Από τον Κωνσταντίνο Πλατή
Ο Γιάννης Κακλέας φέτος, το καλοκαίρι επέλεξε να σκηνοθετήσει για πρώτη φορά αρχαία τραγωδία, τον Ορέστη του Ευριπίδη, σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά. Το έργο το είδαμε και πρόσφατα, το καλοκαίρι του 2019, από τον ιστορικό γαλλικό θίασο Comédie Française, με ένα δίπτυχο εμπνευσμένο από την «Ηλέκτρα» και τον «Ορέστη» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία του Ίβο βαν Χόβε.
Στο φετινό ανέβασμα, ο Γιάννης Κακλέας, επέλεξε να συνεργαστεί ξανά με τον Άρη Σερβετάλη και αυτό σίγουρα δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες στο κοινό. Οι δυο τους καταφέρνουν, τα τελευταία χρόνια, να παράγουν αποτέλεσμα, που συνδυάζει, αφενός το σεβασμό στο λόγο του κειμένου και αφετέρου τη θεαματική απεικόνιση του στη σκηνή.
Πρόκειται για ένα έργο με αρκετή δράση και αυτό το στοιχείο αποδόθηκε επί σκηνής, από το σκηνοθέτη, με απολαυστικές εικόνες. Αξιοπαρατήρητη ήταν, όμως, η έλλειψη σχέσης μεταξύ των ηθοποιών, οι οποίοι βασίστηκαν περισσότερο στα προσωπικά τους ποιοτικά χαρακτηριστικά, για να προσεγγίσουν το ρόλο τους και φάνηκε η έλλειψη εμπειρίας και "επιδαύριας" τεχνικής, την οποία δεν κατείχαν επαρκώς όλοι οι ηθοποιοί.
Ο Άρης Σερβετάλης έχοντας ως σημαντικό ερμηνευτικό "όπλο" του, το σωματικό θέατρο, ερμήνευσε, αρχικά, έναν Ορέστη σε παραλήρημα, που μεταλλάσσεται στη συνέχεια, σε αποφασιστικότητα για εκδίκηση, προσθέτοντας μια πολύ καλή ερμηνεία, που όμως, η μονοδιάστατη εκφορά του λόγου του στέρησε το «επιπλέον» στην ερμηνεία του.
Η Μαίρη Μηνά στάθηκε άξια συμπαραστάτρια του επί σκηνής και κατάφερε να συγκινήσει το κοινό με την εκφραστικότητα και τον καθαρό λόγο της.
Αξιοζήλευτη ήταν η ερμηνεία του Γιώργου Ψυχογιού, που εμφανίζεται αγνώριστος ερμηνευτικά ως Τυνδάρεως και εξέπληξε με τη δυναμική του ερμηνεία.
Ο Πάνος Βλάχος, αν και εμφανισιακά, στην αρχή, ξένισε τους θεατές, κατάφερε να αποδώσει ικανοποιητικά τη ψυχοσύνθεση του Μενέλαου με το λόγο του.
Ο Αιμιλιανός Σταματάκης, με ένταση και ρυθμό στο λόγο του στήριξε ερμηνευτικά το ρόλο του και την πίστη στο φίλο του Ορέστη.
Η Νικολέτα Κοτσαηλίδου, δεν κατάφερε να απεδυθεί, τη μονοσήμαντη ερμηνεία μιας Ελένης, που η εμφάνιση της, την εγκλωβίζει σε σχηματική ερμηνεία.
Ο Ζερόμ Καλουτά, ως Φρύγας, ήταν εντυπωσιακός και μέσα στα λίγα λεπτά της ερμηνείας του, κατάφερε να προσδώσει όλα τα χαρακτηριστικά που απαιτεί ο ρόλος του, λειτουργώντας εξαιρετικά ως αντιπερισπασμός στην σκηνή, όπου εξαφανίζεται η ωραία Ελένη.
Η Άλκηστις Ζιρώ, απέδωσε πολύ καλά, τα εύθραυστα χαρακτηριστικά του ρόλου της, ως Ερμιόνη, και μαζί με την Ηλέκτρα Φραγκιαδάκη, η οποία ερμήνευσε τον αγγελιοφόρο, διαχειρίστηκαν με επιτυχία την αποσκίρτηση τους από το χορό.
Ο χορός, καθοδηγούμενος κινησιολογικά από τον Άρη Σερβετάλη, δίνει το στίγμα του, με πολύ καλό ρυθμό και θελκτικές εικόνες στο κοινό, έχοντας και το ρόλο του "Deus ex machina" Απόλλωνα. Ένα έξυπνο εύρημα, που πιστώνεται ο σκηνοθέτης.
Οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου διατήρησαν και ενίσχυσαν την ένταση των ερμηνειών.
Τα κοστούμια της Ηλένιας Δουλαδίρη είχαν αναφορές και τα σκηνικά από την ίδια και το Γιάννη Κακλέα διέκριναν, καθιστώντας άμεσα αντιληπτά από το κοινό, τα δύο επίπεδα στα οποία εκτυλίσσεται το έργο, με τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους, αν και οι θάμνοι, ίσως, «φόρτωσαν» ανεπιτυχώς το σκηνικό.
Η μουσική, του Σταύρου Γασπαράτου, χρησιμοποίησε καταλλήλως τις παύσεις και τις εντάσεις των ήχων, για να σχολιάσει τη δράση επί σκηνής.
Εν κατακλείδι, είδαμε μια εντυπωσιακή οπτικά παράσταση, η οποία δεν κατάφερε να προσεγγίσει το θεατή, που ήθελε το κάτι παραπάνω, από τις ερμηνείες των ηθοποιών.