Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή.
Μια έξυπνη παράσταση χαράς στο Θέατρο "Αγγέλων Βήμα" από ηθοποιούς της Δραματικής Σκηνής του Μιχάλη Καλαμπόκη, με αναγεννησιακές φάρσες, κατά τα τέλη του 15ου - αρχές του 16ου αιώνα.
Τραγούδι, χορός, ακροβατικά, γκροτέσκο κινήσεις και φωνές παρουσιάζουν με ευτράπελο τρόπο μια κοινωνία σε παρακμή, όπου πρυτανεύει το ψέμα, η απάτη, η προδοσία, αλλά όλα καλυμμένα με μια τεχνητή ευγένεια και μια καθόλου προσποιητή, το αντίθετο αυθεντική εορταστική χαρά. Καταπληκτικές οι γκριμάτσες και η κίνηση σε όλη την παράσταση, γρήγορες αντιδράσεις, ευφυείς διάλογοι.
Φούξια περούκες, υπερμεγέθη στήθη για τις γυναίκες και διογκωμένα γεννητικά όργανα για τους άνδρες. Μια παράσταση μπουφόνων με πολλές αιχμές, που καθόλου δεν ξενίζουν το κοινό, αντίθετα επιβάλλουν το κωμικό σε καταστάσεις, που μπορεί να ήταν και τραγικές.
Χρησιμοποιούνται μια πληθώρα από θεατρικές τεχνικές, γεγονός που αποδεικνύει μια σωστή εκπαίδευση και διδασκαλία.
Πρόκειται για μια παράσταση συνόλου από επαγγελματίες ηθοποιούς, αλλά και σπουδαστές της « Αθηναϊκής Σκηνής». Οι μεν μαθαίνουν τους δε, όπως θα έπρεπε να συμβαίνει παντού.
Α’ Φάρσα : Πορδή
Στην πρώτη φάρσα η Ζανέτ ξενερώνει τον σύζυγο της Υμπέρ, ενώ αυτός έχει έρθει με καθαρή ερωτική πρόθεση, καθώς στη προσπάθειά της να μεταφέρει ένα μπουγαδοκόφινο δε μπορεί να συγκρατήσει μια πορδή.
Αρχίζει ο καυγάς, όπου η κυρία το αρνείται, αλλά πέρδεται ασταμάτητα. Ο σύζυγος αντιδρά και αυτή του λέει ότι: «Πρωτομυριστής, είναι και πρωτοπορδιστής!», μετατοπίζοντας την ευθύνη, μιας και νιώθει θιγμένη αυτή και η οικογένειά της. Στη κρίση αυτή καιροφυλακτεί ο Δικολάβος, λάγνος, έκφυλος, φιλοχρήματος και παρουσιάζεται με τα λόγια: «Ο καλός Δικολαβιστής στη φουρτούνα φαίνεται». Το ζευγάρι μονομαχεί, παλεύει με ενωμένα τα κούτελα, χτυπιούνται, πέφτουν κάτω, τους φεύγουν οι περούκες. Εμφανίζεται ο πατέρας της Ζανέτ μέσα από μια κορνίζα και τη συμβουλεύει να απομακρυνθεί από τους δικηγόρους, γιατί είναι εκμεταλλευτές. Ο Δικηγόρος, υποκριτής, γλοιώδης, προσπαθεί δήθεν να επιλύσει την διαφωνία. Όταν τους ζητά να μιλήσουν, μιλούν με ένταση και οι δύο μαζί. Ο δικηγόρος ενορχηστρώνει, σαν μαέστρος τον καυγά. Ο καθένας διηγείται τη δική του εκδοχή για τον καυγά, την οποία υποδύεται ένα άλλο ίδιο ζευγάρι. Εμφανίζεται μία πινακίδα με τη λέξη "Οργή" αποδίδοντας και με αυτόν τον τρόπο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η γυναίκα ερωτοτροπεί με τον δικολάβο, ο άνδρας επίσης – εννοώντας τους διάφορους χειρισμούς που γίνονται με τους δικηγόρους - με σκοπό να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Με κραυγές υστερικές, φτάνουν στον δικαστή, και όταν ο δικηγόρος παρουσιάζει τις θέσεις του άνδρα, αυτός από το πλάι λέει τα ίδια λόγια χωρίς ήχο, μόνο με τα χείλια. Ο Δικαστής βγάζει το πόρισμα, ότι από τη στιγμή που είναι σύζυγοι πρέπει να τα μοιραστούν όλα με αγάπη, άρα και τη πορδή και παρακινεί τους ακροατές να το διαδώσουν αυτό. Καθώς αποχωρεί ο Δικαστής αφήνει μια παρατεταμένη πορδή και οι τέσσερις δείχνουν ο ένας τον άλλο.
