσώρευση φρίκης, είτε πρόκειται για την Kίνα, την Iνδία, την Aφρική πριν από την αποικιοκρατία, είτε για τους Aζτέκους. H ιστορία της ανθρωπότητας δεν είναι η ιστορία της πάλης των τάξεων. Είναι η ιστορία των φρικαλεοτήτων – αν και όχι μόνον αυτή.» http://antikleidi.com/2012/01/14/castoriadis-pronomio/
Έτσι το έργο αφορά άμεσα τον σύγχρονο θεατή γιατί στην ιστορία της Δύσης, όπως και σε όλες τις άλλες ιστορίες, υπάρχουν θηριωδίες και φρικαλεότητες.
Το πρόβλημα είναι αυτό που επισημαίνει ο Μάνος Χατζιδάκης στο «Όσο μας τρομάζει η μορφή του τέρατος» πως « η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε... γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε.» http://tvxs.gr/news/biblio/oso-mas-tromazei-i-morfi-toy-teratos-manos-xatzidakis
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Το έργο ξεκινά με μια διαλογική σκηνή εξαιρετικής έντασης και μοναδικής αποτελεσματικότητας στη διαγραφή των χαρακτήρων. Μέσα στο μισοσκόταδο, πριν από την ανατολή του ήλιου η Αντιγόνη οδηγεί την αδελφή της Ισμήνη μπροστά στο παλάτι για μια συνομιλία , που δεν πρέπει να την ακούσει κανένας. Από την αρχή μια καλά πληροφορημένη, πυρετικά διεγερμένη Αντιγόνη στέκεται απέναντι σε μια Ισμήνη, η οποία με τον λόγο της αποκαλύπτει την μακαριότητα του ανίδεου.
Οι εξηγήσεις που δίνει η Αντιγόνη τονίζουν έντονα την απανθρωπιά της απαγορευτικής εντολής του Κρέοντα – όχι μόνο στέρηση τάφου, αλλά και βορά για τα αρπακτικά όρνια! – και τελειώνουν με προτροπή για δράση.
Η Αντιγόνη απαιτεί από την αδελφή της να βοηθήσει στη ταφή και η Ισμήνη έντρομη αρνιέται. « γυναιχ΄ότι έφυμεν, ως προς άνδρας ου μαχουμένα» ( 61,62) (Είμαστε γυναίκες, πλασμένες όχι για να παλεύουμε με τους άνδρες.)
Μέσα σε ελάχιστους στίχους κλείνεται ένας ανθρώπινος τύπος.
Και η απάντηση της Αντιγόνης είναι μοναδικό δείγμα διαγραφής χαρακτήρα « Ουτ’ αν κελεύσαιμ΄ ουτ΄αν, ει θέλοις έτι πράσσειν, εμού γ’ αν ηδέως δρώης μέτα.»(69,70) (ακόμα και να ήθελες, θ’ αρνιόμουν τη βοήθειά σου.)
Η Ισμήνη υπόσχεται τουλάχιστον να μην μιλήσει και η Αντιγόνη την αντιμετωπίζει με σκληρότητα (86,87) « Οίμοι, καταύδα ΄ πολλών εχθίων έση σιγώσ’, εάν μη πάσι κηρύξης τάδε.» ( Πήγαινε! Φώναξέ το σε όλους!)
Αυτή η προλογική σκηνή εκφράζει την ετοιμότητα της Αντιγόνης μπροστά στο θάνατο και τη δέσμευσή της με τον κόσμο των νεκρών.
Η πάροδος του χορού των γερόντων της Θήβας αρχίζει κάτω από ήχο σάλπιγγας με θριαμβική κραυγή, που χαρακτηρίζεται από ανοιχτά φωνήεντα, και διατηρεί ως το τέλος το ευφρόσυνο συναίσθημα της νίκης στη λυρική αφήγηση της ήττας των Επτά.
Στο επόμενο επεισόδιο ο Κρέοντας στο τέλος ενός εκτεταμένου λόγου, ανακοινώνει την απαγορευτική διαταγή του σχετικά με την ταφή του Πολυνείκη. Η πολιτεία είναι το παν, στην υπηρεσία της θέτει λόγο και δράση. Εδώ όμως υπάρχει μια ειρωνική νύξη, για την ώρα της εκφοράς της εντολής του αυτή έχει ήδη καταπατηθεί.
