Η άνοδος του Αρτούρο Ούι

from 16/10
3oς Χρόνος
Duration: 90'
Κείμενο: Μπέρτολτ Μπρεχτ
Μετάφραση: Κ. Παλαιολόγος
Απόδοση: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, Άρης Μπινιάρης
Δραματουργική επεξεργασία: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, Άρης Μπινιάρης
Director: Άρης Μπινιάρης
Σκηνογραφία: Πάρις Μέξης
Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Μουσική σύνθεση: Αλέξανδρος Κτιστάκης
Χορογραφία: Χαρά Κότσαλη
Κίνηση: Χαρά Κότσαλη
Ερμηνεύουν: Μιχάλης Βαλάσογλου, Θανάσης Ισιδώρου, Άρης Κασαπίδης, Τάσος Κορκός, Κώστας Κορωναίος, Δαυίδ Μαλτέζε, Ερρίκος Μηλιάρης, Μάριος Παναγιώτου, Μαρία Παρασύρη, Αλεξία Σαπρανίδου, Φοίβος Συμεωνίδης και Γιώργος Χρυσοστόμου. * Από τον Φεβρουάριο οι Κίμων Κουρής και Σωτήρης Τσακομίδης αντικαθιστούν τους Μιχάλη Βαλάσογλου και Κώστα Κορωναίο.

Description

Η σκοτεινή παρτιτούρα της εξουσίας επιστρέφει για τρίτη χρονιά στο Θέατρο ARK || «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» με τον Γιώργο Χρυσοστόμου.
Για δύο σεζόν σημείωσε απανωτά sold out με τα διαθέσιμα εισιτήρια να είναι δυσεύρετα.

Η παράσταση του Άρη Μπινιάρη, «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι», επιστρέφει στο Θέατρο ΑRK σαν σκοτεινή υπόμνηση της σύγχρονης ανόδου του φασισμού και μας προσκαλεί για άλλη μια χρονιά σε ένα αλληγορικό ταξίδι στον κόσμο της εξουσίας, της διαφθοράς και της ανθρώπινης αδυναμίας.

Η σκηνοθετική οπτική του Άρη Μπινιάρη αποπνέει μία σκοτεινή ατμόσφαιρα και ένταση και μεταμορφώνει τη μακάβρια φάρσα του Μπρεχτ σε καθηλωτική θεατρική εμπειρία με δυστοπικές σύγχρονες διαστάσεις.

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου στον ρόλο του Αρτούρο Ούι δίνει μια από τις πιο στιβαρές ερμηνείες της σύγχρονης ελληνικής σκηνής αποδίδοντας με ακρίβεια την αδίστακτη φιλοδοξία, την υποκρισία και τον αμοραλισμό του μπρεχτικού ήρωα.

More

Το έργο

Το έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι», ένα αριστουργηματικό μείγμα σάτιρας, πολιτικού σχολιασμού και σκοτεινού χιούμορ, παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο. Ο Μπρεχτ, γράφοντάς το έργο αυτό το 1941, κατάφερε να προβλέψει με ακρίβεια πολλές από τις μεθόδους που θα χρησιμοποιούσαν οι Ναζί  για να κατακτήσουν την εξουσία.

Ο χαρακτήρας του Αρτούρο Ούι είναι εμπνευσμένος από τη φιγούρα του Αδόλφου Χίτλερ. Και οι δύο άντρες ξεκίνησαν από τα βάθη της κοινωνίας, εκμεταλλεύτηκαν τις κοινωνικές αναταραχές και τον φόβο των ανθρώπων, χρησιμοποίησαν τη ρητορική και τη διαφήμιση για να κερδίσουν την εξουσία και, τελικά, κατέστρεψαν εκατομμύρια ζωές.

Με φόντο τον υπόκοσμο του Σικάγο του Μεγάλου Κραχ, τα γεγονότα του έργου αντικατοπτρίζουν την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ και του ναζιστικού καθεστώτος στη Γερμανία και “σημαδεύουν” τους μηχανισμούς που στηρίζουν και εκτρέφουν τον φασισμό.

Τελικά, «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» λειτουργεί σαν προειδοποιητικό παράδειγμα ενάντια στη γοητεία της δημαγωγίας και του αυταρχισμού και υπενθυμίζει πως η χειραγώγηση της πληροφορίας μπορεί να επηρεάσει νευραλγικά την κοινή γνώμη και να εδραιώσει την εξουσία.

