Δραματουργική επεξεργασία: Νικόλας Ανδρουλάκης
Σκηνοθέτης: Νικόλας Ανδρουλάκης
Σκηνογραφία: Δημήτρης Κωνσταντάρας
Κοστούμια: Ελένη Καββάδα
Φωτισμοί: Αντώνης Κουνέλλας
Χορογραφία: Έμιλυ Νικόλα
Ερμηνεύουν: Ιώβη Φραγκάτου, Έλενα Μεγγρέλη, Αντιγόνη Σταυροπούλου, Αγγέλικα Σταυροπούλου, Αναστασία Παντούση, Ναταλία Δήμου, Εύη Δόβελου, Έμιλυ Νικόλα, Ζαϊρα Νικολακοπούλου
και η Κατερίνα Μισιχρόνη, σε έναν ρόλο έκπληξη
Τραγουδούν: η σοπράνο Ζαϊρα Νικολακοπούλου
Περιγραφή
Ο Νικόλας Ανδρουλάκης, στα πλαίσια συνεργασίας της νέας καλλιτεχνικής συμμορίας Ντουέντε, μεταγράφει το έργο και σκηνοθετεί μία παράσταση συνόλου, απ’ άκρη σ’ άκρη στο εμβληματικό Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Για πρώτη φορά. Σε μια κυβιστική αποτύπωση της πραγματικότητας. Ως είναι.
Περισσότερα
στο φουαγιέ
Τότε ήταν αλλιώς
Τα πίστευαν τούτα όλα.
Ένα κουκλόσπιτο. Δέκα γυναίκες. Ένας χορός κέρινων ομοιωμάτων. Ή αμαζόνων σε εγρήγορση. Όλες νεαρές. Όλες αλαβάστρινες. Όλες κούκλες. Κι όλες τους είναι μητέρες. Κόρες. Σύζυγοι. Αδελφές. Φίλες. Ερωμένες. Ξένες. Μαριονέτες κι επαναστάτριες. Σε ένα ταμπλό βιβάν γυναικείας χειραφέτησης. Μια στρατιά υπεραιωνόβιες Νόρες βγαίνουν από το κεχριμπάρι τους, εξερευνούν η μία την άλλη κι όλες μαζί χειραγωγούνται από τον δημιουργό τους.
Ακριβώς 140 χρόνια μετά την πρώτη ανάγνωση του Κουκλόσπιτου του Χένρικ Ίψεν, το έργο που τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα των κοινωνικών δεδομένων αιώνων, για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, αναθεωρείται από την ίδια την ηρωίδα του. Και τα πολλαπλά καθρεφτίσματά της, στη γυναίκα του 21ου αιώνα. Και μετατρέπεται σε συγκρουσιακό συλλογικό αφήγημα –αφορμή για την προσωπική ρωγμή κάθε κούκλας. Κι η Νόρα πέθανε. Κι η Νόρα δεν υπήρξε ποτέ. Και ζήτω η Νόρα.
Με ένα ensemble γυναικών να συνθέτουν –ως χορός που μεταλλάσσεται- όλους τους ήρωες του έργου, συνομιλώντας ταυτόχρονα –σαν σε παράβαση- με έργα ορόσημα που σμίλεψαν ηρωίδες εμβληματικές. Κάθε Νόρα αυτού του μουσείου κέρινων ομοιωμάτων κουβαλά τριπλή ταυτότητα. Μια φανερή, μια κρυφή και μία που δεν έχει ανακαλύψει ακόμα. Σε έναν οίστρο του συλλογικού ασυνείδητου της σύγχρονης γυναίκας. Με το κορμί μιας νεαρής χορεύτριας και τη φωνή μιας νεαρής σοπράνο ν’ αντανακλούν όσα μένουν από ένα κουκλόσπιτο σε ένα παιδί.
Σύμβουλος δραματουργίας: Aλκίνοος Δωρής
βίντεο: Αντώνης Κουνέλλας
Βοηθοί σκηνοθέτη: Εύη Δόβελου, Γιάννης Αξιώτης
Φωτογραφίες: Ελπίδα Ρώτα
Παραγωγή: Ντουέντε·
Facebook Page: Ντουέντε
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ο Νικόλας Ανδρουλάκης είναι ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1987. Έχει σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και στη Δραματική Σχολή Αθηνών «Γ. Θεοδοσιάδης», με δασκάλους τους σκηνοθέτες Νικαίτη Κοντούρη, Πέτρο Ζούλια, Νίκο Καραγέωργο και τη χορογράφο Λία Τσολάκη. Έχει συμμετάσχει, μεταξύ άλλων, σε θεατρικά εργαστήρια υποκριτικής των Θωμά Μοσχόπουλου, Κώστα Γάκη και Δημήτρη Λάλου. Συμμετείχε στο 1ο Θερινό Μαντείο του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων, με δασκάλους τους Μιχαήλ Μαρμαρινό, Νίκο Καραθάνο και Σίμο Κακάλα και υπεύθυνη σπουδών την Δρ. Δηώ Καγγελάρη. Είναι μέλος του 3ου Studio Συγγραφής Θεατρικού Έργου στο Εθνικό Θέατρο, με υπεύθυνη σπουδών τη σκηνοθέτη Σύλβια Λιούλιου.