Στο μεταξύ εμφανίζεται ένας από τους φύλακες του πτώματος , ένας απλός άνθρωπος, ο οποίος παρουσιάζεται με ρεαλιστικό τρόπο από τον Σοφοκλή και κύριο ενδιαφέρον του είναι αναγγείλει εν μέσω μεγάλης φλυαρίας και πλαστικότητας, ότι η ταφή έχει γίνει, να σώσει το σαρκίο του και να φύγει. Ο Χορός λέει μήπως είναι θεϊκή βούληση, για να απαντήσει ο Κρέοντας « Παύσαι, πριν οργής καμέ μεστώσαι λέγων, μη’ φευρεθής άνους τε και γέρων άμα. Λέγεις γαρ ουκ ανεκτά, δαίμονας λέγων πρόνοιαν ίσχειν τούδε του νεκρού πέρι.» (281-284)(Σίγουρα οι θεοί αποφάσισαν να τιμήσουν εκείνον, που στράφηκε ενάντια στην πατρίδα του). Έπειτα ο Κρέοντας απειλεί τον Φύλακα με τη σκληρότερη τιμωρία, αν δεν ανακαλυφθεί ο ένοχος, ενώ εκείνος παρά τις αλλεπάλληλες απειλές εξακολουθεί να μιλάει και φεύγει ανακουφισμένος που γλύτωσε και δηλώνει ότι δεν θα τον ξαναδούν.
Το χορικό που ακολουθεί αναφέρεται στην παντοδυναμία του ανθρώπου, που έχει δαμάσει τα ζώα, που αντιμετώπισε τις δυνάμεις της φύσης, που έκανε κτήμα του τον έναρθρο λόγο, ωστόσο υπάρχει ένα αμετακίνητο όριο: οι νόμοι της πατρικής γης και οι ένορκη δίκη των θεών. Αυτό αφορά τον Κρέοντα και το σύνολο των ηθικών αξιών που διέπουν τη σύγκρουση ανάμεσα στη θεία βούληση και στο απόλυτο δικαίωμα της κρατικής εξουσίας.
Εν συνεχεία εν μέσω αναπαίστων ο Φύλακας ξαναέρχεται με την Αντιγόνη. Η ηρωίδα έχει συλληφθεί « εν αφροσύνησι.»
Έντεχνα ο Σοφοκλής καθυστερεί την αντιπαράθεση της Αντιγόνης με τον Κρέοντα, τη σύγκρουση δηλαδή δύο κόσμων. Καθώς ο Φύλακας φέρνει την Αντιγόνη, παρεμβάλλεται ένας διάλογος μαζί του και μετά η εξαιρετικά ρεαλιστική του αφήγηση. Όταν πια στρέφεται ενάντια στην Αντιγόνη, εκείνη ομολογεί κοφτά και με περηφάνια « Και φημί δράσαι κουκ απαρνούμαι το μη.» Δηλώνει ότι είναι έτοιμη να πεθάνει(454) «κηρύγμαθ’ ώστ’άγραπτα κασφαλή θεών νόμιμα δυνάσθαι θνητόν όνθ’ υπερδραμείν. (τους άγραφους και απαρασάλευτους νόμους των θεών). Μπροστά σε αυτά τα κηρύγματα του Κρέοντα δεν έχουν καμία ισχύ. «Δηλοί το γέννημ’ ωμόν εξ ωμού πατρός»
Ο Χορός χαρακτηρίζει την Αντιγόνη αλύγιστη θυγατέρα, αλύγιστου πατέρα.(460,470) « Δηλοί το γέννημ’ ωμόν εξ’ ωμού πατρός της παιδός΄είκειν δ’ ουκ επίσταται κακοίς.»
Ο Κρέοντας ξεσπά στην αρχή με μια σειρά μεταφορές, που περιγράφουν την τραυματισμένη του περηφάνια. Τον αναστατώνει πολύ περισσότερο η απροκάλυπτη ομολογία της Αντιγόνης, όχι μόνο σαν άνθρωπο, αλλά και ως άνθρωπος που έχει πληγωθεί στην προσπάθειά του να επιβληθεί. Καθώς βλέπει την ταραχή της Ισμήνης, λέει ότι θα πεθάνει και αυτή μαζί με την αδελφή της.
