Μετάφραση: Μανώλης Δούνιας
Σκηνοθέτης: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνογραφία: Αθανασία Σμαραγδή
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Ερμηνεύουν: Θέμις Μπαζάκα, Μαρία Πρωτόπαππα, Βίκυ Βολιώτη, Κίττυ Παϊταζόγλου, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Μάνος Βακούσης, Μαρία Κατσιαδάκη, Νίκος Αλεξίου, Θύμιος Κούκιος, Κώστας Ανταλόπουλος, Aurora Marion, Αλίκη Κακολύρη, Αλέξανδρος Λουίζος
Περιγραφή
Η παράσταση που επαίνεσαν κοινό και κριτικοί, συνεχίζεται για 2η χρονιά, με πρωταγωνιστές τους: Θέμις Μπαζάκα, Μαρία Πρωτόπαππα, Βίκυ Βολιώτη, Μαρίνα Ασλάνογλου, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Μάνος Βακούσης, Μαρία Κατσιαδάκη, Νίκος Αλεξίου, Θύμιος Κούκιος, Κώστας Ανταλόπουλος, Aurora Marion, Αλίκη Κακολύρη.
Περισσότερα
Η ιστορία:
Μια αυγουστιάτικη νύχτα ο Μπέβερλυ Γουέστον – διάσημος ποιητής και διαβόητος αλκοολικός- εξαφανίζεται. Οι τρεις κόρες του, Μπάρμπαρα, Άιβυ και Κάρεν, επιστρέφουν στο πατρικό τους -μαζί με τις δικές τους δυσλειτουργικές οικογένειες και τα δικά τους μυστικά- για να φροντίσουν τη μητέρα τους, Βάιολετ.
Το οικογενειακό τραπέζι στρώνεται, η οικογένεια συγκεντρώνεται και η μάχη αρχίζει: καλά κρυμμένα μυστικά αποκαλύπτονται, ανομολόγητα πάθη αναζωπυρώνονται, παλιές έχθρες βγαίνουν στην επιφάνεια, προσβολές ανταλλάσσονται και απειλές εκτοξεύονται.
Αυτόπτες μάρτυρες της μοναδικής ικανότητας των Γουέστον να αλληλοκατασπαράζονται είναι η νεαρή ινδιάνα οικονόμος Τζόνα και η αδερφή της Βάιολετ, η Μάττυ Φέη, που έxει καταφτάσει μαζί με τη δική της οικογένεια και κατέχει εξίσου καλά την τέχνη της σκληρότητας.
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έλενα Σκουλά
Βοηθός Σκηνογράφου: Γιώργος Θεοδοσίου
Βοηθός Ενδυματολόγου: Ιφιγένεια Νταουντάκη
Παραγωγή: ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΘΕΑΤΡΑ Α.Ε.
Τη σεζόν 2016-17 συμμετείχε στη διανομή η Σίσσυ Τουμάση και η Μαρίνα Ασλάνογλου
Εξαιρετική παράσταση!
Εκπληκτική παράσταση.. Καταπληκτικές ερμηνείες με πολλά νοήματα. Κάθε ρόλος περνάει και το δικό του νόημα με τα προβλήματα που μπορεί να έχει μια οικογένεια. Παρόλο που η παράσταση έχει έντονο ύφος δράματος υπάρχουν σημεία κωμωδίας με τα όποια ο θεατής δεν νοιώθει τοσο το βαρύ κλίμα του δράματος.
Από τον Κωνσταντίνο Πλατή
Το έργο «Αύγουστος» θα μπορούσε να είναι ένα εξαιρετικό δράμα όπως πολλά άλλα. Όμως είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Είναι μια σύγχρονη τραγωδία δομημένη με στοιχεία που έχουν τα μεγαλύτερα έργα της παγκόσμιας δραματουργίας από τις αρχαίες τραγωδίες μέχρι τους μεγάλους σύγχρονους συγγραφείς όπως ο Τσέχωφ και ο Ευγένιος Ο Νηλ.
