Από την θεατρολόγο Μαρινέλλα Φρουζάκη
Ξεκινώντας, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι μιλάμε για ένα μιούζικαλ και παράλληλα μια μαύρη κωμωδία. Σε γενικές γραμμές, δεν περιμένεις από ένα μιούζικαλ, ή μια μαύρη κωμωδία, να σε προβληματίσει ιδιαίτερα. Κι όμως, η Οικογένεια Άνταμς, σου περνάει ένα σημαντικό μήνυμα, μ' έναν ευχάριστο και ανάλαφρο τρόπο. Σου προκαλεί σφίξιμο στην καρδιά, για τον χρόνο που περνάει και χάνεται. Ο χρόνος, όμως, που διαθέσαμε για να παρακολουθήσουμε αυτήν την παράσταση, δεν πήγε καθόλου χαμένος...
Όλη η σκηνοθετική προσέγγιση της κυρίας Μαρσέλλου δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει τα δεδομένα μιας ξένης παραγωγής, με αποκορύφωμα την χαρακτηριστική στιλιζαρισμένη κινησιολογία, την οποία οι ηθοποιοί ερμήνευσαν εξαιρετικά, όπου ξεχώρισε η νεοεμφανιζόμενη Ντέμυ στην σκηνή του χορευτικού της.
Υποκριτικά, ξεκινώντας από τις ερμηνείες, δεν μπορείς παρά μόνο εξαιρετικές να τις χαρακτηρίσεις. Το καδράρισμα των ρόλων έγινε ξεκάθαρα, με κύρος και λιτότητα. Είναι αξιοθαύμαστη η χημεία ανάμεσα σε ολόκληρο τον θίασο, όπως επίσης και τα μέλη του χορού. Πραγματικά, για μια στιγμή πίστεψα ότι είχα μπροστά μου μια πραγματική οικογένεια Άνταμς! Ο Αντώνης Καφετζόπουλος προσέδιδε την προσωπική του πινελιά στον χαρακτήρα, με τις χαρακτηριστικές του κινήσεις και σου έδινε την εντύπωση πως έπαιζε πάντα αυτόν τον ρόλο. Η Μαρία Σολωμού, επίσης αξιοποιούσε πολύ σωστά τον ρόλο της, μολονότι η ερμηνεία της δεν ήταν τόσο ξεχωριστή. Η έκπληξη, όμως, της βραδιάς, ήταν η σπαρταριστή ερμηνεία της Ευαγγελίας Μουμούρη, που σαν μια άλλη Μαίρη Αρώνη στο πλευρό του συντηρητικού και αυστηρού συζύγου, έδωσε ρεσιτάλ ερμηνείας, ως αλαφροϊσκιωτη σύζυγος του Κωνσταντίνου Καζάκου, ο οποίος, με σχετικά μικρό και διακριτικό ρόλο, επίσης ξεδιπλώνει μια ιδιαίτερη πτυχή του χαρακτήρα του στο σημείο της μεταμόρφωσης του ήρωα. Έκπληξη, επίσης, ήταν και οι ερμηνείες τον δευτεραγωνιστών, που πραγματικά έκλεβαν την παράσταση. Η Θέμις Μαρσέλλου ως γιαγιά ήταν απολαυστική, ο Γιώργος Γιαννίμπας τόσο πειστικός που στο τέλος μένεις έκπληκτος από το τραγούδι του, αφού μας έχει πείσει ότι δεν μιλάει. Ο Βασίλης Αξιώτης σου κλέβει τελικά την καρδιά με τον ρομαντισμό και την ευαισθησία του και ο βενιαμίν της οικογένειας σε συγκινεί με την αθώα του αγάπη. Εξαιρετική ήταν η απόδοση των ρόλων, οι σχέσεις μεταξύ τους εξελίσσονταν με μοναδικό τρόπο, προσδίδοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στους χαρακτήρες, οι οποίοι θα μπορούσαν πολύ εύκολα να είχαν πέσει στην παγίδα της «ανάλαφρης» προσέγγισης. Ο συμβολισμός της τελικής παράθεσης των τριών ζευγαριών όπως έχουν εξελιχθεί μου άρεσε ιδιαίτερα δραματουργικά, καθώς επίσης και οι σχέσεις μεταξύ των ζευγαριών, ιδιαίτερα η τρυφερότητα με την οποία παρουσιάστηκε αυτή ανάμεσα στα δύο αδέρφια, αλλά και στο ζευγάρι των γιάπηδων γονιών.
