Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Είδαμε τον Φάκελο Βανκάου στις 5 & 6 Αυγούστου στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου. Ένα έργο του Ηλία Μαγκλίνη εμπνευσμένο από την «Άλκηστη» του Ευριπίδη σε μια λειτουργική σκηνοθεσία του Σύλλα Τζουμέρκα αν και το ίδιο το έργο ήταν ιδιαίτερα κουραστικό. Το έργο εντάσσεται στον Κύκλο Contemporary Ancients, αναθέσεις από το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου για νέα έργα βασισμένα στα αρχαία δράματα.
Το μέγιστο θέμα της νεκρανάστασης απασχολεί τον Ηλία Μαγκλίνη στο έργο του Φάκελος Βανκάου. Μέχρι σήμερα έχουν γραφτεί ένα σωρό σενάρια επιστημονικής φαντασίας με κεντρικό θέμα την πιθανότητα της επιστροφής των νεκρών: ένας βαθύς και πανάρχαιος φόβος της ανθρωπότητας ή - εν πάση περιπτώσει- των πολιτισμών που προτιμούν την ταφή από την καύση. Τι θα γινόταν αν μία μέρα οι νεκροί έβγαιναν απ' τα μνήματα; Πόσο προσκολλημένοι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι, στον δυτικό κόσμο τουλάχιστον, στην μορφή του νεκρού, στην φιγούρα του, που την ονειρεύονται, που την αποζητούν και που και οι ίδιοι είναι βέβαιοι ότι θα επανέλθουν με την πρώτη τους εκείνη εικόνα που θυμούνται και αγαπούν;
Η περίπτωση Βάνκαου (Wahncau) αφορά μια γυναίκα που βρέθηκε νεκρή σε όρθια στάση. Η συνήθης μεταθανάτια μυϊκή παράλυση αποκαταστάθηκε από μια σπάνια, ακαριαία πτωματική ακαμψία σε όρθια θέση. Επειδή έχουμε συνηθίσει τους νεκρούς οριζοντιωμένους-παραιτημένους από κάθε δικαίωμα και παρουσία, αυτή η γυναίκα μοιάζει να μας απειλεί. Ή να μας υπόσχεται κάποιο θαύμα. Είναι πάντως όρθια και μας κοιτάζει, σαν την Άλκηστη που «έχει και δεν έχει ξανάρθει, είναι και δεν είναι η γνώριμη Άλκηστη, είναι και δεν είναι ακριβώς ζωντανή ή πεθαμένη. Και στον Ευριπίδη, αλλά και εδώ η Μητέρα, η μεγάλη αυτή υψίφωνος κυκλοφορεί στη μνήμη των δικών της ανθρώπων.
Εκείνοι, κυρίως ο γιος της έχει ανάγκη να της ζητήσει τον λόγο για όλα όσα του έκανε, για όλα όσα του χρέωνε από παιδί και επιτέλους να βρει τη δύναμη να την αφήσει και να φύγει, να ξεφορτωθεί το πένθος του για εκείνη.
Έτσι σαν θρίλερ είδε το έργο και την παράσταση ο σκηνοθέτης της και άρχισε με μια αρκετά παρατεταμένη μουσική θρίλερ των Μάκη Κεντεποζίδη a.k.a. Quetempo, που διήρκησε περισσότερο από όσα θα περιμέναμε για εισαγωγή και εννοείται ότι κάπως κούρασε και ξένισε τους θεατές. Υπενθυμίζω ότι πρόκειται πάντα για θεατρικό έργο και όχι για ταινία.
Ο Στέφανος Μουαγκιέ ( το Στέλεχος) κάνει προβολή ενός ταξιδιού στο μέλλον στο 2323, σε έναν δυστοτικό κόσμο, όπου το περιβάλλον και τα πάντα θα έχουν καταστραφεί. Θα υπάρχει όμως το ενδεχόμενο να ξαναζούν μεταθανάτια οι άνθρωποι, γεγονός βέβαια που θα άλλαζε εξ’ ολοκλήρου τις συμπεριφορές τους και ίσως να τους ωθούσε σε μεγαλύτερα εγκλήματα.
