Από την θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Με διάδραση ξεκινά και κλείνει η παράσταση, καλώντας το θεατή να είναι ενεργός, αφυπνισμένος και συμμετοχικός σε ένα τεράστιο, διαχρονικό θέμα: Της αιώνιας και αήττητης Αγάπης, του Έρωτα, σε αντιδιαστολή με τον οριστικό και αμετάκλητο Θάνατο, αυτήν την βαθιά, σκοτεινή τομή στη ζωή των ανθρώπων που αλλάζει τα πάντα.
Οι εισαγωγικές ερωτήσεις και αυτές του τέλους, που ακούγονται από τα ηχεία, αποσκοπούν στο να καταστήσουν τους θεατές κοινωνούς μιας μικρής κοινότητας της οποίας τα μέλη μοιράζονται τις ίδιες αγωνίες, τους ίδιους φόβους και τα ίδια πάθη.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον το εγχείρημα του Δημήτρη Μπογδάνου, ο οποίος προσπαθεί να δει τον Έρωτα στην τρέχουσα εποχή, με σύγχρονες μουσικές αναφορές, αλλά με σπάνιο λυρισμό, σε ένα κάτασπρο σκηνικό που εμπνεύστηκε και φιλοτέχνησε η Λυδία Κοντογιώργη στο οποίο κεντρική θέση κατέχει μια κατασκευή με λάστιχα κάθετα τεντωμένα που γίνονται διαδοχικά δάσος, ποτάμι, φόρεμα της Περσεφόνης, διαδρομή, οίκος Πλούτωνα και Περσεφόνης, λύρα, βοηθώντας καθοριστικά την αφήγηση, μαζί με τον φωτισμό του Σάκη Μπιρμπίλη.
Το παραστασιακό κείμενο, επιμελημένο από τον Δημήτρη Μπογδάνο, είναι ένα μωσαϊκό από κείμενα του Ομήρου, του Οβίδιου, του Πλάτωνα, του Βιργιλίου, του Δάντη, του Claudio Monteverdi, του Διονυσίου Σολωμού, του Rainer Maria Rilke, του Gregory Oit, της Sarh Ruhi, του Nick Cave και του Rodin. Η επιλογή και η σύνθεσή των αποσπασμάτων είναι τέτοια, με αποτέλεσμα να ρέει απρόσκοπτα η αφήγηση του μύθου και να γίνεται πλήρως κατανοητός ο προβληματισμός που θέτει.
Η μυθική ερωτική ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης, μια αρχετυπική ιστορία αγάπης, έχει φτάσει μέχρι την εποχή μας, εμπνέοντας κατά καιρούς δημιουργούς από όλα τα πεδία της Τέχνης, από τη μουσική έως τον κινηματογράφο και το θέατρο, κληροδοτώντας μας αριστουργήματα.
Ο μύθος θέλει τον Ορφέα να κάνει μια βόλτα στο δάσος, όπως συνήθιζε, ακολουθώντας την πορεία του Απόλλωνα. Εκεί συναντά τη νύμφη Ευρυδίκη την οποία ερωτεύεται και παντρεύεται. Δίνουν όρκους ζωής και αιώνιας αγάπης και συμβολικά ντύνουν τα γυμνά κορμιά τους. Επί σκηνής το περιπαθές φιλί τους συνοδεύεται από το «It's Now or Never» του Έλβις Πρίσλεϊ. Εκείνος της χαρίζει όλον τον κόσμο και τα αστέρια ακόμα, και εκείνη του αφιερώνει την καρδιά της. Η απόλυτη ευτυχία του Έρωτα! Ο Ορφέας ορκίζεται πως αν ποτέ χρειαστεί θα πάει μέχρι το τέλος του κόσμου για να τη βρει.
Όμως μια μέρα στο δάσος ένα φίδι δαγκώνει την Ευρυδίκη και αυτή πεθαίνει. Η προβολή του φιδιού πάνω στο σκηνικό και ο θάνατος της Ευρυδίκης πετρώνουν τον Ορφέα ο οποίος νιώθει να καταρρέει. «Συχνά στην πιο ψηλή κορφή βρίσκεται ο γκρεμός!» Η θλίψη του Ορφέα είναι τόσο βαθιά, που καθώς την κρατά αγκαλιά νιώθει ζεστό το νεκρό κορμί της. «Είσαι νεκρή και εγώ αναπνέω;» Η φύση υποφέρει από τη θλίψη που αποπνέει και υποφέρει κι αυτή βλέποντας τον πόνο του.