Η Αντιγόνη απευθύνεται στο χορό λέγοντας ότι κανονικά θα επικροτούσαν την πράξη της, αν δεν φοβόντουσαν και δηλώνει ότι αρνείται το μίσος ενώ δέχεται την αγάπη καθώς έτσι είναι η φύση της. (521) «Ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν.» Ζω για να αγαπώ και ν’ αγαπιέμαι κι όχι για να μισώ.
Η Ισμήνη θέλει να την ακολουθήσει στο θάνατο και η Αντιγόνη την αποκρούει με τραχύτητα . Τα λόγια της δεν δείχνουν έγνοια για την αθώα της αδελφή, αλλά για την πεισματική διεκδίκηση μιας πράξης , που ανήκει αποκλειστικά στην ίδια. Ο Κρέων μιλά για ανάξιες γυναίκες, που δεν θα τις ήθελε για το γιο του. Η Αντιγόνη ξεσπά πικρά : Ω φιλταθ’ Αίμων, ως σ’ ατιμάζει πατήρ.» Πόσο ατιμωτικά μιλά για σένα ο πατέρας σου , αγαπημένε Αίμων !
Ανάπαιστοι του χορού ανακοινώνουν την άφιξη του Άμονα. Ο Κρέοντας συνιστά υπακοή στον πατέρα και στην κρατική εξουσία. (656) «Όστιςδ’ υπερβάς ή νόμους βιάζεται, ή τουπιτάσσειν τοις κρατούσιν εννοεί, ουκ εστ΄επαίνου τούτον εξ’ εμού τυχείν.»
Ο Αίμων του απαντά με σεβασμό, θέλοντας να προφυλάξει τον πατέρα του από ένα λάθος. Η αντιπαράθεσή τους κλιμακωτά κορυφώνεται.
Αρχικά ο Αίμων μιλά για τη μαρτυρία της πόλης όχι μόνο για την αθωότητα αλλά και τη φήμη της Αντιγόνης. Και εδώ ο Κρέοντας του απαντά με εκείνο το « l’état c’ est moi», (736) «Όδ’ παγκάκιστε διά δίκης ιών πατρί»( 738) «Αμαρτάνω γαρ τας εμάς αρχάς σέβων». Μιλά για το ότι σέβεται τα δεσποτικά του αξιώματα, ενώ ο Αίμων τον μέμφεται ότι ποδοπάτησε τον σεβασμό των θεών. Στο τέλος ο Κρέων φτάνει σε έσχατη βαναυσότητα, ενώ ο Αίμων εγκαταλείπει με ορμή τη σκηνή με μια σχεδόν ανοιχτή απειλή ότι θα δώσει τέλος στη ζωή του.
Τρομερά τα λόγια του Κρέοντα που χαρακτηρίζει το γιο του υποχείριο της γυναίκας.( 740)« Ω μιαρόν ήθος και γυναικός ύστερον.» (744) «Ταύτην ποτ’ ουκ εσθ’ως έτι ζώσαν γαμείς.»
Πριν το τρίτο στάσιμο (781-800) που μιλά για την παντοδυναμία του έρωτα, στη συνομιλία του Κρέοντα με τον Κορυφαίο του χορού διακρίνεται μια αμφιβολία του πως ίσως κάνει λάθος.
Υπέροχη η δομή που επιλέγει ο Σοφοκλής για τη τραγωδία του! Αφού ολοκληρωθεί το τέλος της Αντιγόνης, ακολουθεί η κάθοδος του Κρέοντα.
Εμφανίζεται η Αντιγόνη, η οποία με έναν κομμό θρηνεί πικρά για τη μοίρα της, αποκρούει με σαρκασμό τα παρηγορητικά λόγια του χορού και συμφωνεί μαζί του μόνο εκεί μου μιλά για την τραγική μοίρα που βαραίνει τον οίκο των Λαβδακιδών. (869-874) «Άκλαυτος,άφιλος,ανυμέναιος ταλαίφρων άγομαι ταν ετοίμαν οδόν
Ουκέτι μοι τόδε λαμπάδας ιερόν όμμα
Θέμις οράν ταλαίνα
Τον δ’ εμόν πότμον αδάκρυτον ουδείς φίλων στενάζει»
Επισπεύδεται η διαδικασία, η Αντιγόνη για άλλη μια φορά μιλά για το δίκιο της και ενώ ο Κρέων τη στέλνει στο θάνατο εκείνη ψελλίζει τα τελευταία λόγια του θρήνου της « την ευσεβίαν σεβίσασα» ( 935)
Ο Τειρεσίας δηλώνει το απόλυτο κύρος της λειτουργικότητάς του και εκθέτει την αναταραχή που προκάλεσε η πράξη του Κρέοντα στην τάξη των πραγμάτων καθώς και τη δυσαρέσκεια των θεών, που διαπίστωσε στα σημάδια της θυσίας.
