Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Πρόκειται για έναν ύμνο στη ζωή. Ένας άνθρωπος που πριν το τέλος του φωνάζει για την ομορφιά και τη χαρά της ζωής, εκφράζει την ευγνωμοσύνη που νιώθει για όσα έχει ζήσει καλά και κακά και προσκαλεί και του θεατές να μην χάνουν χρόνο και να απολαμβάνουν κάθε στιγμή, κάθε μαγικό λεπτό της ζωής, που δεν πρέπει να τη θεωρούν δεδομένη.
Έχει έναν παραληρηματικό λόγο, που μιμείται υφολογικά την ιταλική ταχυγλωσσία, προσπαθώντας να χωρέσει όλα όσα θέλει να πει στο λίγο χρόνο που έχει στη διάθεσή του.
Σαν παιδί μπαίνει σε έναν χώρο που θα μπορούσε να είναι ένα νηπιαγωγείο, με το ποδήλατό του στολισμένο με κόκκινα μπαλόνια συμβολίζοντας κατά κάποιο τρόπο την ίδια τη χαρά και την ελπίδα του να ζήσει όσο μπορεί περισσότερο. Απολαμβάνει την κάθε στιγμή, τρέχει, χορεύει, σφυρίζει, κορνάρει με καραμούζες, πανηγυρίζει για τη Γιουβέντους, διηγείται και συνδιαλέγεται με την ακκορντεονίστα (Ευαγγελία Βελλή – Κοσμά), που σχολιάζει μουσικά τον χειμαρρώδη λόγο του, λειτουργώντας κατά διαστήματα άλλοτε σαν αντίβαρο στον άκρατο ενθουσιασμό κι άλλοτε σαν αντίχηση της απεγνωσμένης κραυγής του τραγικού προσώπου που έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο.
Θυμάται τη μάνα του που του έλεγε «Παιδί μου η ζωή σου είναι στρωμένη με αγκάθια.» Αναρωτιέται τι είναι η ευτυχία, τι είναι ο άνθρωπος με ή χωρίς λεφτά. Το ακκορντεόν παίζει money, money των Abba. Εμφανίζεται μια μπάλα και εκείνος παίζει σαν μικρό παιδί. Αυτό το άθλημα το τόσο παρεξηγημένο, που κάποιοι όπως ο Πιραντέλο δεν το είχαν σε υπόληψη, ενώ αντίθετα ο Παζολίνι το λάτρευε.
Μιλά για τη γυναίκα του και για το πόσο τον έχει κουράσει η συμβίωση μαζί της και υποψιάζεται πόσο έxει κουραστεί και εκείνη, ενώ το ακκορντεόν παίζει του Leonard Koen το «Dancing me to the end of love». Κατά διαστήματα πέφτει σε μια σκοτεινή περισυλλογή, ο φωτισμός αλλάζει και η ατμόσφαιρα βαραίνει. Βέβαια γρήγορα συνέρχεται και λέει ότι πιάνεται από τη ζωή των άλλων, κοιτά τις βιτρίνες, ή βλέπει τα σπίτια των αγνώστων και προσπαθεί να κρατηθεί προσλαμβάνοντας λίγη μυρωδιά ζωής. Άλλοτε εκνευρίζεται, κλωτσώντας κάτι δώρα για παιδιά και μιλώντας για το δράμα του, διακόπτοντας τη μουσική της ακκορντεονίστα, κι άλλοτε ξαναγελά φεύγοντας με θόρυβο όπως εισήλθε και απελευθερώνει τα κόκκινα μπαλόνια του εκεί ψηλά μαζί με τη ψυχή του.
Μια ωραία ερμηνεία από έναν σπουδαίο ηθοποιό, τον Άρη Λεμπεσόπουλο, πάνω σε ένα κείμενο γραμμένο για την ίδια τη ζωή. Μια ελεγεία για τη ζωή, σχολιασμένη από τον μελαγχολικό ήχο του ακκορντεόν. Μια προσεγμένη παράσταση στη λεπτομέρεια, που υποστηρίζεται βασικά από την ερμηνεία του Άρη Λεμπεσόπουλου σε συνεργασία με την ακκορντεονίστα και το φωτισμό των Τάσου Ιορδανίδη – Άρη Λεμπεσόπουλου.