Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Στις γειτονιές του κόσμου, στις γειτονιές των απλών ανθρώπων, οι νέοι γλεντούν. Έτσι ξεκινά η παράσταση. Τέσσερις νέοι τραγουδούν την ομορφιά της ζωής, που διακόπτεται αίφνης από την εισβολή του Γερμανικού ζυγού. Το συγκλονιστικό ποιητικό έργο του Γιάννη Ρίτσου «Οι γειτονιές του κόσμου» παρουσιάζεται επί σκηνής στο «Θεάτρο Βαφείο – Λάκης Καραλής», σε σκηνοθεσία Νάντιας Δαλκυριάδου.
«Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της,
και συ να λείπεις
να ‘ρχονται οι Άνοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα,
και συ να λείπεις
να ‘ρχονται τα κορίτσια στα παγκάκια του κήπου με χρωματιστά φορέματα,
και συ να λείπεις
[…]
Τότε ο Πέτρος πήρε το λόγο
κι είπε με τη βαθειά του τη φωνή:
Να λείπεις – δεν είναι τίποτα να λείπεις-
αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει,
θάσαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα
που γι’ αυτά έχεις λείψει,
θάσαι για πάντα, μέσα σ’ όλο τον κόσμο.»
Γιάννης Ρίτσος.
Απόσπασμα από το ποίημα Β΄ από την ποιητική συλλογή «Οι γειτονιές του κόσμου»
Αυτή τη συλλογική προσπάθεια για ένα ελεύθερο μέλλον, γεμάτο ελπίδες και όνειρα, για την αγάπη της ελεύθερου από δεσμά βίου, για την αγάπη της ζωής, απέδωσαν οι ηθοποιοί της παράστασης με πλαστικότητα και ευρηματικότητα. Ο Λάζαρος Βαρτάνης, ο Στέφανος Παπατρέχας, η Ξένια Αλεξίου, και ο Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης σε ρόλους αγωνιστών, μανάδων, γερμανών αξιωματικών, ηλικιωμένων γυναικών τη γειτονιάς.
Στις φτωχογειτονιές του κόσμου. Μια απ’ αυτές και η Αθήνα, εκεί που ακόμα οι άνθρωποι είναι γνήσιοι και αγαπούν τη ζωή, έχουν μάθει να αντιστέκονται ακόμα και με τίμημα τη ζωή τους. Αδύνατο να δεχτούν την γερμανική κατοχή το 1941 και το ξεπούλημα της χώρας τους στον γερμανικό ζυγό, με σύμβολο βαρβαρότητας και στυγνού κατεξουσιασμού τη ναζιστική σημαία να κυματίζει στην Ακρόπολη. Η αντίσταση ξεπηδά από ένα κρυφό δωμάτιο, όπου τυπώνονται προκηρύξεις και συνθήματα. Οι νέοι οργανώνονται και οι Γερμανοί φυλακίζουν και εκτελούν. Ο γερμανός συνταγματάρχης και ο υπολοχαγός του κρυώνουν ενώ οι κρατούμενοι και οι μελλοθάνατοι δεν κρυώνουν ποτέ. Οι πρώτοι κρυώνουν από την παγωμένη συνείδησή τους για το αθώο αίμα που έχουν χύσει, ενώ οι ήρωες οραματιστές και ιδεολόγοι δεν κρυώνουν, καθώς την καρδιά τους την ζεσταίνουν οι ιδέες τους και τα όνειρά τους, ο αγώνας τους.
15.000 οι κρατούμενοι, 13.000 οι εκτελεσμένοι και αργότερα 80.000 στο κολαστήριο της μαρτυρικής Μακρονήσου όταν οι πρώην σύμμαχοι διαδέχτηκαν τους πρώην δυνάστες στην τυραννία. Οι μάνες κλαίνε τους γιους τους και σφίγγουν τα χέρια τους, ζητώντας να πάρουν εκδίκηση. Οι συναγωνιστές, σύντροφοι δεν προλαβαίνουν να θρηνήσουν τους πεθαμένους τους. Όμως σε κάθε κατάκτηση, όλοι αυτοί που «θυσιάστηκαν» τους συνοδεύουν. Είναι σαν να ακούν τη φωνή τους, σαν να τους βλέπουν στις διαδηλώσεις. « Όχι δεν ήρθαμε για να πεθάνουμε!», ήρθαμε για να αγωνιστούμε για την ομορφιά της ζωής.
Δε λείπουν οι χαφιέδες, ούτε οι μικροαστοί, που καλοβολεμένοι απολαμβάνουν μέσα στην υποκρισία τους, την ασφάλειά τους, ενώ ο απλός λαός πεθαίνει από τη πείνα της γερμανικής κατοχής. Καμία ταραχή, μόνο συμβιβασμός με την καθεστηκυία τάξη.
Οι αντιστασιακοί και οι κοινωνία τους είναι βρίσκονται σε αναβρασμό. Είναι όλοι μαζί στον αγώνα και το μόνο που λένε είναι «Φτάνει να μου κρατάς το χέρι και να με λες σύντροφο.» Τα τανκς των Εγγλέζων στις φτωχογειτονιές. Τα κανόνια των εγγλέζων σκότωσαν όσους σκότωναν και οι Γερμανοί, όσους πέθαιναν για το καλό του κόσμου. Η οδός Σταδίου μετονομάστηκε σε οδό Τσώρτσιλ. Ένα σωρό αιχμάλωτοι στο Γουδί και το Χαϊδάρι με το καλωσόρισμα των « συμμάχων» , των Άγγλων. Ας «λυπηθούμε» όλοι τον Τρούμαν και τα μεγάλα ηθικά διλήμματα που αντιμετώπιζε.
Αδικοχαμένοι ή τιμημένοι οι άνθρωποι που πέθαναν για τα πιστεύω τους; Ο λόγος του Ρίτσου δεν ακούστηκε σαν απαγγελία, αλλά σκηνοθετικά ζωντάνεψε και ευαισθητοποίησε χάρη στη διασκευή και σκηνοθεσία της Νάντιας Δαλκυριάδου, του φωτισμού του Γιώργου Ψυχράμη και των υπέροχων ερμηνειών, των καταπληκτικών φωνών και πλαστικών κινήσεων των ηθοποιών. Η λήθη είναι εχθρός, η μνήμη προφυλάσσει και ενώνει τους ανθρώπους σε μια κοινή μοίρα.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