Σε νεαρή ηλικία έχει υπάρξει debating, duet acting & impromptu speaking coach στο Ελληνοαμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα και συνδιοργανωτής του πρώτου Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ρητορικής Τέχνης στην Ελλάδα (WSDC, 2009). Από το 2009 ως το 2013 εργάστηκε ως συντάκτης σε εφημερίδες, περιοδικά και ιστοσελίδες καθώς και ως ραδιοφωνικός παραγωγός και voice actor. Έχει σκηνοθετήσει μουσικά βίντεο για νέους καλλιτέχνες κι έχει γράψει και σκηνοθετήσει τρεις ταινίες μικρού μήκους, με το In Case I Don't Die (2015) να πυροδοτεί ένα πανευρωπαϊκό κύμα διαλόγου για την Ευρώπη των πολιτών. Τα γυρίσματα για τη νέα του ταινία μικρού μήκους, Hey Love, θα ολοκληρωθούν τον Φεβρουάριο του 2019.
Έκανε το συγγραφικό και σκηνοθετικό του ντεμπούτο στο θέατρο με το Μπάμ, νικήτρια παράσταση του Scratch Theatre Festival 2014. Ακολούθησαν το δεύτερο θεατρικό του έργο, Μεσαίες Προσδοκίες, το μουσικό - θεατρικό show, Μαθήματα Ανατομίας, η διαδραστική performance Δείπνο με τον Σατανά και η μεταγραφή στο έργο Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. της Λένας Κιτσοπούλου, σε δύο σχεδιάσματα -υποψήφια παράσταση στα QTA 2018 για τα βραβεία καλύτερης παράστασης, κειμένου και σκηνοθεσίας. Το πρώτο του αγγλόφωνο θεατρικό έργο, Too Young To Die, έκανε πρεμιέρα, σε δική του σκηνοθεσία, στο Symposium Festival του Rose Bruford College, στο Λονδίνο, τον Απρίλιο του 2018. Ως μέλος του στούντιο νέων συγγραφέων, τον Ιούνιο του 2018 συμμετείχε σε θεατρικό αναλόγιο, στη Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» του Εθνικού Θεάτρου, με το έργο του Ο Νάνος, σε σκηνοθεσία Ελένης Μποζά. Από τον Ιούνιο του 2018 ηγείται της νεοσύστατης Καλλιτεχνικής Συμμορίας Ντουέντε.
Ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, από το 2013 μέχρι σήμερα, έχει συνεργαστεί με την Πειραματική Σκηνή -1 του Εθνικού Θεάτρου (2016-2017) και τα θέατρα Επί Κολωνώ (2017), Bios (2017-2018), Βικτώρια (2013), Cartel (2014-2015), Ακαδημία Πλάτωνος (2015-2016), το live stage Kitty Cat (2016) και τους πολυχώρους Noel (2016-2018) και Σημείον (2018).
Τη σεζόν 2018 – 2019 θα συνεργαστεί με τα θέατρα BIOS, Tempus Verum – Εν Αθήναις, Θησείον – ένα θέατρο για τις τέχνες καθώς και με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Μια παράσταση βασισμένη στο «Κουκλόσπιτο» του Ίψεν, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Το «Κουκλόσπιτο» του Ίψεν στην εποχή του (1879) συγκλόνισε την κοινή γνώμη, κυρίως γιατί αμφισβήτησε το θεσμό του γάμου, ακρογωνιαίου λίθου του κοινωνικού οικοδομήματος.
Η προσπάθεια της παράστασης ήταν μια μεταφορά σε μια επίκαιρη, σύγχρονη συνθήκη του «Κουκλόσπιτου», κατά την οποία ο γάμος αμφισβητείται και γενικά δεν είναι μέσα στις επιλογές του σημερινού ανθρώπου. Ταυτόχρονα όμως οι σχέσεις παραμένουν, μια σταθερή, πολλές φορές απέλπιδα αναζήτηση, μια μάταιη συχνά προσπάθεια επικοινωνίας, μέθεξης, ανταλλαγής και πίστης.