Η παράσταση

Ο Άρης Μπινιάρης με τον μοναδικό ιδιοσυγκρασιακό του τρόπο απεικονίζει την άνοδο της δημαγωγικής φιγούρας του Αρτούρο Ούι και μεταμορφώνει το θέατρο ΑΡΚ σε μία σκοτεινή και απόκοσμη πασαρέλα πάνω στην οποία βλέπουμε τους θλιβερούς αντικατοπτρισμούς της κοινωνίας μας.

Απόλυτα συμπορευόμενος με τον Μπρεχτ υποστηρίζει ότι ο φασισμός δεν είναι ένα φαινόμενο αποκομμένο από το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον. Αντίθετα, αποτελεί μια λογική συνέπεια του καπιταλισμού, όταν αυτός οδηγεί σε ακραίες ανισότητες και κοινωνικές συγκρούσεις.

Στον ρόλο του Αρτούρο Ούι ο Γιώργος Χρυσοστόμου, που ερμηνεύει με τρόπο μοναδικό τον αποτρόπαιο αυτόν γκάνγκστερ του μεσοπολέμου, ενώ οι Μιχάλης Βαλάσογλου, Θανάσης Ισιδώρου, Άρης Κασαπίδης, Τάσος Κορκός, Κώστας Κορωναίος, Δαυίδ Μαλτέζε, Ερρίκος Μηλιάρης, Μάριος Παναγιώτου, Μαρία Παρασύρη, Αλεξία Σαπρανίδου, Φοίβος Συμεωνίδης συμπληρώνουν την εξαιρετική διανομή δημιουργώντας ζωντανούς και πολυδιάστατους χαρακτήρες.

Η διαρκώς παρούσα μουσική σύνθεση του Αλέξανδρου Κτιστάκη δημιουργεί μία υποβλητική ατμόσφαιρα με την οποία εναρμονίζονται οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου και τα εξαιρετικά σκηνικά και κοστούμια του Πάρι Μέξη.

Σχεδιασμός ήχου: Χάρης Κρεμμύδας

Βοηθός σκηνοθέτη: Νεφέλη Παπαναστασοπούλου

Βοηθός σκηνογράφου- ενδυματολόγου: Αλέγια Παπαγεωργίου

Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας

Video promo: Θωμάς Παλυβός

Art direction promo: Πάρις Μέξης

Επικοινωνία – Γραφείο Τύπου: Μαρία Τσολάκη

Social Media – Διαφήμιση: Renegade Media, Βασίλης Ζαρκαδούλας

Παραγωγή: Τεχνηχώρος

Photos

When & Where

Θέατρο ARK

from 16/10
Ιωάννου Δροσοπούλου 197
tel: 21 0211 3269

Tickets: 20€ κανονικό, 18€ φοιτητικό, ΑΜΕΑ, ανέργων, άνω 65 ετών
Πληροφορίες: 21 0211 3269
Προπώληση: https://www.viva.gr/tickets/theater/i-anodos-tou-artouro-oui-tou-mpertolt-mprext/

Days & Times
Δ
Τ
Τ 20:00
Π 21:00
Π 21:00
Σ 18:15 & 21:00
Κ 20:00

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ!! Είχα χρόνια να δω τόσο ωραία παράσταση! Μου θύμησε μεταφορά κόμικς στο σανίδι. Οι ερμηνείες σε άλλο επίπεδο! Πρόσεξαν την κάθε λεπτομέρεια. Ακόμα και οι ανάσες τους, η λάμψη στο βλέμμα τους, οι κινήσεις τους...Καταπλητική σκηνοθεσία. Οι άνθρωποι πίσω παό τον ήχο, χάρισαν την ατμόσφαιρα που απετούσε ένα τέτοιο έργο. Ήταν ένα αληθό θρίλερ!
    Συγχαρητήρια σε όλους.

