Κείμενο: Φίλιππος Ζαρφειάδης
Σκηνοθέτης: Φίλιππος Ζαρφειάδης
Σκηνογραφία: Κωνσταντίνα Κρίγκου
Κοστούμια: Κωνσταντίνα Κρίγκου
Ερμηνεύουν: Οι “κούκλοι”: Θωμάς Αντωνόπουλος, Λίνος Αρσένης, Φίλιππος Ζαρφειάδης, Πάρης Κονιδάρης, Μαρίνα Παντελάκη
Οι τσιγγάνοι: Μαριλένα Δήμα, Φίλιππος Ζαρφειάδης, Χρήστος Κασιέρης, Βιργινία Μιχαήλ
Περιγραφή
Δύο ξεχωριστές παραστάσεις. Δύο διαφορετικά τρίγωνα. Ένας κοινός Αγώνας.
Ο Φίλιππος Ζαρφειάδης γράφει και σκηνοθετεί, έχοντας ως υλικό του ντοκουμέντα και άγνωστες μαρτυρίες των επιζώντων του ολοκαυτώματος, των ομοφυλόφιλων ανδρών και των τσιγγάνων, δύο ομάδων ανθρώπων που παραγκωνίστηκαν από την «πολιτική ορθότητα» της Ιστορίας… Υπήρξε μία από τις πιο εγκληματικές περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας. Τα στρατόπεδα εξόντωσης του Χίτλερ και των συνεργατών του έφεραν στο προσκήνιο ένα από τα πιο σκληρά πρόσωπα του Ανθρώπου… Μέχρι εκείνη την στιγμή, τέτοιου είδους εγκλήματα δεν είχαν καν όνομα… τα εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας…
Περισσότερα
Δεν ήταν ούτε άγιοι ούτε εγκληματίες. Ήταν απλώς ανθρώπινες υπάρξεις.
Οι “κούκλοι”… λίγα λόγια
Έτσι ονομάζονταν τα αγόρια που «στρατολογούνταν» από το διοικητικό και στρατιωτικό προσωπικό των SS στα στρατόπεδα εξόντωσης του Χίτλερ, “the dollboys”… Η ομοφυλοφιλία υπήρξε το κοινό μυστικό για όλους μέσα σε ένα στρατόπεδο…
Οι “κούκλοι” είναι το θεατρικό έργο, εμπνευσμένο από την εμβληματική ταινία Bent, που παρακολουθεί την ιστορία δύο αντρών. Εκτελούν την ίδια καταναγκαστική εργασία κάθε μέρα στο ίδιο σημείο… Οι δύο άντρες είναι δύο ψυχές που θα ψάξουν να βρουν μια διέξοδο επικοινωνίας. Το μίσος του Χίτλερ και των ανθρώπων του ήταν μεγάλο, η αγάπη τους όμως μεγαλύτερη…
Οι Τσιγγάνοι… λίγα λόγια
Η παράσταση προσεγγίζει το άγνωστο, στο ευρύ κοινό, ολοκαύτωμα των τσιγγάνων, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με το σκληρότερο πρόσωπο του ναζισμού, καθώς υπολογίζεται ότι παραπάνω από 500.000 Ρομά βρήκαν τραγικό θάνατο στα στρατόπεδα θανάτου. Αν και «πλάνητες», είναι αναγκασμένοι να αντικρίζουν την ίδια πλευρά του κόσμου… σε κάθε εποχή, σε κάθε μέρος τούς ακολουθούσε η ίδια εχθρική αντιμετώπιση, τα ίδια στερεότυπα… το αποκορύφωμα όλων αυτών η χιτλερική Γερμανία, που για καθαρά ρατσιστικούς λόγους τους οδήγησε στα στρατόπεδα θανάτου.