Ο Σύλλας Τζουμέρκας επεδίωξε στο «Φάκελο Βάνκαου» «δοκιμές ανάστασης» της αποσυρμένης καρκινοπαθούς υψιφώνου και δασκάλας μουσικής- Άλκηστης (Άννα Τσακουρίδου ). Μια γυναίκα που πεθαίνει και η Σύμβουλος την οδηγεί ήπια και συγκαταβατικά στο θάνατο, ενώ παράλληλα στηρίζει με κάθε τρόπο τα μέλη της οικογένειάς της για να αποδεχτούν την απώλεια, ή να αποφασίσουν αν θα τη θέλουν νεκραναστημένη. Ο σύζυγός της (Νικόλας Παπαγιάννης), σαν ένας άλλος Άδμητος, είναι αποσυρμένος αρχιμουσικός και τρομερά συντετριμμένος, αν και εύρισκε πάντοτε κάποιες μαθήτριες να σβήσει το αδιοχέτευτο ερωτικό του πάθος. Ένιωθε ωστόσο τον γιο τους από την αρχή σαν ένα πρόσωπο που παρείσφρησε ανάμεσά τους. Ο Γιος (Βασίλης Κανάκης), αρχαιολόγος στο επάγγελμα, και αυτός ξεθάβει όχι μόνο από τη γη αλλά και από τις αναμνήσεις του, πρόκειται να γίνει πατέρας και βρίσκεται εκεί μαζί με την έγκυο σύντροφό του (Nίκη Παπανδρέου) μαθήτρια της μητέρας του. Σε κάθε τομέα της ζωής του, ακόμα και σε αυτόν τον προσωπικό, τον καθόρισε η μητέρα του. Η κοπέλα του πάλι, της είναι ευγνώμων καταρχάς γιατί την κατηύθυνε μουσικά και έπειτα γιατί μέσα από εκείνη γνώρισε τον γιο της που θα γίνει πατέρας του παιδιού της. Όλοι ενέχονται σε ένα παιχνίδι με πολλά ενοχικά και σκοτεινά αδιευκρίνιστα στοιχεία.
Η Διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Undo (Μαρία Φιλίνη), ειδικεύεται σε συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, και μαζί της το ανώτατο στέλεχός της εταιρείας (Στέφανος Μουαγκιέ). Οι δυο τελευταίοι εισάγουν το θέμα και το θέαμα του θανάτου επί σκηνής. Εξαιρετική η Μαρία Φιλίνη ξεχώρισε με την παρουσία της, την ερμηνεία της, τον ευθύ της λόγο και την απελευθερωτική της κίνηση για να απελευθερώσει τον εγκλωβισμένο γιο από τα μητρικά πνιγηρά δεσμά, από ένα ενοχικό και χειριστικό βέβαια οιδιπόδειο, που δεν του επέτρεπε να συνεχίσει τη ζωή του. Ενημερώνει σαφώς ότι ποτέ ένας άνθρωπος που καλείται να επιστρέψει στη ζωή δεν είναι ίδιος. Πάντα κάτι αφήνει πίσω εκεί που ήταν.
Όλοι περιστρέφονται γύρω από το πρόσωπο μιας νεκρής (Άννα Τσακουρίδου), ένας αιθέρας, που πρέπει να ενταχθεί στον κατάλληλο χώρο για εκείνη και για αυτούς γύρω της. Πρέπει να συνταχθεί ο αντίστοιχος φάκελος Βανκάου για εκείνη για να μπορεί να γίνει η τελική επαναφορά της στη ζωή αν τελικά τη θελήσουν και την αποφασίσουν.
Ο Σύλλας Τσουμέρκας, κινηματογραφιστής έχει αποδείξει πώς μπορεί να μπλέκει σινεμά, installation, και τηλεοπτικά τεχνάσματα σ’ ένα θεατρικό περιβάλλον και δίνει την προσωπική του σφραγίδα στην παράσταση που είδαμε στη Μικρή Επίδαυρο με πρωταγωνιστές τους Βασίλη Κανάκη ( ο Γιος), Στέφανο Μουαγκιέ ( το Στέλεχος), Νικόλα Παπαγιάννη ( ο Πατέρας), Νίκη Παπανδρέου( η Κοπέλα), Άννα Τσακουρίδου ( η Μητέρα) και η Μαρία Φιλίνη ( η Σύμβουλος). Απευθύνθηκε δε σε όλες τις αισθήσεις .
Τα δυνατότερα σημεία σε αυτό το δύσκολο, άκρως ψυχαναλυτικό έργο ήταν η άρτια σκηνοθεσία και η απόλαυση του αιθέριου ελαίου μανταρινιού που διασκέδασε την όσφρησή μας, στοιχείο κομβικό για το έργο, ευχαρίστηση της Κοπέλας να το κατασκευάζει και της Μητέρας να απολαμβάνει την παρασκευή του. Ο θρήνος της Διδούς του Περσέλ, που αναφέρεται σαν leitmotiv στο έργο θα κλείσει αυτή την παράσταση για κάθε θαμμένη ζωή και κάθε εκβιασμένη και τελικά ανεπιτυχή ανάσταση.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