Άντρας : Θωμάς Πανδής,
Γυναίκα: Μάριον Τσιτσέκα ,
Δικηγόρος: Δημήτρης Μακρής,
Δικαστής: Γιάννης Ντάσιος
Μετά από κάθε φάρσα υπάρχει ιντερμέδιο με χορό με στοιχεία παραδοσιακά ή και με καν καν ή μέσα από ταινίες.
Β’ Φάρσα “Εξομολόγηση”
Ο άντρας γλεντά μόνος του στο σπίτι τραγουδώντας «Θα ντυθώ γαμπρός!» καθώς ορθά, όπως θα αποδειχθεί, απευθύνεται στην ερωμένη του. Η γυναίκα του εκδηλώνει τη ζήλια της οπότε «τις τρώει», ενώ μια άλλη ίδια εμφανίζεται κάτω από το τραπέζι λέγοντας «τι άντρας ! Αχ και να έβαζα τέτοιον καβαλάρη στο παχνί μου!»
Η γυναίκα απευθύνεται στη ζηλόφθονη, όμως, γειτόνισσα, για να μάθει αν ο άντρας της έχει ερωμένη. Εκείνη την ορμηνεύει να του πει ότι είναι άρρωστος και πως θα καλέσει παπά να τον εξομολογήσει. Μετά θα αναλάμβανε εκείνη ντυμένη παπάς...
Τρομερά κωμική η σκηνή που του πετά νερό - "αγιασμό", γιατί θεωρεί ότι τον «ζεμάτισε ένας φίλος του με το μάτι του» και τρέχει να φωνάξει τον παπά. Στην προσταγή «βάλε μου να φάω!» εκείνη έρχεται μαυροφορεμένη με το γνωστό «Ω τάφε μου κρεβάτι νυφικό», γιατί θεωρεί ότι τον χάνει. Φτάνει και ο δήθεν παπάς - γειτόνισσα, η γυναίκα την λούζει με ευχές για τη θυγατέρα της «Να έχει καλή τύχη και εσύ καλά στερνά!», για να λάβει την απάντηση: «Α! να χαθείς, η θυγατέρα μου είναι πολύ μικρή!». Με ήχο εκκλησιαστικό μπαίνει με το θυμιατό στο δωμάτιο, ο άντρας φοβάται, ο ψευτοπαπάς με τα:«quo vadis, Ave Maria, Χριστός Ανέστη ! la sousourela» και άλλα άσχετα, του λέει ότι «ήρθε να εξομολογηθεί για να γιάννει». Εκείνος εξομολογείται τη σχέση του με την κόρη της γειτόνισσας και ότι, επειδή είναι ορφανό το μικρό, είχαν περάσει κάμποσοι πριν από εκείνον. Παθαίνει συγκοπή η γειτόνισσα, του λέει να πει «Δοξασμένο το όνομά σου Κύριε και δεν θα ξαναμαρτήσω!»για να λάβει τη σιωπηρή απάντησή του «Σιγά μην δεν ξαναμαρτήσω!»
Άντρας: Λυκούργος Μπάδρας,
Γυναίκα : Νάνσυ Ρηγοπούλου,
Ψευτοπαπάς: Μαίρη Χάγια
Γ’ Φάρσα “Νεκροταφείο”
Η Ζολί είναι ερωτευμένη με τον Μπλοτό, τον χαζό, πλην τίμιο και καλό τσαγκάρη. Τη διεκδικούν, όμως, και δύο άντρες, τους οποίους εμπαίζει. Έτσι ακούγονται τραγούδια, όπως «ο άντρας που θα παντρευτώ θα είναι από σοι..» ή « της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος…» Ο Υμπέρ την φλερτάρει και της δίνει το δακτυλίδι της Ζανέτ. Του κλείνει ραντεβού στο Νεκροταφείο και του προτείνει να ντυθεί νεκρός, για να μην τον αναγνωρίσουν. Την φλερτάρει και ο Ζακό, ο χοντρός στολισμένος με σκόρδα μπακάλης. Της δίνει ένα πουγκί με λύρες, εκείνη το παίρνει και του κλείνει το ίδιο ραντεβού στο νεκροταφείο. Καταπληκτικές εκφράσεις προσώπου, ο Υμπέρ και ο Ζακό, με κίνηση κλόουν. Στο νεκροταφείο - όρθιο τραπέζι με σταυρό - είναι και οι δύο με σάβανα, προχωρούν σαν ζόμπι, γίνονται παρεξηγήσεις...
