Σκηνοθέτης: Λάκης Λαζόπουλος
Ερμηνεύουν:
Πρωταγωνιστούν: Κατερίνα Γερονικολού, Ορέστης Τζιόβας, Μάρω Κοντού, Νίκος Γαλανός, Σοφία Βογιατζάκη, Νίκη Παλληκαράκη ΚΑΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΤΣΑΣ!
Παίζουν ακόμα: Αλεξάνδρα Ταβουλάρη, Ιζαμπέλα Μπαλτσαβιά, Ελευθερία Παρασκευά, Κατερίνα Καρατζοπούλου, Υρώ Μακρή, Ζένια Μπονάτσου, Ελεάννα Φινοκαλιώτη, Αναστασία Σκοπελίτη.
Περιγραφή
Η πολυαναμενόμενη υπερπαραγωγή των Θεατρικών Σκηνών που έχει μαγνητίσει τον ενδιαφέρον των θεατρόφιλων δίνει ραντεβού στο πρώτο κουδούνι της χρονιάς στις 28 Οκτωβρίου στο θέατρο ΗΒΗ.
Περισσότερα
Ο Λάκης Λαζόπουλος υπογράφει τη διασκευή και σκηνοθεσία της δημοφιλούς κωμωδίας που επιστρέφει 56 χρόνια μετά, ενώ την παράσταση θα συνοδέψει η πρωτότυπη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.
Στο ρόλο της Λίζας Πετροβασίλη η Κατερίνα Γερονικολού και στο ρόλο του καθηγητή Δημήτρη Παπαδόπουλου ο Ορέστης Τζιόβας. Σε ρόλους έκπληξη οι θρύλοι του ελληνικού κινηματογράφου Μάρω Κοντού, Νικος Γαλανός και ο Κώστας Βουτσας! Μαζί τους, η Σοφία Βογιατζάκη και η Νίκη Παλληκαράκη.
Όλοι γνωρίζουν και αγαπούν την ιστορία της μαθήτριας, που όταν μία μέρα είναι αδιάβαστη, προσποιείται την άρρωστη για να αποφύγει το σχολείο. Ο γιατρός που καλείται απ τους ανήσυχους γονείς της να την εξετάσει, πείθεται να μην αποκαλύψει το ψέμα της, αλλά την ερωτεύεται και πολύ σύντομα παντρεύονται. Ο γάμος τους και ο μήνας του μέλιτος είναι ονειρικοί αλλά πολύ σύντομα η Λίζα νοσταλγεί το σχολείο και τις συμμαθήτριές της και έτσι αποφασίζει να επιστρέψει κρυφά στα θρανία…
Στις 8 Δεκεμβρίου του 1962, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή του θεάτρου "Κοτοπούλη", ενσαρκώνοντας τη Λίζα Πετροβασίλη σε μία κωμωδία του Αλέκου Σακελλάριου με τίτλο “Χτυποκάρδια στο Θρανίο”, και μουσική Μίμη Πλέσσα. Το 1963 γυρίζεται η ομώνυμη ταινία, πλαισιωμένη από μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελλάριου γεμίζοντας ασφυκτικά τις κινηματογραφικές αίθουσες επί σειρά μηνών.
Κα-τα-πλη-κτι-κή παράσταση. Το έργο του Σακελλάριου στέκει ανυποχώρητο μπροστά στις ευκολίες της εποχής και μας γυρίζει πίσω στα χρόνια της αθωότητας. Η μουσική του Χατζιδάκι μοναδική ντύνει τραγούδια που ξεσηκώνουν. Η σκηνοθεσία του Λαζόπουλου ευρηματική, σκηνικά υπερπαραγωγή που εναλλάσσονται γρήγορα, φωτισμοί έντονοι που ταιριάζουν στην ηλικία και τη δροσιά της πρωταγωνίστριας. Οι ηθοποιοί εξαιρετικοί φέρνουν σε πέρας μια ευφυή κωμωδία που άφησε εποχή. Η Κατερίνα Γερονικολού σε ρόλο που της πήγαινε γάντι, με όλη τη δροσιά και τσαχπινιά που απαιτούσε ο ρόλος, ο Ορέστης Τζιόβας φέρνει τον ρόλο στα μέτρα του με μεγάλη επιτυχία. Η Σοφία Βογιατζάκη δίνει τη δική της νότα στο όλο εγχείρημα. Γαλανός, Παλληκαράκη στους ρόλους των γονιών έδωσαν ρέστα. Άφησα για το τέλος δύο πολυαγαπημένους ηθοποιούς από τη στόφα των μεγάλων Βουτσά και Μάρω Κοντού που αποδεικνύουν περίτρανα ότι το ταλέντο με τα χρόνια δεν χάνεται και ότι οι άνθρωποι γερνούν μόνο όταν γερνούν οι ψυχές. Καταπληκτικό το βράδυ της 14ης Φεβρουαρίου κι ας πέρασα τη μέρα των ερωτευμένων με αγαπημένη φίλη. Θεατρομάνια ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ για τη διπλή πρόσκληση.
