Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Η θεατρική πράξη για τη συγκεκριμένη τριλογία του Θανάση Τριαρίδη, Leopold, Football και HIV ξεκινά χαλαρά με τον ένα ηθοποιό, εν προκειμένω τη Βασιλική Κυπραίου, να εισέρχεται χαλαρά στην σκηνή, καλωσορίζοντας τους θεατές που μπήκαν στον κόπο να έρθουν τιμώντας με την παρουσία τους τους συντελεστές της παράστασης. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο είδος θεάτρου, ενός ξεχωριστού συγγραφέα, αυτό που ονομάζουμε Theater in your face. Αμέσως μετά σταδιακά εντάσσει τους θεατές στον προβληματισμό που θέτει το έργο, με πρόθεση να γίνουν, κατά τη συνήθη πρακτική του Τριαρίδη, μέτοχοι μιας συλλογικής ευθύνης. Βαθμιαία ο θεατής αναγκάζεται να αντικρίσει το απωθημένο υπέδαφος μιας υποκριτικής κι εντέλει κτηνώδους συμπεριφοράς, εν προκειμένω το νοσηρό υπόβαθρο της διαπόμπευση αδύναμων ανθρώπων που σήκωσαν το βάρος της ενοχής ενός κοινωνικού συνόλου λειτουργώντας σαν αποδιοπομπαίος τράγος φορτωμένος με τις ανομίες και τη διαστροφή των άλλων.
Το 2012, δεκάδες οροθετικές γυναίκες συνελήφθησαν, υπέστησαν εξαναγκαστικούς ελέγχους για ΗΙV, προφυλακίστηκαν για κακούργημα, και τελικά διαπομπεύθηκαν, όταν οι φωτογραφίες και τα προσωπικά τους δεδομένα δημοσιοποιήθηκαν στα ΜΜΕ. Γυναίκες θύματα του trafficking, των βασανισμών, επαγγελματίες, που καθώς βρίσκονταν σε ανάγκη, ικανοποιούσαν τις αρρωστημένες ορέξεις των «αθώων» και «καλοπληρωτών» πελατών τους, με τις ίδιες να είναι θύματα ξυλοδαρμού και εκβιασμού.
Ο Θανάσης Τριαρίδης και η σκηνοθέτης Έλενα Σωκράτους με τον θεατρικό αυτό μονόλογο HIV θίγουν την πολύκροτη αυτή υπόθεση με την επινοημένη ιστορία της Επίφανι Γκούντμαν, μίας Νιγηριανής πόρνης που συμπυκνώνει πολλές ιστορίες αντίστοιχων γυναικών και η οποία, σύμφωνα με το έργο, αυτοκτόνησε το 2013 στο Κατάστημα Προσωρινής Κράτησης, όπως ωραιοποιημένα συνηθίζεται να αποκαλείται η φυλακή. Η διαπόμπευση της αλλά και όλων των υπολοίπων, έγινε με την προσχηματική επίκληση λόγων Δημόσιας Υγείας, χωρίς όμως να αποκαλυφθεί αντίστοιχα και η ταυτότητα των «πελατών» τους για να προφυλαχθούν. Προπηλάκισαν τα δυστυχισμένα αυτά κορίτσια, όλα τοξικομανή, με χαρακωμένα χέρια, εξυπηρετώντας ψηφοθηρικές σκοπιμότητες.
O θάνατός της Επίφανι, ο εξευτελισμός και η κακομεταχείριση, η ελεεινή συμπεριφορά προς αυτές τις αδύναμες γυναίκες είναι ευθύνη του «πολιτισμένου κόσμου», του κόσμου αυτού, που ικανοποιεί τις διαστροφές του και εκμεταλλεύεται ανθρώπους που βρίσκονται σε τέτοια άθλια κατάσταση και δεν μπορούν να προβάλλουν αντίσταση. Το ύφος της ηθοποιού μεταβάλλεται, καθώς εισχωρεί διαδοχικά σε κάθε κατάσταση της ηρωίδας.
