Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Πρόκειται για μια devised παράσταση (Θέατρο της Επινόησης) με κεντρικό άξονα τη μνήμη από τη θεατρική ομάδα Παπαλάνγκι η οποία λειτουργεί από το 2011 με συντονιστή τον Τάσο Αγγελόπουλο και αποτελείται από αποφοίτους της Δραματικής Σχολής του Κ.Θ.Β.Ε. και του Τμήματος Θεάτρου Α.Π.Θ. και. Στα χρόνια λειτουργίας της, η ομάδα έχει συνεργαστεί με ιστορικά σχήματα, όπως η Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» στη Θεσσαλονίκη και το «Θέατρο Πόρτα» στην Αθήνα, ενώ δραστηριότητές της έχουν φιλοξενηθεί από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, το θέατρο «Black Box» (στη Θεσσαλονίκη) και το θέατρο «Φούρνος» (στην Αθήνα).
Τέσσερις ελέφαντες, ζώα πανέξυπνα και συναισθηματικά, με πολύ καλή μνήμη, που τα βοηθά κυρίως στον προσανατολισμό τους, διανύουν την τελική τους διαδρομή προς το θάνατο, αφήνοντας ο καθένας πίσω του ό, τι θυμάται από τη δική του ιστορία. Τους διακατέχει όλους μια τεράστια ανασφάλεια μήπως ξεχάσουν τα γεγονότα της ζωής τους. Αναμνήσεις ζωτικές, που όσο τις ανακαλούν οι ίδιοι, μα και οι γύρω τους, σημαίνει ότι είναι ακόμα ζωντανοί. Ο ένας λέει την ιστορία του στον άλλο, ενώ κάποιος από αυτούς αναλαμβάνει το βαρύ καθήκον μην ξεχάσει. Πώς θυμόμαστε ό, τι μας συμβαίνει; Τι συγκρατεί κανείς από την ίδια εμπειρία που βιώνει και μοιράζεται με κάποιον άλλον; Κάτι που παρατηρείται όχι μόνο στα ζευγάρια των ελεφάντων, μα και στα ζευγάρια των ανθρώπων. Η τελετουργική επανάληψη των ίδιων πραγμάτων λειτουργεί σαν μηχανισμός άμυνας. Άλλες φορές πάλι κάποιος επιλέγει να ξεχνά, κι ο άλλος είτε επαναλαμβάνει, είτε καταλαβαίνει το αδιέξοδο και αποχωρεί. Η επανάληψη μπορεί να είναι πάλι μια προσπάθεια να συνειδητοποιήσει το ίδιο το άτομο το μέγεθος ενός προβλήματος και να το επιλύσει εσωτερικά. Η επανάληψη μπορεί να είναι και μια κραυγή απελπισίας, που αν δεν εισακουστεί, απλά χάνεται και οδηγεί στη λήθη και οπωσδήποτε στο θάνατο αν όχι του ατόμου, οπωσδήποτε μιας σχέσης.
Σε ένα σκηνικό με υφάσματα που κρέμονται και δημιουργούν λαβυρινθώδεις διαδρομές, οι ελέφαντες κυκλοφορούν με αργή κίνηση, ανταλλάσσουν βλέμματα με ηρεμία και με μια κίνηση των χεριών που υπαινίσσεται την προβοσκίδα δείχνουν την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθούν. Με αργή και συντονισμένη κίνηση, με μετρημένα βήματα, οδηγούνται προς το θάνατο, προσπαθώντας να νικήσουν τη λήθη.
Κι αν φτάνοντας στο τέλος έχεις ξεχάσει τα πάντα, ποιος μένει πίσω για να σε θυμάται;
Φαίνεται να έχουν αυτοεπίγνωση και δείχνουν ενσυναίσθηση για τα ετοιμοθάνατα ή νεκρά άτομα του είδους τους. Έχουν μια συνεχή ανασφάλεια για το αν «έφτασαν» οπότε στην ερώτηση του ενός οι άλλοι απαντούν όχι, γιατί μέχρι το τέλος θέλουν ν’αποφύγουν το θάνατο.