Τα σκηνικά της Μαίρης Τσαγκάρη ήταν ιδανικά, με μια λιτή αισθητική με στοιχεία εξπρεσιονισμού, όπως θα αναμέναμε στην συγκεκριμένη παράσταση. Η σκηνογράφος αρκέστηκε στα απαραίτητα έπιπλα, τα οποία εναλλάσσονταν αρμονικά, σκάλες και πύλες , είτε φυσικά είτε σε βίντεο προβολή. Η σκηνή του ηλεκτροσόκ του μικρού, επίσης ασύλληπτα ρεαλιστική. Εξαιρετική επίσης η σύλληψη του Καρόλου Πορφύρη για τα βίντεο – προβολές στα κάδρα, που εξελίσσονταν στο πίσω μέρος και σου μαγνήτιζαν την προσοχή, με το χαρακτηριστικό βλέμμα του Γιώργου Κωνσταντίνου, την Άννα Παναγιωτοπούλου ως μακάβρια Μαντάμ Σουσού, και την Σοφία Βογιατζάκη, αντίστοιχα, να αλληλεπιδρά «ειρωνικά» με την Ευαγγελία Μουμούρη, όπως επίσης και η τελική σκηνή στο φεγγάρι που παρέπεμπε στο «Ταξίδι στη σελήνη» του George Melies. (https://www.youtube.com/watch?v=u2WXZwiuRus )
Οι χορογραφίες της Άννας Αθανασιάδη ήταν εντυπωσιακές. Κάθε ήρωας είχε την δική του μοναδική χορογραφία σε κάθε στιγμή του έργου, η οποία του ταίριαζε γάντι και όλοι μαζί σαν σύνολο έκλεβαν την παράσταση, ιδίως με την χαρακτηριστική μουσική και χορογραφία στο ξεκίνημα και το φινάλε του έργου. Η ενορχήστρωση από τον Ηλία Καλούδη επίσης εξαιρετική, δεν θα μπορούσε να αποδοθεί με ηχογράφηση, η οποία έδενε μοναδικά με τις έξοχες φωνητικές ερμηνείες όλων των ηθοποιών. Θα ξεχωρίσω αυτή του μικρού Κόνα Έντμοντ, η οποία με εξέπληξε ευχάριστα! Η απόδοση των κειμένων και των στίχων από την σκηνοθέτη, Θέμιδα Μαρσέλλου, «κέντησε» με μοναδικό τρόπο επάνω στο αυθεντικό κείμενο, κάτι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί στα ελληνικά. Κατάφερε να μεταφέρει το έργο στο σήμερα και στα ελληνικά δεδομένα, με μια ευφάνταστη δόση μαύρου χιούμορ, κάνοντας το έργο κάτι πολύ περισσότερο από ένα αστείο δείπνο μεταξύ δύο οικογενειών που πρόκειται να συμπεθεριάσουν, αποφεύγοντας την παρωδία και τα «κλισέ», συνήθως χοντροκομμένα, σατιρικά αστεία.
Τα κοστούμια της Παναγιώτας Κοκκορού ήταν πολύ προσεγμένα, το εφέ του blacklight με τα λευκά κοστούμια του χορού ήταν εξαιρετικό. Χαρακτηριστική επίσης και η χρήση του χρυσού στο τέλος, με το συμβολισμό του ηλιακού αυτού χρώματος, την καταληκτική στιγμή της «αποκάλυψης» και ολοκλήρωσης του έργου. Τέλος, οι φωτισμοί Λευτέρη Παυλόπουλου τόνιζαν κάθε στιγμή ακριβώς με τον τρόπο που έπρεπε.
Εν κατακλείδι, όσοι δεν καταφέρατε να το παρακολουθήσετε την πρώτη χρονιά, μην το χάσετε. Δεν μπορώ να θυμηθώ πότε ήταν η τελευταία φορά που παρακολούθησα παράσταση με ένα διαρκές χαμόγελο στα χείλη, και το κοινό να χειροκροτεί σχεδόν σε ΚΑΘΕ μα κάθε σκηνή, και στο τέλος να είμαστε όλοι όρθιοι… αυτός θα ήταν θεωρώ ο ορισμός της απόλυτης ψυχαγωγίας.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ
ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΕΓΩ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΘΕΑΤΡΟΛΟΓΟΥ, ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ !
Εξαιρετική παράσταση, δεν θα μπορούσε κάποιος να περιγράψει με μεγαλύτερη πληρότητα αυτό που είδα. Θα έλεγα όμως οτι η ερμηνεία της Σολωμού ήταν πολύ μέτρια και προσωπικά ο Καφετζόπουλος υπερβάλει ελαφρά.