Η απάντηση του Κρέοντα δεικνύει τον άνθρωπο που έχει παγιδευτεί στο δίχτυ της παραφροσύνης. Υποψιάζεται προδοσία, συνωμοσίες και φτάνει στο έσχατο όριο της βλασφημίας.
Για να πει ο μάντης ότι τυφλότητα σαν τη δική του δε θεραπεύεται με νουθεσίες.
Στο πέμπτο στάσιμο ο χορός γεμάτος ελπίδα, υψώνει τη χαρμόσυνη κραυγή του προς τον Βάκχο, επικαλείται μάλιστα τον ίδιο το θεό να έρθει λυτρωτής και δωρητής γιορταστικής χαράς.
Δημιουργώντας μεγάλη αντίθεση με αυτό το χορικό, εμφανίζεται στη σκηνή ο Αγγελιαφόρος και η διήγηση των τρομερών γεγονότων γίνεται με επιδεξιότητα και με αργό ρυθμό. Ο Αίμων νεκρός από το ίδιο του το χέρι. Η Αντιγόνη κρεμάστηκε, ο Αίμων σφάχτηκε και έφτυσε αίμα πάνω στο λευκό πρόσωπο της νεκρής. (1202- 1218) « την μεν κρεμαστήν αυχένος κατείδομεν, βρόχω μιτώδει σινδόνος καθημμένην, τον δ’ αμφί μέσση περιπετή προσκείμενον,ευνής αποιμώζοντα της κάτω φθοράν και πατρός έργα και το δύστηνον λέχος. Ο δ’ ως ορά σφε, στυγνόν οιμώξας έσω χωρεί προς αυτόν κανακωκύσας καλεί, Ω τλήμον, οίον έργον είργασαι, τίνα νουν έσχες; Εν τω συμφοράς διεφθάρης; Έξελθε, τέκνον, ικέσιός σε λίσσομαι. Τον δ’αγρίοις όσσοισι παπτήνας ο παις, πτύσας προσώπω κουδέν αντειπών , ξίφους έλκει διπλούς κνώδοντας, εκ δ’ορμωμένου πατρός φυγαίσιν ήμπλακ’ ειθ’ ο δύσμοιρος αυτώ χολωθείς, ώσπερ ειχ΄επενταθείς ήρεισε πλευράς μέσσον έγχος, εις δ’υγρόν αγκών’ ετ’ έμφρων παρθένω προσπτύσσεται.»Την ώρα εκείνη βγαίνει η Ευρυδίκη και ακούει το θάνατο του παιδιού της. Σιωπηλό πρόσωπο, που περνά και μαθαίνοντας το θάνατο του παιδιού της βάζει τέλος στη ζωή της. Δράμα ψυχής και ένοχος ο Κρέων.
Όλοι ακόμα και ο ίδιος ο Κρέων, ο Χορός, η ετοιμοθάνατη Ευρυδίκη με το στόμα του Εξάγγελου, φορτώνουν την ευθύνη σ΄εκείνον που κατηγορεί τον ίδιο του τον εαυτό για τα « Ιώ φρενών δυσφρόνων αμαρτήματα»( 1242 ,τα λάθη του ανόητου νου). Ο σεβασμός απέναντι στους θεούς δεν ανέχεται καμιά παραβίαση. Φοβερά πλήγματα βρίσκουν τους υπερφίαλους και τους συνετίζουν.