Το έργο και η παράσταση δεν περιορίζονται σε μια κριτική του θεσμού του γάμου ή στη διεκδίκηση του δικαιώματος για τη γυναίκα να αποστασιοποιείται από μια συμβατική κατάσταση, ένα προσχηματικό δεσμό.
Είναι υπέροχη η ποιητική σύλληψη των προσώπων του Ίψεν, αναμφισβήτητα. Η Νόρα, ειδικότερα, είναι το πιο χαριτωμένο και αξιαγάπητο -όχι μόνον εξωτερικά- πρόσωπο του νεότερου θεάτρου. Στο έργο, η Αντιγόνη Σταυροπούλου στο ρόλο της Νόρας είναι ένα αιθέριο, υπερβατικό, ευαίσθητο πλάσμα από έναν άλλο κόσμο. Αυτό που βιώνει ως ένας άνθρωπος αμόλυντος και ελεύθερος, όπως παρουσιάζεται στην παράστασης, είναι τρομερό βασανιστήριο . Είναι βαθιά πληγωμένη και διεκδικεί με διακριτικότητα και ευγένεια το δικαίωμά της στην ευτυχία και ελευθερία. Διασχίζει τρέχοντας τη σκηνή, ενώ οι κούκλες κάνουν την επίδειξή τους, την παράστασή τους, και στο τέλος της διαδρομής της κάθε φορά σωριάζεται, ξεθεωμένη από την επίπονη προσπάθεια αποδέσμευσης που καταβάλλει για την απελευθέρωσή της από τον εγκλεισμό σε μια ψεύτικη, σαθρή συνθήκη γάμου, που ξεσκίζει τη ψυχή της . Υπέροχη η ηθοποιός , που τονίζει μέσα σε αυτή τη βιτρίνα των κούκλων, την άλλη όψη μιας ονειρικής γυναίκας, ευαίσθητης και διάφανης, σα να περνά το φως από μέσα της καθώς νομίζεις από την κίνησή της ότι πετά. Η Νόρα δε μπορεί να ζήσει χωρίς το θαύμα της αφοσίωσης και της απόλυτης αγάπης και σεβασμού. Έχει μια τρομερή ζωτική ορμή, δεν είναι καθόλου καθηλωμένη, είναι τρομακτικά ελεύθερη. Το τέλος είναι αναπόφευκτο. Το σκάει από τη φυλακή με ένα πλήρως εικαστικό τρόπο και συνάμα συγκλονιστικό.
Είναι η πρώτη χειραφετημένη γυναίκα στη θεατρική σκηνή μέσα από ένα οδυνηρό ταξίδι της προς την αυτογνωσία. Με τον άνθρωπο και τη ελευθερία του καταπιάνεται ο μεγάλος Νορβηγός δραματουργός, και στην περίπτωση της Νόρας.
Στην παράσταση όλες οι γυναίκες παρουσιάζονται σαν εκθέματα. Η μάνα, η κόρη, η σύζυγος, η ερωμένη, το απωθημένο, ο κρυφός έρωτας, η συνάδελφος, η φοιτήτρια, η ανήλικη, κάθε γυναίκα εντέλει που μπορεί να φανταστεί κάποιος. Όλες με έναν κοινό παρονομαστή, όλες γύρω από έναν αντρικό άξονα. Στο «Δεύτερο Φύλο», η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, καταδεικνύοντας τις ρίζες της γυναικείας καταπίεσης, έγραφε: «Οι κοινωνικοί μύθοι μεταφέρονται μέσω της κουλτούρας –θρησκείες, παραδόσεις, γλώσσα, μύθοι, τραγούδια, ταινίες– η οποία με τη σειρά της κατασκευάζει τον τρόπο με τον οποίο το άτομο αρχίζει να γνωρίζει, να αντιλαμβάνεται και να δοκιμάζει την εμπειρία του υλικού κόσμου. Επιπλέον, η αναπαράσταση του κόσμου είναι δουλειά των ανδρών, οι οποίοι τον περιγράφουν από τη δική τους οπτική γωνία και την ταυτίζουν με την απόλυτη αλήθεια […] Μέσα από αυτούς τους λόγους (των ανδρών), οι γυναίκες μαθαίνουν να είναι αντικείμενα παρά υποκείμενα: η αληθινή γυναίκα υποχρεώνεται να γίνει αντικείμενο, να γίνει ο αντικειμενικοποιημένος Άλλος».
