Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους

Αρχείο Παίχτηκε από 03/12/2018 έως 29/01/2019
στο Πορεία
Διάρκεια: 120' (χωρίς διάλειμμα)
Συγγραφέας: Ευγένιος Ο' Νηλ
Μετάφραση: Θοδωρής Τσαπακίδης, Ισμήνη Φραγκιουδάκη
Σκηνοθέτης: Μαριλίτα Λαμπροπούλου
Σκηνογραφία: Νίκη Ψυχογιού
Κοστούμια: Νίκη Ψυχογιού
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Μουσική: Κώστας Γάκης
Ερμηνεύουν:

Διανομή:
Τζόσι Χόγκαν: Ιωάννα Παππά
Φιλ Χόγκαν, ο πατέρας της: Γιάννης Νταλιάνης
Τζιμ Ταϊρόν: Γιώργος Τριανταφυλλίδης
Στέντμαν Χάρντερ: Ιώκο - Ιωάννης Κοτίδης
Μάικ Χόγκαν: Ντίνος Γκελαμέρης

Περιγραφή

Λόγω της μεγάλης προσέλευσης του κοινού και στην παράσταση "Ενα φεγγάρι για τους καταραμένους" του Ευγένιου Ο Νηλ, θα δοθούν 4 επιπλέον παραστάσεις αύριο 8 , καθώς επίσης και στις 15, 22 & 29 Ιανουαρίου στις 20.30

Περισσότερα

"Δεν υπάρχει τίποτα να δουν. Τίποτα απολύτως. Εκτός από ένα μεγάλο θαύμα."

Πρόκειται για το κύκνειο άσμα του μεγάλου Αμερικανού Συγγραφέα, που παρουσιάζεται στην Ελλάδα για πρώτη φορά έπειτα από 20 χρόνια, σε καινούργια μετάφραση και με διαφορετική ματιά. Με πυρήνα τις σπαρακτικές σχέσεις των προσώπων, η παράσταση επιχειρεί να διανοίξει έναν νέο φαντασιακό χώρο στον ρεαλισμό του Ο' Νηλ, που θα επικοινωνεί με τις αλήθειες του καθενός μας. Στο Ένα Φεγγάρι για τους Καταραμένους, μια μέρα κωμωδίας και μια νύχτα τραγωδίας συνθέτουν ένα ευδιάθετο purgatorium και ένα πικρό paradiso.

Σε έναν ξεχασμένο τόπο, τρία πρόσωπα έρχονται αντιμέτωπα με την επιθυμία τους και την ανεπάρκειά τους. Ο αλκοολικός, ξεπεσμένος ηθοποιός Τζιμ Ταϊρόν, μαθημένος  στη ζωή του Μπρόντγουεϊ και στις νυχτερινές κραιπάλες της Νέας Υόρκης, βρίσκεται για λίγο σε μια άγονη επαρχία, σε ένα κτήμα που σύντομα θα γίνει δικό του. Εκεί συναντιέται με τη Τζόσι Χόγκαν, μια νεαρή γυναίκα, τελείως διαφορετική από αυτές που έχει γνωρίσει ως τώρα. Εκείνη βλέπει σ' αυτόν όλη την ευγένεια και τα ψυχικά χαρίσματα που ο ίδιος δεν αναγνωρίζει ούτε στον εαυτό του. Ο πατέρας της Τζόσι, ο φτωχός μετανάστης Φιλ Χόγκαν, ελπίζει σε έναν γάμο ανάμεσά τους, που θα τον ξελάσπωνε από τη φτώχεια και τα χρέη. Καταστρώνει απίθανα σχέδια προκειμένου να τους ενώσει. Όμως σ' αυτή την ένωση θα υψωθούν σαν ανίκητα εμπόδια η διαφορετικότητά τους, οι ψευδαισθήσεις τους και τα φαντάσματα που τους στοιχειώνουν. Το φως του φεγγαριού  θα φωτίσει τα περασμένα και θα τους φανερώσει το αληθινό τους πρόσωπο. Με το ξημέρωμα θα έρθει μια απρόσμενη κάθαρση. Υπάρχει χώρος για το θαύμα; Ένα έργο για την εξάρτηση, το ψέμα, την ενοχή.