Τότε εκείνος με οδηγό την Ελπίδα αποφασίζει να κατεβεί στον Κάτω Κόσμο για να συναντήσει την Ευρυδίκη και να τη φέρει πάλι πίσω. Λίγο πριν καταδυθεί στον Άδη η Ελπίδα τον εγκαταλείπει. Η θαυματουργή μουσική του τον διευκολύνει στην κάθοδό του στον Άδη όπου σαγηνεύει το Χάρο και τον Κέρβερο με τα τρία κεφάλια, συναντά τον Σίσυφο, τον Τάνταλο, τις Δαναΐδες και τον Αχέροντα, το ποτάμι που βρέχει μα δε δροσίζει. Εκεί βλέπει την Ευρυδίκη. Μόνο που εκείνη δεν θυμάται πια τίποτα. Ακούγεται το τραγούδι «Knockin' on Heaven's Door», ζητά από τον Πλούτωνα να του δώσει την Ευρυδίκη, όμως αυτός αρχικά εμφανίζεται ανένδοτος.
Στο σημείο αυτό λαμβάνει χώρα μια ανθρώπινη σκηνή. Μεταξύ δύο θεών, του Πλούτωνα και της Περσεφόνης, ξεσπά ένα συζυγικό καβγαδάκι όπου τίθεται το εξής μέγα ζήτημα: Ποιο είναι πιο σημαντικό; Ο Έρωτας ή ο Θάνατος; Η Περσεφόνη είναι με το μέρος των ερωτευμένων και διατυπώνει την άποψη ότι αν ο έρωτας δεν υπήρχε, δε θα υπήρχε και ο θάνατος, ενώ το αντεπιχείρημα του Πλούτωνα είναι ότι ερωτεύεσαι πολλές φορές, όμως μια φορά πεθαίνεις. «Ο Θάνατος όλα τα νικά και τα ορίζει», λέει ο ένας, «Ο Έρωτας!» λέει εκείνη προσθέτοντας: «Δεν είμαι εγώ η τρανή απόδειξη του έρωτά σου;» για να ανταπαντήσει εκείνος: «Αγάπη μου, ο Θάνατος χαρίζει την αιωνιότητα!».
Η σκηνή με το συζυγικό καβγαδάκι είναι κάπως αποσυμφορητική, καθώς ο Ορφέας υποφέρει μακριά από την Ευρυδίκη και μετά, όταν τελικά φεύγουν πάλι υποφέρει, μιας και τη χάνει για πάντα. Γιατί ενώ ο Πλούτωνας του έδωσε την ευκαιρία να την πάρει πίσω, με τον όρο να μη γυρίσει να την κοιτάξει μέχρι να βγουν στην επιφάνεια, εκείνος δεν άντεξε και τον αθέτησε. Ενώ είχε κάνει τόσα για να βρεθούν μαζί, την έχασε για πάντα. Η σκηνή αυτή που η Ευρυδίκη μπαίνει μπροστά και τον τραβά και τελικά εκείνος υποκύπτει και την αντικρίζει, είναι τόσο όμορφη, γεμάτη συγκίνηση και ερωτική ορμή.
Η αγάπη τους ήταν τέτοια, που τίποτα δε μπορεί να τους χωρίσει. Ο Ορφέας τραγουδά για «όσα ούτε το μαχαίρι μπορεί να κόψει, ούτε ο χρόνος μπορεί να χωρίσει». Ο θάνατος που θα τους χώριζε τώρα θα τους ενώνει για πάντα, αφού βρέθηκαν στον ουρανό δυο αστέρια που προσπαθούν να αγγιχτούν, χωρίς όμως να το καταφέρνουν. Κοιτιούνται όμως επίμονα και σταθερά με έρωτα και λατρεία.
Η ερμηνείες των δυο ηθοποιών, της Ευθαλίας Παπακώστα και του Μάρκου Παπαδοκωνσταντάκη είναι εξαιρετικές. Εκείνη εύθραυστη, ρομαντική, παιχνιδιάρα, όταν χρειάστηκε, πολύ παραστασιακή στη διήγηση και εκείνος μαχητής, διεκδικητής, με ιδρωμένο κορμί, άλλοτε Ορφέας, άλλοτε Χάρος, άλλοτε Πλούτωνας Η πλαστικότητα των κινήσεων, που επιμελήθηκε ο Κωνσταντίνος Κουνέλλας, επίσης βοηθός σκηνοθέτη, η πλήρως ελεγμένη κίνησή τους, το συναίσθημα που αποτυπώνεται στο πρόσωπο και στο κορμί, στη λεπτή κίνηση, στην προσπάθεια να υπερβούν όλα τα εμπόδια, η χορευτική τους κίνηση, το σωματικό αυτό θέατρο συνδυασμένο με τη χρήση του σκηνικού, τους θορύβους, τη διήγηση και την παράλληλη όρχηση και την καταπληκτική, επιλεγμένη μουσική, όλα αυτά δημιούργησαν προβληματισμούς, μέσα από μια ωραία αισθητική και άρτια καλλιτεχνική εικόνα.
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