Κα-τα-πλη-κτι-κή παράσταση. Το έργο του Σακελλάριου στέκει ανυποχώρητο μπροστά στις ευκολίες της εποχής και μας γυρίζει πίσω στα χρόνια της αθωότητας. Η μουσική του Χατζιδάκι μοναδική ντύνει τραγούδια που ξεσηκώνουν. Η σκηνοθεσία του Λαζόπουλου ευρηματική,σκηνικά υπερπαραγωγή που εναλλάσσονται γρήγορα, φωτισμοί έντονοι που ταιριάζουν στην ηλικία και τη δροσιά της πρωταγωνίστριας. Οι ηθοποιοί εξαιρετικοί φέρνουν σε πέρας μια ευφυή κωμωδία που άφησε εποχή. Η Κατερίνα Γερονικολού σε ρόλο που της πήγαινε γάντι, με όλη τη δροσιά και τσαχπινιά που απαιτούσε ο ρόλος, ο Ορέστης Τζιόβας φέρνει τον ρόλο στα μέτρα του με μεγάλη επιτυχία. Η Σοφία Βογιατζάκη δίνει τη δική της νότα στο όλο εγχείρημα. Γαλανός, Παλληκαράκη στους ρόλους των γονιών έδωσαν ρέστα. Άφησα για το τέλους δύο πολυαγαπημένους ηθοποιούς από τη στόφα των μεγάλων Βουτσά και Μάρω Κοντού που αποδεικνύουν περίτρανα ότι το ταλέντο με τα χρόνια δεν χάνεται και ότι οι άνθρωποι γερνούν μόνο όταν γερνούν οι ψυχές. Καταπληκτικό το βράδυ της 14ης Φεβρουαρίου κι ας πέρασα τη μέρα των ερωτευμένων με αγαπημένη φίλη. Θεατρομάνια ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ για τη διπλή πρόσκληση.
Κριτική από το Γιάννη Λάζιο
Τα φώτα ανάβουν και ένα θεαματικό σκηνικό φανερώνεται. Με τη συνδρομή της σύγχρονης τεχνολογίας και τη φαντασία του δημιουργού, γεννήθηκε μία υπερπαραγωγή σκηνικών, που δεν έπαψε στιγμή να μας γοητεύει και να μας εκπλήσσει.
Αλλαγή σκηνικού με χρήση προτζέκτορα, αντικείμενα που ζωντανεύουν στη σκηνή μέσα από την εικόνα και η τέλεια διάδραση μέσα από την ολοζώντανη προβολή, είναι κάποια από τα στοιχεία της ιδέας του σκηνικού, η οποία ενισχύεται από έντονους φωτισμούς. Φώτα έντονα, που συμβαδίζουν με τη ζωντάνια της ηλικίας της πρωταγωνίστριας φωτίζουν κάθε γωνιά, υπονοώντας, ίσως, πως υπό το φως όλα φανερώνονται…
Ταυτόχρονα, ο φωτισμός συνοδεύει τη πρωτότυπη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και το χορό δίνοντας το ρυθμό και εντάσσοντας έτσι το κοινό στην ιστορία. Βέβαια, όσο θεαματικά και αν είναι τα σκηνικά και τα φώτα δεν αρκούν. Και εδώ έρχεται η σκηνοθεσία και η ερμηνεία του ηθοποιού. Αναφορικά με την πρώτη, ο Λάκης Λαζόπουλος έξυπνα απέφυγε να αλλάξει το χρώμα των μαλλιών της πρωταγωνίστριας σε ξανθό, καθώς κάτι τέτοιο θα κατέστρεφε την παράσταση. Έμεινε πιστός στο θεατρικό κείμενο του Σακελλαρίου, αλλάζοντας μόνο το φύλο του διευθυντή, που έγινε γυναίκα. Αυτή η αλλαγή θα ήταν περισσότερο ολοκληρωμένη αν συνδυαζόταν με υφολογική τροποποίηση των γυναικών εν γένει.