Βοηθός Σκηνοθέτη: Ιφιγένεια Ντούμη, Ελπίδα Τοπάλογλου
Φωτογραφίες-trailer: Βάσια Αναγνωστοπούλου

 

Φωτογραφίες

Βίντεο

6 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Από την θεατρολόγο Μαρία Μαρή

    Το Θέατρο Πορεία, μετά τη Σκακιστική Νουβέλα του Στέφαν Τσβάιχ, συνεργάζεται ξανά με τη Μαριλίτα Λαμπροπούλου και την ομάδα Zero Gravity παρουσιάζοντας από 15 Οκτωβρίου 2018 το κύκνειο άσμα του Ευγένιου Ο' Νηλ «Ένα Φεγγάρι για τους Καταραμένους» (1943) σε συνεργασία με την εταιρία θεάτρου Ακτίς - Μοντέρνοι Καιροί.

    Στη σκηνή μια παράγκα και βαρέλια. Πρόκεται για το φτωχικό σπίτι ενός αγρότη στο Κονέκτικατ το οποίο ανήκει στον ενοικιαστή γης Φιλ Χόγκαν. Το έργο εκτυλίσσεται από το μεσημέρι κάποιας μέρας, στις αρχές Σεπτέμβρη του 1923, ως τα ξημερώματα της επομένης.

    Η σπαρακτική έως σοκαριστική εισαγωγική σκηνή της καταδίωξης, της προσπάθειας ακινητοποίησης κι εντέλει της μεταφοράς και σφαγής του γουρουνιού, λειτουργεί ως μια έξοχη προοικονομία του εγκλωβισμού του, της παγίδευσης και της τελικής πτώσης, κυριολεκτικά και μεταφορικά, των ηρώων αλλά και του ανθρώπου γενικότερα.

    Η κίνηση του ηθοποιού (Ιωκό - Ιωάννης Κοτίδης) είχε το δέοντα τραγικό χαρακτήρα και οδηγούσε τον θεατή, με το σβήσιμο των φώτων πριν την αρχή του έργου, να ενταχθεί πλήρως στο κλίμα καταπίεσης και εγκλεισμού.

    Ο Ευγένιος Ο΄Νηλ είναι ο πρώτος αμερικανός δραματουργός που υιοθέτησε στο έργο του τις τεχνικές ρεαλισμού, γνωστές στο ευρωπαϊκό θέατρο από τον Άντον Τσέχωφ, τον Ερρίκο Ίψεν και τον Αύγουστο Στρίντμπεργκ. Τα έργα του τραγικά και απαισιόδοξα παρουσιάζουν περιθωριοποιημένους χαρακτήρες, που προσπαθούν να διατηρήσουν ακέραια κάποια όνειρά τους, ώστε να μη χάσουν την ανθρωπιά τους. Σπάνια το καταφέρνουν, ωστόσο ο συγγραφέας τους παρακολουθεί στην απεγνωσμένη πορεία τους προς το χαμό.

    Η Τζόσι ( Ιωάννα Παππά) έχοντας φυγαδεύσει και τα άλλα της αδέλφια επιχειρεί να φυγαδεύει και τον αδελφό της Μάικ, μακριά από έναν πατέρα – «αράχνη» και συνάμα «βαμπίρ», ο οποίος υποδουλώνει τα παιδιά του και τα θεωρεί κτήμα του. Ο Φιλ Χόγκαν ( Γιάννης Νταλιάνης), φτωχός μετανάστης, πότης, προσπαθεί να βρει τρόπους να κερδίσει χρήματα. Προξενεύει την κόρη του Τζόσι στον αλκοολικό, ξεπεσμένο ηθοποιό Τζιμ Ταϊρόν ( Γιώργος Τριανταφυλλίδης), μαθημένο στη ζωή του Μπρόντγουεϊ και στις νυχτερινές κραιπάλες της Νέας Υόρκης, που οσονούπω θα έχει ένα μεγάλο κτήμα στην επαρχία όπου ζουν.

