Από τον Κωνσταντίνο Πλατή
Τα έργα του Τενεσί Ουίλιαμς είναι από αυτά που πάντα συγκεντρώνουν τα βλέμματα του κοινού, καθώς μέσα τους μπορείς να βρεις πλούσια ηθογραφικά στοιχεία, περιγραφές χαρακτήρων εις βάθος, αλλά ακόμα και τον ίδιο σου τον εαυτό, αφού τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται, πέρα από την εμμονική αναφορά σε ζητήματα όπως η ομοφυλοφιλία, είναι αυτά που μας αφορούν όλους διαχρονικά.
Αυτά σίγουρα είναι και κάποια από τα στοιχεία που κέντρισαν το ενδιαφέρον του ταλαντούχου νέου σκηνοθέτη Νικορέστη Χανιωτάκη και αποφάσισε να αναλάβει το δύσκολο εγχείρημα της μετάφρασης και της σκηνοθεσίας στη «Λυσσασμένη γάτα», ένα έργο που δεν έχει πολυπαιχτεί στην Ελλάδα σε σχέση με άλλα έργα του Τένεσι Ουίλιαμς.
Δεν κατέφυγε όμως σε ασφαλείς επιλογές, αφού ο χώρος τον οποίο επέλεξε –το θέατρο Θησείον- δεν είναι ίσως αυτό που θα είχε στο μυαλό του ως πρώτη επιλογή για αυτό το έργο ένας σκηνοθέτης. Η έλλειψη βάθους όμως αντισταθμίζεται με την άμεση επαφή που έχει το κοινό με τους ηθοποιούς και εν τέλει η διαρρύθμιση και διάκριση των χώρων του έργου δεν λειτουργούν αρνητικά στην παράσταση.
Η Μαρία Κίτσου ήταν συγκλονιστική και με την ερμηνεία της ανέδειξε στοιχεία και χαρακτηριστικά του ρόλου της, που συναντάς μόνο σε χαρακτήρες αρχαίας τραγωδίας.
Ο Νικήτας Τσακίρογλου ερμηνεύει με συγκινητικό δυναμισμό το ρόλο του αλλά και με τρυφερότητα που δεν αφήνει κανένα ασυγκίνητο στις σκηνές με το υιό του.
Ο Ορέστης Τζιόβας ήταν ο χαρακτηριστικός ρόλος-παρουσία του συγγραφέα που υπάρχει σε πολλά έργα του. Κατάφερε να σωματοποιήσει απόλυτα τα χαρακτηριστικά του και μαζί με τη Μαρία Κίτσου, αλλά και τον «πατέρα» του Νικήτα Τσακίρογλου διαμόρφωσαν το πλαίσιο πάνω στο οποίο στηρίχτηκαν οι υπόλοιπες ερμηνείες.
Η Μπέτυ Αποστόλου κατάφερε να ανταπεξέλθει σε ένα χαρακτηριστικό ρόλο «καρικατούρα» του έργου με πολλές εντάσεις, χωρίς να πέσει στην παγίδα της υπερβολής.
Η Ελένη Κρίτα και ο Γεράσιμος Σκαφίδας επίσης στους χαρακτηριστικούς ρόλους της μητέρας που θέλει να έχει τον έλεγχο του σπιτιού και του συμφεροντολόγου υιού αντίστοιχα, δίνουν ένα κωμικό στοιχείο, απαραίτητο στην παράσταση.
Απολαυστικοί ήταν και οι μικρότεροι ρόλοι, καίριας όμως σημασίας, όπως της Μαρίας Νίκα ως μικρή κόρη και υπηρέτρια, του Δημήτρη Σταματελόπουλου ως μικρός υιός και αιδεσιμότατος και του Δημήτρη Ραφαέλου ως γιατρός.
Οι φωτισμοί από την Χριστίνα Θανάσουλα έδωσαν θερμοκρασία στην σκηνή και βοήθησαν στη διάκριση των χώρων.
Η Βασιλική Σύρμα επιμελήθηκε τα κουστούμια της παράστασης, τα οποία ήταν απόλυτα ταιριαστά στο ύφος της αστικής τάξης, στην οποία ανήκει η οικογένεια του μεγαλοκτηματία "Μπιγκ Ντάντι".
Η ατμοσφαιρική μουσική του Γιώργου Σιτώτη συνοδεύει με δραματικό τόνο τις σκηνές του έργου, χωρίς να γίνεται μελό.
Συμπερασματικά πρόκειται για μία καλοκουρδισμένη παράσταση με εξαιρετικές, στο σύνολο τους, ερμηνείες, που δίνει την ευκαιρία στο σκηνοθέτη Νικορέστη Χανιωτάκη να ξεχωρίσει μέσα σε μια ακόμη χρονιά με πληθώρα παραστάσεων.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