Γυναίκα : Αναστασία Τσούτση,
Άντρας 1 Υμπέρ : Σταύρος Τσιτσόπουλος,
Άντρας 2 Ζακό : Χάρης Λεοντσίνι
Δ’ Φάρσα “Εραστές”
Η Ντεζιρέ (Désirée : η επιθυμητή) έχει εραστή τον Ζακό, τον γείτονα, ενώ είναι παντρεμένη με τον Λουμπή της, τον κουβαλητή της, που τη γεμίζει πλούτη. Όταν όμως λείπει, ο Ζακό πηδά την μάντρα για να βρεθεί με τη Ντεζιρέ. Θέλει να την παντρευτεί, αλλά αυτή δεν αφήνει τον Λουμπή της, ο οποίος ξαφνικά εμφανίζεται και το πρώτο, που τον ρωτά είναι τι στολίδια της έφερε. Έρχεται όλος ο θίασος! Συναγερμός! Γίνεται μια έξυπνη διάδραση με το κοινό «μήπως άναψε κανείς τσιγάρο;» ή πιο μετά έχοντας πετάξει ένα αρκουδάκι προς το κοινό ακούγεται δήθεν μια φωνή από το κοινό «Ποιος πετά αρκουδάκια». Ο Λουμπής, είναι πλήρως απογοητευμένος «να γυρίζει στο σπίτι του και να μην έχει φαγητό ή μια λεκάνη ζεστό νερό να ξεφλογίσει τα πόδια του;» Βγάζει το πόρισμά του «Αν δεν παντρευτείς θα πεθάνεις σαν σκύλος, αν παντρευτείς θα ζήσεις σαν σκύλος.» Στήνει παγίδα στη γυναίκα του και την πιάνει επ΄αυτοφόρω για να αναφωνήσει θριαμβευτικά “Vive la liberté!”
Γυναίκα : Μαίρη Χάγια,
Εραστής: Γιάννης Ντάσιος,
Άντρας :Γιάννης Ντάσιος
Ε’ Φάρσα “Ψευτοκαλόγερος”
Κάνει θεαματική είσοδο, καθώς του στρώνουν κόκκινο χαλί, το οποίο πατά. Συντονισμένη κίνηση και σωστά εκπαιδευμένοι οι ηθοποιοί. Όλοι πλαισιώνουν τον θείο άνθρωπο, ο οποίος θα ήθελε να τους ξεφορτωθεί, για να πιει λίγο κρασί. Ο Bernard αναγνωρίζει στο πρόσωπο του καλόγερου τον φίλο του Pierrot. Εξηγεί λοιπόν στον φίλο του, πως πήρε το θείο χρίσμα από το χέρι του Πάπα και έτσι μπορεί να το δώσει και σε άλλους. Ο Bernard του εκμυστηρεύεται πως η γυναίκα του δεν πιάνει παιδί. Του προτείνει να τον επισκεφθεί η γυναίκα του, στη σκήτη του για της κάνει το γιο ή το “Yo”. Εκεί φτάνει μεταμφιεσμένος ο Bernard και ξεσκεπάζει τον έκφυλο ψευτοπαπά, ξεφωνίζοντας : «καθίκι θα το ξανακάνεις;» Πέφτει ξύλο και το όλο τελειώνει με πανηγύρι και χαρά μετά την πάταξη της υποκρισίας.
Άντρας : Θωμάς Πανδής,
Καλόγερος : Σταύρος Τσιτσόπουλος,
Γυναίκα :Μάριον Τσιτσέκα
Πληροφορίες για την παράσταση: Εδώ
Μία παράσταση χωρίς ιδιαίτερο νόημα, αλλά αρκετά ευχάριστη. Οι ηθοποιοί έπαιζαν το ρόλο τους με πολύ ζωντάνια και πάθος. Σας ευχαριστώ πολύ!