  2. Από την Υπ. Διδάκτoρα Θεατρολογίας Σιμόνη- Μαρια Γκολούμποβιτς

    Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ (Bertolt Brecht), έγραψε το αλληγορικό έργο Η Άνοδος του Αρτούρο Ούι το 1941 βασιζόμενος στις Φλωρεντινές ιστορίες του Νικολό Μιακιαβέλι. Η αλληγορία αυτού έγκειται στον παραλληλισμό της περιόδου που ακολούθησε το οικονομικό κραχ με αυτή που οδήγησε τον Χίτλερ στην εξουσία. Πιο συγκεκριμένα η δράση του έργου τοποθετείται στο Σικάγο του Μεσοπολέμου και πραγματεύεται την ιστορία ενός πλήθους κοινών εγκληματιών, οι οποίοι βαθμιαία αναδεικνύονται σε πολιτικό σχηματισμό παρασύροντας τον αγανακτισμένο λαό με τους πνευματικούς και ηθικούς παράγοντες να εκλείπουν. Αρχηγός της παράταξης αναδεικνύεται ο Αρτούρο Ούι, ο οποίος εκμεταλλευόμενος την ισχύουσα εκτεταμένη ένδεια και την απόγνωση του λαού εισέρχεται στο τραστ του κουνουπιδιού, παραγκωνίζοντας και εξαλείφοντας οποιοδήποτε κώλυμα προσωπικού οφέλους.

    Ο Άρης Μπινιάρης έστησε μια παράσταση που συνδύασε την αισθητική της καλλιτεχνικής παραγωγικής διαδικασίας, της αισθητικής του έργου και της αισθητικής της πρόσληψης. Αναφορικά με την πρόσληψη του έργου ο ίδιος ακολούθησε τεχνοτροπία της συγγραφής του Μπέχτ, που χαρακτηρίζεται από απαλλαγή της τέχνης και της σκηνής από περίσσια «αισθητικά ψιμμύθια» και επιπρόσθετα αισθηματικά ευρήματα. Με άμεση τη συνέπεια και ακολουθία των σκηνοθετικών οδηγιών από όλους τους συντελεστές αποδόθηκε η πυκνότητα της δράσης και η διαδοχή των επεισοδίων -που όχι μόνο ικανοποίησαν τις θεαματικές απαιτήσεις αλλά τόνισαν την ουσία του δραματικού θεάτρου. Ο σκηνοθέτης αξιοποιώντας τα εργαλεία του επικού θεάτρου προκειμένου να αναιρέσει τις έννοιες της απάτης και του ψεύδους (παρουσία γελωτοποιού/αφηγητή, θέατρο αφύπνισης, τοποθέτηση θεατών έναντι τίνων, εμβόλιμα τραγούδια, μέθοδος αποστασιοποίησης και εστίαση στην ανθρώπινη φύση), και με κυνική ειλικρίνεια θεωρώ πως ανέδειξε τα έσχατα προβλήματα της ανθρώπινης μοίρας και εικονογράφησε τις αντινομίες (που τη διέπουν) και τις έννοιες (που επιτρέπουν την αέναη παραγωγή και αναπαραγωγή τους).

    Η γκροτέσκα και συνάμα ζοφερή σκηνοθετική προσέγγιση υποβοηθήθηκε και από τη μετάφραση του λογοτεχνικού κειμένου (Κ. Παλαιολόγος), η οποία μέσω της επιτελεστικής εκφοράς του λόγου επανατοποθέτησε το έργο στον 21ο αιώνα, εστιάζοντας στις έννοιες που αναπαριστούν τον διαλυμένο κόσμο από τάξη και αρμονία και που συνθέτουν έναν παραλληλισμό με την σύγχρονη διαφθορά και παραποίηση της πραγματικότητας, που χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων από συμμαχίες, τα ατομικά και διαπλεκόμενα συμφέροντα, προπαγάνδα και αλλοτρίωση. Η εσωτερική οργάνωση του έργου και η σκηνική οικονομία ήταν συνυφασμένα με τις διαστάσεις και την αλληλουχία των γεγονότων. Ιδιάιτερο ενδιαφέρον προκάλεσε το σκηνικό, που αναπαριστούσε τη προβλήτα του λιμανιού του Σικάγου (Πάρις Μέξης). Η συνολική δράση να λαμβάνει χώρα ενώπιον των εκατέρωθεν θεατών σε έναν υπερυψωμένο διάδρομο/ πασαρέλα του νέου θεατρικού χώρου ΑΡΚ, προκαλώντας νέες συνθήκες κρίσης και αφαίρεσης του ρόλου του αποστασιοποιημένου θεατή. Το σκηνικό αυτό κατά τη γνώμη μου λειτούργησε ως μια ταυτόχρονη βιώσιμη διαλεκτική μεταξύ της μοναξιάς και της συνύπαρξης της θεατρικής κοινότητας: απέδιδε την αίσθηση του ρεαλιστικού χώρου δράσης, αλλά ταυτόχρονα παρέμεινε άχρονο και αλληγορικό.