Δράμα δύο ανθρώπων. Η Αντιγόνη διέπραξε ύβρη. Υπάρχουν στην ηρωίδα χαρακτηριστικά ενός πείσματος και μια σκληρότητα που δεν αποδοκιμάζει η αττική σωφροσύνη. Ακριβώς εδώ αναγνωρίζεται το τραγικό: η ανόσια πράξη του Κρέοντα, προϋποθέτει μια αντίσταση της πιο σκληρής και ανυποχώρητης ακαμψίας. Πως αλλιώς η Αντιγόνη θα μπορούσε να μαρτυρήσει για τους άγραφους νόμους.
Ο Κρέων σφάλλει. Το να απαγορεύσει να ταφεί ο προδότης στη προγονική γη, ανταποκρίνεται στους ελληνικούς θεσμούς, όμως ο Κρέων προχώρησε μακρύτερα. Αποκλείει τη μεταφορά του πτώματος και βάζει φρουρούς και σκοπεύει να το ρίξει στα όρνια. Γι’ αυτό αποδοκιμάζεται από το γιο του, την πολιτεία και τους θεούς.
Είναι τραγικό πρόσωπο γιατί με την πλάνη του σκορπά γύρω του συμφορά, που μοιραία πλήττει και εκείνον. Διαπράττει βαρύ έγκλημα, όχι από πρόθεση να κάνει κακό, αλλά από νοσηρή παραγνώριση της ιεράρχησης των αξιών.
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Σταματίου εξηγεί στο σημείωμά του στο φύλλο δίκην προγράμματος που διανεμήθηκε στους θεατές της παράστασης ότι «το έργο παίζεται στα αρχαία ελληνικά και η επιλογή ξεκίνησε από θαυμασμό γι΄αυτή τη γλώσσα και για τον πλούτο που κρύβει. Ήθελαν να επανέλθουν στην πρωτότυπη μορφή του μύθου και “ ν’ αγγίξουν” τη συνείδηση των ηρώων μέσα από τη δικιά τους γλώσσα.»
Αυτό ακριβώς ήταν αποκαλυπτικό για την Αντιγόνη, που ενώ την έχουμε δει τόσες φορές, το κείμενο, που ξεδιπλώθηκε πάνω στη σκηνή, καθώς και η υπόκριση των ηθοποιών, μπόρεσε να κάνει πιο έκδηλο τον τραγικό χαρακτήρα των ηρώων, συγκίνησε το αδιέξοδο, η σύγκρουση, η έκβαση, που αν και γνωστή αποκαλύφθηκε με τρόπο αυθεντικό, γιατί δεν τη δέσμευε και δεν τη καθοδηγούσε καμία μετάφραση και κανένα σκηνοθετικό εύρημα εντυπωσιασμού και ερμηνείας ή δυσερμηνείας της τραγωδίας του Σοφοκλή.
Το προοδευτικό στην παράσταση αυτή ήταν ότι τηρήθηκαν όλες οι παράμετροι του αρχαίου δράματος, όπως σπάνια πια παρακολουθούμε.
Αρχικά το κείμενο, μέσα στο φυσικό περιβάλλον και σημαντικό η σκηνοθεσία. Ο σκηνοθέτης μελέτησε πραγματικά το κείμενο, την όρχηση, τα ενδύματα της εποχής και όλα ήταν συντονισμένα.
Η Αντιγόνη, Μαρίτα Βλασσοπούλου, πραγματικά ήταν εξαγριωμένη, υπερέβει τα ανθρώπινα, καταρρακώθηκε από την απόφαση της εξουσίας, αποφάσισε να θυσιαστεί για τους άγραφους νόμους και θρήνησε απαρηγόρητα τη μοίρα της.
Από την αρχή η προσεκτική κίνηση των δύο αδελφών μπροστά στο παλάτι της Θήβας, καθώς κρύβονται, κάθε που βγαίνει ο φρουρός και η ατμόσφαιρα που δημιουργούν με την κίνησή τους, βάζει τις πρώτες γραμμές για το χαρακτήρα της καθεμιάς. Ενώ η Αντιγόνη και στην εξέλιξη του έργου έχει μια κίνηση δυναμική, που καλύπτει όλη τη σκηνή, η Ισμήνη(Χριστίνα Μωρόγιαννη), είναι τόσο δειλή, όσο την θέλει ο ρόλος, με μαζεμένες κινήσεις και ενώ θέλει να σταθεί σαν πραγματική αδελφή στην Αντιγόνη, φοβάται και μόνο θρηνεί τη μοίρα της, μαζί της.