Επαναλαμβανόμενο μοτίβο τους είναι το ακόλουθο: «Ο ελέφαντας θυμάται. Ο ελέφαντας ξέρει πότε ήρθε η ώρα να πεθάνει και γι’ αυτό πηγαίνει αυτός να συναντήσει το θάνατο, πριν ο θάνατος προλάβει να τον συναντήσει. Όταν ο ελέφαντας σταματήσει να θυμάται, θυμάται μόνο ένα πράγμα. Την διαδρομή προς το θάνατο. Πρέπει να την εκτελέσει, πριν την ξεχάσει κι αυτήν. Αλλιώς θα τον προλάβει ο θάνατος. Οι υπόλοιποι ελέφαντες θυμούνται τον ελέφαντα που ξέχασε. Κι αν θυμούνται οι υπόλοιποι ελέφαντες, σημαίνει πως είναι ακόμη ελέφαντας.»
Συνάπτουν σχέσεις , αγκαλιάζουν και χαιρετάνε ο ένας τον άλλο πλέκοντας τις προβοσκίδες τους. Σαν άνθρωποι πλέκουν σχέσεις ζωής, στις οποίες μένουν πιστοί. « Φοβήθηκα μήπως ξεχάσω» λέει ο ένας και ο άλλος τον στηρίζει: «θα σου ξαναξεχάσω αυτό που θυμήθηκες» και ο άλλος τον διορθώνει εννοείς « θα σου ξαναθυμίσω αυτό που ξέχασες».
Προτιμούν να βρίσκονται σε ομάδες και να κοινωνικοποιούνται. « Δεν είναι καλύτερα να είμαστε όλοι μαζί παρά μόνος σου;» Ο ένας είναι η δικλείδα ασφαλείας για τον άλλο. Ο ένας υπενθυμίζει στον άλλο, οι απαντήσεις μοιάζουν πολύ γνώριμες. Σχετικά με μια ιστορία που ένας τους ξέχασε κάτι απ’ αυτήν δηλώνει ότι μπορεί να έγινε κάτι τέτοιο γιατί αυτή η ιστορία δεν του άρεσε. Ο ένας γίνεται ο άλλος. Ταυτίζονται γιατί έτσι μόνο θα μπορέσουν να φτάσουν αργότερα στο θάνατο. Ο ένας ξεχνά και θυμίζει άνθρωπο που πάσχει από άνοια. Ο άλλος προσπαθεί με ασκήσεις να ενεργοποιήσει τη μνήμη του, κάτι σαν εργοθεραπεία. Όταν αυτό αποτυγχάνει είναι η ώρα του τέλους. Τα παιχνίδια του μυαλού και η μνήμη είναι οι άξονες της ζωής. Μόλις αυτοί εξασθενίσουν, τελειώνει και η ζωή. Όταν κάποιος μένει μόνος κυριεύεται από φόβο και επειδή η μνήμη είναι προσωπική και συλλογική αναζητά παρέα για να ξεπεράσει το φόβο του και να αποδεχθεί πιο ήρεμα το τέλος του.
Το ενδιαφέρον στην παράσταση πέρα από το θέμα της μνήμης και τις διαστάσεις που αυτό έχει, είναι η κίνηση, που συντόνισε η Ηλέκτρα Καρτάνου και η υποκριτική των ηθοποιών (Παντελή Βασιλόπουλου, Μαρίας Κωνσταντά, Άγγελου – Προκόπιου Νεράντζη και Έλλης Σαρρή) στο ρόλο των ελεφάντων, μαζί με την έξυπνη σκηνοθεσία του Χρήστου Τσαβλίδη σε ένα μικρό χώρο με διάφορες διαδρομές, χωρίς εναλλαγές σκηνικού, τα ωραία κοστούμια και σκηνικά της Πέννυ Γεωργίου και την ενδιαφέρουσα μουσική του Δήμου Βρύζα.