Υποφέρει μαζί της και παράλληλα τη διαπερνούν οι ενοχές όλων μας. Μας ενημερώνει ότι θα προσπαθήσει να μιλήσει για λογαριασμό της, για λογαριασμό αυτής της έγχρωμης πόρνης. Εξηγεί ότι δεν αποτελεί εμπόδιο το ότι η ηθοποιός είναι λευκή γιατί απλά το σύγχρονο θέατρο δεν είναι ρεαλιστικό. Βέβαια μέχρι το τέλος και με τα μαύρα ρούχα που φορά, αλλά κυρίως με τη συμπεριφορά και την κίνηση, μεταλλάσσεται σε μαύρη πόρνη. « Όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι γιατί έχουμε την ίδια καρδιά.» και συνεχίζει με ανακριτικό ύφος «υπάρχει κάποιος εδώ μέσα που νομίζει ότι η καρδιά ενός μαύρου είναι κατώτερη από ενός λευκού; Να το πείτε και να πάρετε μιαν ευθύνη, αλλά κι αν δεν το πείτε πάλι θα πάρετε ευθύνη». Με εμφανή ειρωνεία επισημαίνει ότι στο χώρο αυτό φαίνεται να μην έχει χώρο ο ρατσισμός, μιας και ο ρατσισμός χαρακτηρίζει τους φασίστες. Όμως την Επίφανι, την πήραν και την πέταξαν σε ένα αμπάρι γιατί ήταν φτωχή και μαύρη. Δεν γεννήθηκε εδώ, αλλά στη Νιγηρία, στην δυστυχία της υποσαχάριας Αφρικής. Την βίασαν, την έκαιγαν με το σίδερο, την είχαν δεμένη με χειροπέδες και «έπαιρνε» δώδεκα πελάτες την ημέρα, δώδεκα «δικούς μας», λευκούς. Κάθε τόσο σκεφτόταν τη μητέρα της και ένα τραγούδι που της τη θύμιζε και μοιάζει με κάποιο του Αττίκ. Καθαρίζει ένα μήλο με τέτοιο τρόπο, όπως κομματιάζεται η ζωή της Επίφανι.
Το έργο ξεκαθαρίζει ότι το trafficking προϋποθέτει συνθήκες σκλαβιάς. Υπάρχει ένα ολόκληρος μηχανισμός εκπόρνευσης, που υπόσχεται ωραία ζωή και μετά αρχίζουν οι απειλές ότι θα σκοτώσουν μέλη της οικογένειας τους πίσω στην πατρίδα και το τρομερό είναι ότι το κάνουν κιόλας με αποτέλεσμα οι κοπέλες να υποκύπτουν σε όλους τους εκβιασμούς. Όλα αυτά ικανοποιούν την ηδονιστική μηχανή του δυτικού, «εξελιγμένου» κόσμου. Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις, φορείς για τα δικαιώματα των γυναικών αντέδρασαν, όμως μετά η υπόθεση έδειχνε να ξεχνιέται. Όμως αν 37.000.000 γυναίκες βρίσκονται σε σεξουαλική σκλαβιά το πελατολόγιο τους θα πρέπει να υπολογίζεται επί 10.
Η παράσταση στο Faust συγκλόνισε. Η ερμηνεία της ηθοποιού καθηλωτική. Η αποφόρτισή της πολύ δύσκολη, το ίδιο και των θεατών. Ο στόχος επετεύχθη. Στο τέλος η λευκή ηθοποιός γίνεται μια μαύρη πόρνη. Το σώμα της, η στάση της , το μαύρο ρούχο της και η σκιά του στο βάθος της σκηνής υπαινίσσονται την απειλή. Το αιδοίο γίνεται σημείο από το οποίο εκπορεύεται η μελλοντική απειλή, είτε η εκδίκηση που μπορεί να πάρουν δικαίως οι ίδιοι αυτοί κακομεταχειρισμένοι άνθρωποι, είτε με την επικινδυνότητα της μετάδοσης θανατηφόρων ασθενειών. Όλα τα στοιχεία συνηγορούν για να υπηρετήσουν το στόχο του συγγραφέα: η λειτουργική σκηνοθεσία και οι φωτισμοί της Έλενας Σωκράτους και του Οδυσσέα.Ι.Κωνσταντίνου και η μεθοδική ερμηνεία της Βασιλικής Κυπραίου σε σημείο που αναρωτιέται κάποιος αν θα αλλάξει ποτέ αυτός ο κόσμος ή μόνιμα, ενώ προκαλεί ο δυτικός κόσμος την πληγή, θα τη συντηρεί για τη δική του διαστροφή ισοπεδώνοντας ανθρώπινες ζωές. Και όλα αυτά, τόσα χρόνια μετά την διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και ακόμα περισσότερα από την Ηθική του Σπινόζα, όπου διατυπωνόταν η άποψη ότι κάθε άνθρωπος που γεννιέται έχει αναφαίρετα δικαιώματα που προέρχονται από το σώμα του.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