Ο συγγραφέας Tracy Letts έχοντας ως αρχική έμπνευση τα δικά του βιώματα και χαρακτήρες έγραψε ένα έργο που είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο ο θεατής που θα το παρακολουθήσει να μην ταυτιστεί με αυτό.
Ειρήσθω εν παρόδω έχοντας δει πρόσφατα την παράσταση «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» βρήκα πολλά κοινά στοιχεία στη δομή του με το έργο αυτό και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε το πώς αλλάζει η ιστορία μέσα από τα ηθογραφικά στοιχεία και τις κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις, παραμένοντας όμως ίδια στα βαθύτερα αίτια από τα οποία προέρχονται.
Ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, τελευταία, δείχνει μια «εμμονή» σε έργα που ο «πυρήνας» τους είναι η οικογένεια και πολύ καλά κάνει αφού αρχικά με την παράσταση «Για όνομα» , μετά με τον «Θεό της σφαγής» και τώρα με τον «Αύγουστο» δείχνει ότι μπορεί να διαχειριστεί εξαιρετικά τέτοιου είδους ζητήματα.
Εδώ λοιπόν δεν έχουμε να κάνουμε απλά με τη διαχείριση του δράματος. Σε αυτό το έργο η κωμωδία και η τραγωδία είναι κάτι που δύσκολα μπορείς να διαχωρίσεις αφού το ένα στοιχείο φτάνοντας στην ακραία του μορφή, συναντά το άλλο και υπάρχουν στιγμές που πολλοί θεατές μη μπορώντας να το διαχειριστούν ως πληροφορία ξεσπούν σε γέλια . Το πρόβλημα όμως είναι ξεκάθαρα του κοινού και όχι του σκηνοθέτη.
Αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ακόμα καλύτερα αν σκεφτεί ότι η κινηματογραφική εκδοχή του έργου, με επίσης εξαιρετικούς ηθοποιούς, παγκοσμίου εμβέλειας όπως η Μέριλ Στριπ, δεν είχε την αντίστοιχη επιτυχία της θεατρικής εκδοχής.
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης αφού λοιπόν επέλεξε ηθοποιούς, όχι απλά εγνωσμένης αξίας αλλά ικανούς να υπηρετήσουν ένα έργο με μεγάλες απαιτήσεις, δημιούργησε εξαίσιο ρυθμό σε ένα έργο διάρκειας 2,5 ωρών.
Επίσης ένα από τα κατορθώματα του συγγραφέα αρχικά αλλά και του σκηνοθέτη και των ηθοποιών, βέβαια, είναι ότι η παράσταση δεν έχει αυτό το χαρακτηριστικό τέτοιου είδους έργων που προσπαθώντας να σκιαγραφήσουν τους χαρακτήρες των πρωταγωνιστών κάνουν συνήθως μια «κοιλιά» για ένα χρονικό διάστημα, αφού τελειώνοντας το πρώτο μέρος μετά από μιάμιση ώρα και ενώ έχω εντυπωσιαστεί ήδη αρκετά, συνειδητοποίησα ότι υπήρχε ακόμα μία ώρα για να απολαύσω το όλο εγχείρημα.
Η Θέμις Μπαζάκα ερμηνεύει τον πιο ολοκληρωμένο πρωταγωνιστικό ρόλο που έχω δει ίσως μέχρι τώρα. Υιοθετεί πολύ επιτυχημένα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ρόλου της ως εθισμένη στα χάπια, έχει εξαιρετικές κορυφώσεις, αρκετές κωμικές στιγμές που όπως είπαμε μόνο κωμικές δεν είναι, ελέγχει απόλυτα το ρυθμό της και τον εναλλάσσει και στο τέλος γίνεται η προσωποποίηση ενός ολόκληρου κόσμου, αφού την ίδια στιγμή που καταδυναστεύει τους άλλους καταδυναστεύεται και η ίδια από τις παθογένειες που έχει δημιουργήσει.