    Όλοι οι ήρωες είναι μπλεγμένοι σε ένα παρελθόν, που λειτουργεί όχι μόνο σαν άγκυρα, αλλά και σαν πέτρα στο λαιμό. Αδύνατο να απεμπλακούν από την εικόνα που θέλουν να δώσουν στον άλλο και αδύνατο να μην αποκαλυφθεί η μεγάλη εσωτερική τους διάλυση.

    Η Ιωάννα Παππά, δείχνει, ενώ δεν είναι, όπως θα αποκαλυφθεί, μια εύκολη κοπέλα, που νταραβερίζεται με τους άντρες της περιοχής. Όμως δεν παντρεύεται κανέναν. Αρχικά συμπεριφέρεται σαν αγοροκόριτσο απέναντι σε έναν σκληρό πατέρα, τον οποίο δεν πρόκειται να εγκαταλείψει ποτέ. Θυσιάζει τον εαυτό της για να απελευθερώσει τα αδέλφια της, ταυτίζεται μαζί του, δίνοντας την εντύπωση ότι είναι όμοιοι. Δεν επιτρέπει στον εαυτό της να ερωτευτεί και η άμυνά της είναι η εικόνα που τέλεια υποστηρίζει, αυτή της εύκολης.

    Ο πατέρας με τρόπο μεθοδικό προωθεί τον Τζιμ Ταϊρόν στην Τζόσι, επιχειρεί να της καλλιεργήσει την πεποίθηση ότι του αρέσει, ενώ φροντίζει παράλληλα να εξομαλύνει την άγρια εικόνα του Ταϊρόν, λέγοντάς της ότι «κάνει τον σκληρό και το χυδαίο, για να αντέξει τη ζωή, που τον βασανίζει. Αυτό δεν κάνουμε όλοι;» Αυτή είναι η μεγάλη αλήθεια του έργου. Όλοι κάπως αλλιώς παρουσιάζονται, σε σημείο που δεν ξέρει κανείς πια είναι η πραγματική φύση τους. Ο Ταϊρόν το λέει καλά «Εμπιστοσύνη δείχνουν μόνο τα κορόιδα».

    Η μετάφραση και η ερμηνεία αποδίδουν ακριβώς την παρακμή καθώς ο λόγος είναι ακραία ρεαλιστικός. Η Τζόσι διέπεται από μια ανομολόγητη ανάγκη να αγαπηθεί. Ωστόσο δεν το δείχνει καθόλου. Αντίθετα κάνει ό,τι μπορεί για να το κρύψει. Στον Ταϊρόν βλέπει ευαισθησίες, που μπορεί και να μην έχει, προβάλλοντας σ’ αυτόν τις δικές της, ίσως, ανησυχίες.

    Σε συνεννόηση με τον πατέρα της, κλείνει ραντεβού με τον Ταϊρόν προκειμένου να γίνουν ζευγάρι , οδηγώντας τον σε μια καλοστημένη παγίδα για να τους παραχωρήσει το κτήμα. Η μια ανατροπή διαδέχεται την άλλη. Τον μεθά όσο μπορεί, υποδύεται την εύκολη και διαθέσιμη, προδίδεται όμως, καθώς δε μπορεί να το υποστηρίξει επηρεασμένη σ’ ένα βαθμό κι απ’ τα αισθήματά της γι’ αυτόν, ο οποίος παρόλα αυτά αποκαλύπτει τη βίαιη, ελλειμματική του προσωπικότητα, που καθώς φαίνεται όσο και να θέλει δε μπορεί να αγαπήσει καθώς είναι πολλά τα ψυχικά χρέη του παρελθόντος. Αν και ο Ο΄Νηλ είναι ο πατέρας του σύγχρονου ρεαλιστικού θεάτρου, διακρίνεται στο έργο του και μια μεταφυσική διάσταση για όσα μοιραία καταδικάζουν τον άνθρωπο. Ενδιαφέρουσα και αυτή η θεώρηση, καθώς διερευνά πολλαπλά επίπεδα των τραγικών του ηρώων.