Οι γυναίκες στην παράσταση υπάρχουν ως «εκτιθέμενα αντικείμενα», η εικόνα της γυναίκας ακόμα και σήμερα ίδια, εμφανής ή άδηλη στην καθημερινότητα, σε όλες αυτές τις γελοίες εκπομπές, που τις ντύνουν ή τις ξεντύνουν σαν κούκλες, η ταπεινωτική αυτή θέση, που γίνεται από πολλές επιθυμητή, ή καταναγκαστική σε κοινωνίες με διαφορετικούς κοινωνικούς κανόνες. Οι γυναίκες παρουσιάζονται ως άβουλα, παθητικά όντα, υπακούουν στις κατευθύνσεις του άνδρα, εξυπηρετούν φαντασιώσεις και εν γένει είναι πειθήνιες, κάποιες αντιστέκονται, προσπαθώντας να μείνουν απαρατήρητες μέχρι την τελική ανατροπή, τη στιγμή της σύγκρουσης. Και τότε όμως το αντρικό πρότυπο δε δείχνει να πτοείται. Εκείνες εξουθενώνονται σε μια άνιση και ατελέσφορη πάλη, ενώ η Νόρα καταλήγει στην αναπότρεπτη μοίρα της, θύμα του ιδεασμού για μια λύτρωση απελπισίας.
Υπέροχη η φωνή και η ερμηνεία της σοπράνο Ζαϊρα Νικολακοπούλου, που συνοδεύει σχολιάζοντας μουσικά μόνο με τη φωνή της όλη την παράσταση.
Οι γυναίκες θύματα σωματικής και ψυχολογικής βίας. Αυτή η βία αντιστρέφεται, προκαλείται ανησυχία στο κοινό και ένταση. Έμμεση πρόκληση , πρόσκληση για διάδραση.
Από τον πρόσκληση στο κοινό να κάνει ό,τι θέλει με τα εκθέματα, τις κούκλες, φτάνουν κάποια στιγμή στο σημείο και αναφωνούν «Ζήτω, ο πόλεμος της σιωπής, για να μην πει κάτι ο κόσμος!» Για πόσο ακόμα θα κάνουν αυτές πράγματα για να του αρέσουν; Πότε θα διαχειριστούν με όποιο τίμημα το δικό τους χάος, όπως η Νόρα για να διεκδικήσουν την ακεραιότητά τους; Όλα έχουν ένα τέλος. Πότε θα έρθει η στιγμή της κάθαρσης; Αυτή ήταν η παρότρυνση του σκηνοθέτη Νικόλα Ανδρουλάκη, και το πέτυχε βάζοντας το θεατή μέσα στην παράσταση, αποδομώντας το Κουκλόσπιτο του Ίψεν και μεταφέροντας το έργο στη σύγχρονη εποχή και στο σύγχρονο προβληματισμό, ενώ ο ίδιος μπαίνει στον αρχετυπικό ρόλο του άνδρα στην παράσταση. Παράσταση συνόλου με εξαιρετικές ερμηνείες και υπέροχες φωνές, από όλες τις «Κούκλες»: Ιώβη Φραγκάτου, Έλενα Μεγγρέλη, Αντιγόνη Σταυροπούλου, Αγγέλικα Σταυροπούλου, Αναστασία Παντούση, Ναταλία Δήμου, Εύη Δόβελου, Έμιλυ Νικόλα, Ζαϊρα Νικολακοπούλου. Η φωνή της Κατερίνας Μισιχρόνη, μετά το υβρεολόγιο στο ζωντανό τοτέμ του άντρα , συνοψίζει όλην την παράσταση και τον προβληματισμό της με μια φωνή διεκδικητική και δυναμική. Τα κοστούμια της Ελένης Καββάδα, καταπληκτικά με διάφορα υλικά, εξυπηρέτησαν πλήρως το σκοπό της παράστασης όπως και τα σκηνικά του Δημήτρη Κωνσταντάρα.
Ιδιαίτερη, ευρηματική και πρωτότυπη παράσταση και σίγουρα όχι ''εύκολη''!Ήταν ευφυής η σκηνοθεσία,με την νεαρή σοπράνο και την χορεύτρια με τα κίτρινα στη σκάλα, απο το κείμενό στον αυτοσχεδιασμό, από το τώρα στο τότε, από το θύμα στον θύτη η απόσταση μηδενίζεται. Πότε οι πρωταγωνίστριες αυτοσχεδιάζουν και πότε ακολουθούν τον σκηνοθέτη... Οι κούκλες, οι γυναίκες,ο δυνάστης ο χειραγωγός ,η βία η καταπίεση ηταν όλα εκεί και είχαν φαντασία,τόλμη,ποίηση και αλήθεια . Εξαιρετικές οι ερμηνείες όλων ανεξαιρέτως των ταλαντούχων νέων ηθοποιών.
Ευχαριστώ την ΘΕΑΤΡΟΜ'αΝΙΑ για την πρόσκληση.
ομορφες απαστράπτουσες βαθυστόχαστες και συγκινητικές όλες οι κούκλες!