    Τα κοστούμια που συνδύασαν τα χαρακτηριστικά του μεσοπολέμου με την αισθητική της χιτλερικής προοπτικής των στρατοπέδων συγκέντρωσης συνέβαλαν στην εξέλιξη των στοιχείων της δράσης και τελειοποίησαν τον σκηνοθετικό καμβά. (Πάρις Μέξης). Σημαντική η παρουσία επίσης της περούκας που χρησιμοποιήθηκε σε πολλούς από τους ήρωες (Χρόνης Τζήμος). Μια μικρή ένσταση για τους φωτισμούς μέσω των προβολέων (Στέλλα Κάλτσου) και των εφέ καπνού, οι οποίοι ναι μεν τόνισαν τις δράσεις και τις ακολουθίες των πράξεων με τη δημιουργία χρονικών παρενθέσεων αλλά η τόσο έντονη και πυκνή επανάληψή τους απέδιδε έτι περαιτέρω ένταση, η οποία ολίσθαινε της αισθητικής λογικής και τη εξήγησης.

    Έξοχη η επιλογή του Γιώργου Χρυσοστόμου στο ρόλο του συμμορίτη γκάνγκστερ Ούι, ο οποίος σταδιακά μεταμορφώθηκε στον μεγαλύτερο σφαγέα του 20ού αιώνα. Η μεταλλαγή του από ένα καμπουριασμένο ζώο με δυνατό μυκηθμό ( το οποίο λόγω του χειλόφωνου μερικές φορές ακουγόταν πολύ δυνατά με αποτέλεσμα να καλύπτει και να αλλοιώνει την ακουστική και την εκφορά λόγου των υπολοίπων ηθοποιών) μέχρι σ’ έναν ηγέτη ήταν εντυπωσιακή και καθήλωσε το κοινό που παρακολουθούσε την ακολουθία των πράξεων και των συμπεριφορών του. Ο ηθοποιός απελευθέρωσε μέσω της συνολικής ερμηνείας του και την σωματικότητάς του τις ενέργειες οι οποίες κυκλοφορούσαν στον χώρο και γινόταν αισθητές από αυτό. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει και στην άρτια και προσεγμένη κινησιολογία του (Χαρά Κότσαλη), καθώς ο ηθοποιός «βγήκε εκτός εαυτού» για να υποδυθεί με το υλικό της ίδιας του της ύπαρξης τον ρόλο.

    Από τον υπόλοιπο θίασο ξεχώρισε ο Κώστας Κορωναίος, ως Ηθοποιός, ο οποίος μέσα σε ένα μεταθέατρο συνέβαλε σε δυο κατευθύνσεις συνδυάζοντας το λογοτεχνικό θέατρο με την υποκριτική τέχνη μεταμορφώνοντας το κείμενο σε σημεία συναισθημάτων . όπως επίσης και η Αλεξία Σαπρανίδου, η οποία υποδύθηκε πολύ εύστοχα το γυναικείο μέλος της γκανγκστερικής ομάδας. Ο Γιάννης Αναστασάκης ήταν εξίσου καλός, ωστόσο η κακή άρθρωση του αποτελούσε ενίοτε τροχοπέδη στην ερμηνεία του. Τέλος, όλοι οι ηθοποιοί -με αισθητική «οπλή» με έντονα ροκ-πανκ στοιχεία- Μιχάλης Βαλάσογλου, Θανάσης Ισιδώρου, Άρης Κασαπίδης, Τάσος Κόρκος, Δαυίδ Μαλτέζε, Ερρίκος Μηλιάρης, Φοίβος Συμεωνίδης, Μαρία Παρασύρη και με εξωπραγματικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά συνέβαλαν στην απόδοση του συνολικού νοήματος και της πρόσληψής του έργου από τους θεατές.

    Τέλος, η μουσική του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη επέδρασε θετικά σε πολλαπλά δραματουργικά, νοηματικά και παραστασιακά επίπεδα, παραδίδοντας στο κοινό μια παράσταση ανατριχιαστικά παραβολική.