    Οι ηθοποιοί προσπάθησαν από την πλευρά τους να αποδώσουν στον μέγιστο δυνατό βαθμό τον πολυεπίπεδο αυτόν προβληματισμό του συγγραφέα και αξίζουν συγχαρητήρια. Στο ρόλο του Φιλ Χόγκαν ο Γιάννης Νταλιάνης έχει τη στόφα του μεγάλου ηθοποιού κατορθώνοντας να είναι την ίδια ώρα μεθύστακας, συμφεροντολόγος και ένας αξιοθρήνητα ανασφαλής και λούμπεν χαρακτήρας μέσα σε μια ανταγωνιστική κοινωνία. Με την ίδια ανασφάλεια και ακόμα μεγαλύτερη η Ιωάννα Παππά στο ρόλο της Τζόσι Χόγκαν μοιάζει να απεκδύεται τη γυναικεία της φύση, καθώς και τη συνδεόμενη μ’ αυτή διάθεση για τεκνοποίηση. Πώς να μην κάνει κάτι τέτοιο, όταν παρατηρεί τα θύματα της οικογένειας στο ίδιο το δικό της περιβάλλον.

    Καμία διαφυγή. Όλα, η οικογένεια κι η κοινωνία στραγγαλίζουν τα μέλη τους, αφήνοντάς τα κενά, ψυχικά λειψά και βαθιά εγκαταλελειμμένα. Το ίδιο κι ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης στο ρόλο του Τζιμ Ταϊρόν. Δοκίμασε μια καριέρα στο Μπρόντγουεϊ, διεφθάρη, επέστρεψε και μεταφέρει τα βιώματά του, όπως η χελώνα το καβούκι της. Γίνεται μέθυσος για να διαφύγει από ό,τι τον πονά. Το αλκοόλ και η σκληρότητα απέναντι στον εαυτό του και στους άλλους. Η αδυναμία απαγκίστρωσης από το νοσηρό παρελθόν τους καθιστά όλους καταραμένους.

    Ο Ντίνος Γκελαμέρης αξιοπρόσεκτος στο ρόλο του Μάικ Χόγκαν, του θυμωμένου, αλλά δραστήριου νέου, έτοιμου να πετάξει με την ώθηση της αδελφής του μακριά. Κανένα από τα αδέλφια αφότου έφυγαν δεν ξαναγύρισαν να τη δουν. Μόνο έτσι μπορείς να ξεφύγεις από την οικογενειακή κατάρα αν απομακρυνθείς από την πληγή, αλλιώς αυτή λειτουργεί σα δίνη και δε ξεμπλέκεις ποτέ. Δεν πρέπει να ξανακοιτάξει κανείς πίσω. Τα αδέλφια της το κατάφεραν, οι υπόλοιποι όμως όχι. Μέσα από σπαράγματα λόγων προκύπτει ότι δε μπορούν να είναι καν ο εαυτός τους, γιατί αυτός έχει πια αλλοιωθεί σε τέτοιο βαθμό, που τον έχουν πια ξεχάσει. Καμία απόλαυση! «Δεν πάει στο διάολο και το φεγγάρι!»

    Ο Ιωάννης Κοτίδης στο ρόλο του Στέντμαν Χάρντερ, προσωποποιεί αυτήν την κοινωνία που συνθλίβει τον αδύναμο γιατί απλά μπορεί. Τον εμπαίζει λίγο ο Χόγκαν, πριν ο Χάρντερ βάλει τον πατέρα του να τους κατατροπώσει.

    Η μετάφραση των Θοδωρή Τσαπακίδη και της Ισμήνης Φραγκιουδάκη απέδωσε με αξιοθαύμαστη πιστότητα τη σκέψη του συγγραφέα και σκηνικά μπόρεσε να μεταδόσει την εντύπωση της τραχιάς, αμερικάνικης προφοράς των περιθωριοποιημένων ανθρώπων.

    Απολύτως λειτουργικά τα σκηνικά και τα κοστούμια της Νίκης Ψυχογιού. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη, έδωσαν στο χώρο την αίσθηση που έπρεπε να έχει, αναδεικνύοντας τη μελαγχολία ενός φτωχικού και μίζερου αγροτικού καταλύματος, την κρισιμότητα της κάθε ώρας και βέβαια το φεγγάρι. Σε όλα αυτά σημαντικός ο ρόλος της μουσικής του Κώστα Γάκη.