Η Μαρία Πρωτόπαππα δίνει επίσης μια πολυδιάστατη ερμηνεία ως κόρη, αδελφή, σύζυγος και μητέρα όντας η πιο χαρακτηριστική γυναικεία παρουσία από τις τρεις αδελφές και στη διαμάχη με τη μητέρα της είναι καθηλωτική. Μαζί με τον πολύ καλό, ερμηνευτικά, Κώστα Ανταλόπουλο συνθέτουν ένα ζευγάρι που όπως πολλά άλλα δεν αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου.
Ο Μάνος Βακούσης εμφανίζεται για λίγο στην αρχή του έργου, παίζει όμως κομβικό ρόλο στην εξέλιξη του. Ίσως να επιλέχθηκε όμως ακριβώς γιατί για το ρόλο αυτό, χρειαζόταν ηθοποιός που θα μπορούσε να αφήσει το στίγμα του μέσα σε λίγα λεπτά και το κατάφερε απόλυτα.
Η Μαρίνα Ασλάνογλου ως μια εσαεί εξαρτημένη από τον άντρα γυναίκα, συνθέτει μαζί με τον Νίκο Αλεξίου ένα απολαυστικό ζευγάρι «καρικατούρα».
Ο Θύμιος Κούκιος έχει ένα διαφορετικού ύφους και εξαιρετικά ενδιαφέροντα ρόλο και οδηγεί το κοινό στο συμπέρασμα ότι στη σύγχρονη κοινωνία οι «διαφορετικοί» ή οι ονειροπόλοι, αναπόφευκτα έρχονται σε σύγκρουση με τη σκληρή πραγματικότητα, η οποία τους συνθλίβει.
Η Σίσσυ Τουμάση παρά το νεαρό της ηλικίας της στέκεται επάξια δίπλα στους πολύ έμπειρους συμπρωταγωνιστές της και κερδίζει τις εντυπώσεις με την εκφραστικότητα και την ενέργεια της.
Η Aurora Marion έχοντας το ρόλο του «παρατηρητή» δίνει με την επιβλητική της παρουσία στη σκηνή ένα από τα κεντρικά μηνύματα του έργου, την ανάγκη του ανθρώπου να λειτουργεί ως μέλος μιας κοινωνίας ακόμα κι αν αυτή φέρεται εχθρικά απέναντι του σε σημείο εξόντωσης.
Η Μαρία Κατσιαδάκη και ο Αλέξανδρος Μυλωνάς ερμηνεύουν επίσης δύο χαρακτηριστικούς τύπους γυναίκας και άντρα αντίστοιχα και καταφέρνουν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του κοινού.
Η Βίκυ Βολιώτη με τον σωστό χειρισμό των εκφραστικών της μέσων, συνθέτει μαζί με το Θύμιο Κούκιο το ζευγάρι με την πιο τραγική ίσως κατάληξη.
Η μουσική του Μίνου Μάτσα είναι απόλυτα ταιριαστή στο ύφος του έργου και εντείνει το συναίσθημα των θεατών.
Ο γυμνός, ξύλινος σκελετός του σπιτιού ως σκηνικό από την Αθανασία Σμαραγδή είναι επιβλητικό και λειτουργεί ως προοικονομία στα γεγονότα όπου ακολουθούν χωρίς, επίσης, καμιά επικάλυψη.
Τα κουστούμια από την Ιωάννα Τσάμη είναι πολύ προσεγμένα και ταιριαστά στο ύφος του κάθε χαρακτήρα.
Οι φωτισμοί του Αλέκου Γιάνναρου ενισχύουν το «στυλιζαρισμένο» σκηνικό.
Συμπερασματικά πρόκειται ίσως για την καλύτερη παράσταση της χρονιάς αφού ο βαθμός δυσκολίας της, για τους συντελεστές αλλά και το κοινό που δεν αποδέχεται εύκολα τέτοιου είδους έργα και στο τέλος το επιβραβεύει, μεγεθύνουν ακόμα περισσότερο την επιτυχία της.