Αναφορικά με την ερμηνεία, πρώτη εμφανίζεται στη σκηνή, η Σοφία Βογιατζάκη, που αν και δεν έχει πολύ κείμενο, με την παρουσία της δίνει μια άλλη δυναμική κάθε φορά που εμφανίζεται. Όπως στην αρχή του έργου, όταν ξυπνάει τη Λίζα (Κατερίνα Γερονικολού) και έρχεται αντιμέτωπη με τη μικρή μαθήτρια, η οποία δεν έχει καμία όρεξη να πάει στο σχολείο. Έτσι σκαρφίζεται την συνηθέστερη μεταξύ μικρών και μεγάλων δικαιολογία: είμαι άρρωστη! Η υπηρέτρια, μη μπορώντας να πείσει την Λίζα να σηκωθεί από το κρεβάτι, φωνάζει τη μητέρα της (Νίκη Παλληκαράκη). Η πάντα δύσπιστη μάνα δε θα πειστεί μέχρις ότου μπει στο δωμάτιο ο σύζυγός της (Νίκος Γαλανός). Πως να αντισταθεί ο «μπαμπάκας» στα λεγόμενα της κόρης του; Θα ζητήσει να έρθει γρήγορα ένας γιατρός. Και όπως ήθελε η μοίρα (ή μάλλον ο Αλέκος Σακελλάριος) ο γιατρός-καθηγητής (Ορέστης Τζιόβας) θα είναι και ο άντρας της ζωής της Λίζας.
Ο καθηγητής, Δημήτρης Παπαδόπουλος, με απόλυτη φυσικότητα και χωρίς να μπει σε σύγκριση με τον κινηματογραφικό Παπαμιχαήλ, θα ερμηνεύσει τον ερωτευμένο ζηλιάρη σύζυγο, που αγαπάει και προστατεύει τη νεαρή του σύζυγο.
Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε τόσο ο Νίκος Γαλανός, όσο και η Νίκη Παλληκαράκη στο ρόλο των γωνιών. Μας μετέφεραν ευχάριστα σε μια άλλη εποχή, που ενώ μας ενθουσιάζει για την αθωότητά της, ταυτόχρονα μας θυμίζει τη θέση της γυναίκας, η οποία δεν είναι τίποτα περισσότερο από σύζυγος, μητέρα και ενίοτε ερωμένη. Αυτό το ρόλο καλείται να παίξει στη ζωή της και η Λίζα Πετροβασίλη, ένα ρόλο πληκτικό για την ηλικία της, στον οποίο θα αντιδράσει βρίσκοντας διέξοδο στο σχολείο με τις φίλες της, οι οποίες την πλαισιώνουν στο τραγούδι και στο χορό. Επειδή, όμως, είναι δύσκολο να κρατήσει τις ισορροπίες μεταξύ συζύγου και μαθήτριας, οι επιδόσεις της θα πέσουν τόσο χαμηλά, που ο φιλόλογός της (Κώστας Βουτσάς) θα της συστήσει έναν προγυμναστή.
Ο Κώστας Βουτσάς ανήκοντας στους σπουδαίους κωμικούς ξέρει πως να κάνει το κοινό να γελάσει με μια κίνηση, κουβέντα ή ατάκα. Έτσι παρόλη τη φανερή του κόπωση ήταν και πάλι ο μεγάλος κωμικός. Διευθύντρια στο σχολείο είναι η Μάρω Κοντού. Ρόλος έκπληξη, μιας και περιμέναμε έναν άντρα σ ‘αυτό το ρόλο, καθώς ο σκηνοθέτης κράτησε αυστηρά τα στοιχεία της εποχής. Έτσι, πως είναι δυνατόν να είναι μια γυναίκα διευθυντής εκείνη την εποχή; Εντούτοις, ενσάρκωσε μια γυναίκα δυναμική, αυστηρή και ανέραστη. Κάτι που γίνεται ολοφάνερο από το μελαγχολικό της τραγούδι.
Τέλος, η πρωταγωνίστρια του έργου: Κατερίνα Γερονικολού, ήρθε αντιμέτωπη με ένα μεγάλο ερμηνευτικό πρόβλημα που ακούει στο όνομα Αλίκη Βουγιουκλάκη. Δηλαδή, το πως ο κάθε θεατής μέσα στο θέατρο ακούγοντας «Χτυποκάρδια στα θρανία» σκέφτεται την Αλίκη. Το νάζι, τη φωνή και τη κίνησή της. Ωστόσο, μένοντας πιστή στο κείμενο και μη προσπαθώντας να μιμηθεί την Αλίκη κατάφερε να διαφοροποιήσει τον εαυτό της. Το μόνο, ίσως, που θα μπορούσε κανείς να της επισημάνει είναι ότι η ερμηνεία της ήταν τόσο γρήγορη και νευρική, που καταντούσε εκνευριστική. Κατά τα άλλα πρόκειται για μια παράσταση που αξίζει και τον κόπο και τον χρόνο του θεατή.