Ο Κρέων, Γιάννης Σταματίου, πλανεμένος από την εξουσία, ένιωθε αυτός κυρίαρχος και νόμιζε ότι θα διαφέντευε τα γήινα και τα θεϊκά. Τιμωρήθηκε, όπως ο βασιλιάς Ληρ. Απειλεί για να βρεθεί ο δράστης της ταφής, φοβερίζει το Φύλακα. Λύγισε στο τέλος και έκλαψε για την Ύβρη και την αδικία που διέπραξε, με τίμημα το χαμό του παιδιού και της γυναίκας του.
Καταρρακωμένος και κατακρημνισμένος στο τέλος θρηνεί απαρηγόρητος, στη μέση αυτός και δεξιά και αριστερά ο Αίμων και η Ευρυδίκη.
Ο Τειρεσίας, Κώστας Λάσκος, εξαιρετικός. Δωρικός στις κινήσεις του, με ωραία εκφορά του λόγου, καθοδηγημένος από ένα παιδί, με τα μάτια του σε ένθεη τυφλότητα, με το κηρύκειο στο χέρι, αρχικά διαλεκτικός με τον Κρέοντα στο τέλος πια θιγμένος από τη θρασύτητά του, αφού προβλέψει την καταστροφή και το θάνατο του παιδιού του αποχωρεί.(1074-1077)
«Ω παι, συ δ΄ημάς άπαγε προς δόμους, ίνα
Τον θυμόν ούτος ες νεωτέρους αφή,
Και γνω τρέφειν την γλώσσαν ησυχωτέραν
Τον νου τ’ αμείνω των φρενών ή νυν φέρει.»
Εσύ, παιδί μου, σύρε με τώρα στο σπίτι μου,
κι ας πάει να ξεθυμάνει αυτός σ’ άλλους νεότερους,
όσο να μάθει ν’ ακονίζει πιο μερωμένη γλώσσα
και να’χει πιο σωστό μυαλό απ’ ό,τι τώρα.
Ο Φύλακας, Γιώργος Φώσκολος, στο σωστό μέτρο, με φόβο λέει τα της ταφής του Πολυνείκη και με ανακούφιση φεύγει σωσμένος. «στέργει γαρ ουδείς άγγελον κακών επών» (279, Κανείς δε συμπαθεί τον αγγελιαφόρο κακών ειδήσεων) «σωθείς οφείλω τοις θεοίς πολλήν χάριν»(333, χρωτώ μεγάλη χάρη στους θεούς, ανέλπιστα κι απίστευτα τη γλίτωσα)
Εξαιρετικοί οι Παναγιώτης Ξανθόπουλος (Αγγελιαφόρος) και Βασίλης Κυριακού (Εξάγγελος) με τιε γλαφυρές διηγήσεις τους. Όταν ο Αγγελιαφόρος διηγείται πως συνελήφθηκε η Αντιγόνη, ο Κρέων παριστάνει τη σκηνή της σύλληψης της Αντιγόνης με ένα δόρυ επί σκηνής. Τρομερή η περιγραφή στον τάφο της Αντιγόνης, με το σφαγιασμένο κορμί του Αίμονα, η ύψιστη τραγική στιγμή, τέλεια δομημένη με λεπτομερή και αργή περιγραφή, έμπνευση για τους μεγάλους τραγικούς Σαίξπηρ και Σίλλερ.
Με αυτό το σκεπτικό νομίζουμε ότι επιλέχθηκε και συλλήφθηκε η παράσταση, που φέρει την βαρύτητα του ελισαβετιανού θεάτρου ή και εκείνη την ατμόσφαιρα του ιαπωνικού θεάτρου και του Κουροσάβα.
Ο Αίμων ( Μάριος Τσαμαντιώτης), είναι στο ύψος του νέου ερωτευμένου και θιγμένος και υποτιμημένος από τον πατέρα του στέκεται στο ύψος , που τον θέλει ο συγγραφέας και ο σκηνοθέτης, κυρίως στη σκηνή της οργής του.
Ο Χορός των γερόντων με Αρχαία Λύρα, τραγούδι και χορό.
Τους κάλεσε ο Κρέοντας, ήρθαν και κάθισαν στην ολομέλεια για να τους διηγηθεί με υπέροχο λόγο τα όσα έχουν συμβεί. Τη στιγμή που αναφέρεται στην τιμωρία του νεκρού Πολυνείκη «εάν δ’ άθαπτον και προς οιωνών δέμας» (206,να τον αφήσουν άθαφτο κορμί ρημάδι, τα σκυλιά να τον ξεσκίσουν και τα όρνια», οι γέροντες κοιτάζονται σαν κάτι να μην είναι σωστό.
Ο Χορός, δωρικός, με σωστά κρατήματα χεριών στο χορό του, με μετρημένη κίνηση, με ωραία ενορχήστρωση με τη Αρχαία Λύρα από το Χρίστο Θεσσαλονικεύ, έδωσε την παρουσία που βοήθησε την εξέλιξη της τραγωδίας και με το χορό του την αποφόρτιση του θεατή.
Υπέροχο το τραγούδισμα του χορού ! «Έρως ανίκατε μάχαν, Έρως, ός εν κτήμασι πίπτεις, ός εν μαλακαίς παρειαίς νεάνιδος εννυχεύεις, φοιτάς δ’υπερπόντιος εν τα’ αγρονόμοις αυλαίς· καί σ’ ούτ” αθανάτων φύξιμος ουδείς ούθ’ αμερίων σέ γ’ανθρώπων, ο δ’ έχων μέμηνεν. Σύ καί δικαίων αδίκους φρένας παρασπάς επί λώβα, σύ καί τόδε νείκος ανδρών ξύναιμον έχεις ταράξας· νικά δ’εναργής βλεφάρων ίμερος ευλέκτρου νύμφας, των μεγάλων πάρεδρος εν αρχαίς θεσμών. Άμαχος γάρ εμπαίζει Θεός, Αφροδίτα. Νυν δ’ ήδη ’γώ καυτός θεσμών έξω φέρομαι τάδ’ ορών, ίσχειν δ’ουκέτι πηγάς δύναμαι δακρύων, τον παγκοίτην όθ’ ορώ θάλαμον τηνδ’ Αντιγόνην ανύτουσαν.»
(775-799)
Έρωτα ανίκητε στη μάχη Έρωτα, ανίκητε σε κάθε μάχη, συ που κυριαρχείς όπου κι αν πατήσεις, συ που ξενυχτάς τα κορίτσια με τα τρυφερά μάγουλα, που δρασκελάς πάν” από θάλασσες και τρυπώνεις στους κήπους, κανείς δε γλυτώνει από “σε, μήτε Θεός μήτε θνητός. Όποιον αγγίξεις, τονε παλαβώνεις. Συ, άνθρωπο φρόνιμον εξωθείς στ” άδικο και στο χαμό, συ π” ανάβεις ταραχή κι αμάχη ανάμεσα σε γιο και πατέρα, νικά πόθος και λαχτάρα για τη γλυκομάτα νύφη, κόντρα σ” όλους τους μεγάλους νόμους. Σαν ατάραχος Θεός τους περιγελάς, ω Αφροδίτη. Ήδη τώρα κι εγώ παρανομώ που δε μπορώ να κρατήσω τα δάκρυα, βλέποντας τη δύστυχη Αντιγόνη να τη σέρνουν άκαιρα στον τάφο που μέσα του μια μέρα όλοι θα μπούμε.
Και πιο κάτω πριν την άφιξη του Τειρεσία, ο Χορός αναλογιζόμενος την μοίρα της Δανάης ψάλλει έναν υπέροχο ψαλμό, θρησκευτικού ύφους.
Στη συνέχεια, όταν πια ο Κρέων υποψιασμένος ότι κάνει λάθος μετά την παρέμβαση του Τειρεσία, ενώ ζητά να ανοίξουν τον τάφο της Αντιγόνης, ο Χορός φέρνει στη σκηνή το αναμμένο τρίποδο, καλεί το Βάκχο να τους σώσει, οι γέροντες πιάνονται με κράτημα χεριών κλασικού χορού, όπως απεικονίζεται στα αγγεία και με τύμπανο ο χορός τους αποκτά ρυθμό και βαρύτητα.
Στο τέλος δίνει το μήνυμα
«Πολλώ το φρονείν ευδαιμονίας πρώτον υπάρχει, χρη δε τα γ’ εις θεούς μηδέν ασεπτείν, μεγάλοι δε λόγοι μεγάλας πληγάς των υπεραύχων αποτείσαντες γήρα το φρονείν εδίδαξαν» (1319-1324).
Μέγα καλό πρώτο της ευτυχίας, η φρόνηση. Κανείς δεν πρέπει ν’ ασεβεί στη θεία τάξη. Λόγια μεγάλα ξιπασιάς με συμφορές μεγάλες πληρώνονται με τον καιρό στα γηρατειά θάρθει και η γνώση.
ΔΙΑΝΟΜΗ
Σκηνοθεσία: Γιάννης Σταματίου
Βοηθός Σκηνοθέτη : Ελένη Καταλιακού
Σκηνικά, κοστούμια : Μπέτυ Ληρίτη
Μουσική: Χρίστος Θεσσαλονικεύς
Ήχος- Φωτισμοί: Παναγιώτης Μαζαράκης
Επιμέλεια νεοελληνικού κειμένου : Αμαλία Μέτζου.
Αντιγόνη: Μαρίτα Βλασσοπούλου
Ισμήνη: Χριστίνα Μωρόγιαννη
Κρέων: Γιάννης Σταματίου
Φύλακας: Γιώργος Φώσκολος
Αίμων: Μάριος Τσαμαντιώτης
Τειρεσίας: Κώστας Λάσκος
Αγγελιαφόρος: Παναγιώτης Ξανθόπουλος
Εξάγγελος: Βασίλης Κυριακού
Χορός: Γιάννης Γιούλης, Αντρέας Σταθογιαννόπουλος , Γιάννης Τριανταφυλόπουλος
Παίζει ζωντανά Αρχαία Λύρα ο Χρίστος Θεσσαλονικεύς
Παιδί που οδηγεί τον Τειρεσία: Σταύρος Μαζαράκης
ΤΟ ΚΤΗΜΑ ΑΡΒΑΝΙΤΗ
Μετά την παράσταση όλοι οι θεατές ήταν καλεσμένοι σε ένα τεράστιο τραπέζι με προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας από το κτήμα, με σαλάτα, ζυμαρικά, σούπα, κρέας, τυριά και καλό κρασί.
Στο κτήμα λειτουργεί και σχολείο εναλλακτικής καλλιέργειας και μελισσοκομίας.
Το κοινό σημείο της ομάδας ΕΚΣΤΑΝ και του Κτήματος είναι η αναζήτηση του αυθεντικού, μακριά από δήθεν καταστάσεις ,παραμορφωτικά φώτα και εντυπωσιακά περιτυλίγματα.
Τα Κτήμα προτείνει μια μορφή αυτοδιαχείρισης της οικοκοινότητας, το ίδιο και η ομάδα ΕΚΣΤΑΝ συμμετέχει σε μια κοινωνία που πλήττεται από την κρίση και επιλέγει μέρη όπως πλατείες και γενικά χώρους ανοικτούς για όλον τον κόσμο, χωρίς πολυτέλειες, χώρους όμως, όπου μπορούν να προάγουν την Τέχνη, την Σκέψη και τον Πολιτισμό.
Με δικό τους πλέον χώρο η ομάδα ΕΚΣΤΑΝ αναζητά την αυθεντικότητα της ζωής και της Τέχνης με πολλούς διαφορετικούς τρόπους : εργαστήρια και σεμινάρια θεάτρου, παντρέματα διαφορετικών μορφών τέχνης με το θέατρο , διαλέξεις και ημερίδες …
Το ίδιο και το Κτήμα Αρβανίτη με Οικογιορτές , Παζάρια , Συμμετοχές σε εκθέσεις και συνέδρια καλεί σε έναν άλλον τρόπο ζωής, πιο ουσιαστικό και με μεγαλύτερη αυτοτέλεια.
Μαρία Μαρή
Θεατρολόγος - Εκπαιδευτικός
Lesky, Albin Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ. Α’, Από τη γέννηση του είδους ως τον Σοφοκλή, μτφ Νίκος Χουρμουζιάδης, Γ’ έκδοση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης ΑΘΗΝΑ, 1997 σσ.323-347
Σοφοκλής Αντιγόνη, μτφ Κ. Γεωργουσόπουλος, Κάκτος, Αθήνα, 1994