Η κοινή συνισταμένη των δύο αυτών παραστάσεων είναι οι τραυματικές, για την ιστορία της ανθρωπότητας, ιστορίες των ανθρώπων που φορούσαν το καφέ και το ροζ τρίγωνο, οι οποίες πρέπει να παραμείνουν ζωντανές. Γιατί το ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ δεν είναι πια δεδομένο. Τα κρεματόρια δεν κατασκευάζονται μέσα σε μία νύχτα, οι φούρνοι θέλουν χρόνο προθέρμανσης, πριν μπουν σε λειτουργία… Όταν το τσόφλι του αβγού σπάσει, θα είναι πια αργά… αργά για όλους μας… αργά για σένα και για μένα…
Συντελεστές
Φωτογραφίες & Video: Φελίσια Μοναστηριώτη
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη
Παραγωγή: Ουρανός με αστέρια
Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Μερικά πράγματα, αν όχι όλα, πρέπει να λέγονται και να ξαναλέγονται. Για την εξόντωση των εβραίων από τον Χίτλερ έχουν στηθεί μνημεία, κανένα μνημείο δεν έχει στηθεί για τους εξοντωμένους τσιγγάνους. Παραπάνω από 500.000 Ρομά βρήκαν τραγικό θάνατο στα στρατόπεδα θανάτου. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν έρθει αντιμέτωποι με την απόρριψη όλη τους τη ζωή, καθώς τριγυρνούν από τόπο σε τόπο, όμως το αποκορύφωμα της απανθρωπιάς ήταν στην χιτλερική Γερμανία. Επειδή η μνήμη είναι βραχεία και κάθε ομάδα ή και άτομο με ιδιαιτερότητες διώκεται με ευκολία από το άρρωστο κοινωνικό σύνολο, είναι κομβική ιδέα η υπενθύμιση αυτού του διωγμού, αυτού του ολοκαυτώματος για το οποίο δεν κάνουμε και τόσο λόγο.
Τα κρεματόρια δεν κατασκευάζονται μέσα σε μία νύχτα. Οι πύλες εισόδου στα στρατόπεδα είναι για να τις διαβούν άνθρωποι και από τις οποίες δεν υπάρχει διαφυγή. Το αυγό του φιδιού είναι εκεί και παραμονεύει.
Οι Ρομά γνωστοί και ως Τσιγγάνοι, Ατσίγγανοι, Αθίγγανοι, Κατσίβελοι, Σίντηδες ή Γύφτοι, είναι ένας κατά βάση νομαδικός λαός με ινδική καταγωγή. Υπάρχει και η πεποίθηση παλαιότερων εποχών ότι οι Ρομά προέρχονται από την Αίγυπτο. Έχουν διατρέξει όλη την Ασία, την Ευρώπη, τα Βαλκάνια κυνηγώντας ένα όνειρο, ένα κόκκινο φωτισμένο μπαλόνι. Δεν έχει σημασία η απόσταση, αλλά η διαδρομή, αυτή καθ΄αυτή είναι η ζωή τους. Γυρνάνε και διασκεδάζουν πλούσιους και φτωχούς. Απ’ όπου και να περάσουν είναι ξένοι, αφόρητα ξένοι. Είναι καταδικασμένοι σε αυτή τη νομαδική ζωή της περιπλάνησης, γιατί , όπως λένε, οι πρόγονοί τους άφησαν τον χριστιανισμό για τον παγανισμό. Η μη αποδοχή τους απ΄ όπου και να περνούν τους κάνει πολλές φορές επιθετικούς και μοιραία εμπλέκονται σε παραβατικές πράξεις.
Η τσιγγάνικη ψυχή είναι συνυφασμένη με τις μυθοπλασίες, τη μαγεία, τα παραμύθια, με φαντασιακές συνθήκες, μέχρι τη μοιραία εκείνη νύχτα, στις 9 Νοεμβρίου 1938, που θα έπρεπε να σβηστεί από τα ημερολόγια, όταν στην χιτλερική Γερμανία μάζεψαν εβραίους και τσιγγάνους, έσπασαν συναγωγές και στοίβαξαν ένα σωρό άτομα μέσα σε μια φυλακή. Διάχυτος ο φόβος. Τα σώματα των τεσσάρων ηθοποιών συσπειρώνονται πάνω στο κιλίμι της σκηνής . Με ελάχιστα αντικείμενα και κυρίως με το σώμα τους, με τη φωνή τους, στην εναλλαγή των ρόλων, οι ηθοποιοί αποδίδουν το φόβο, τη βία, τον παραλογισμό, τον θάνατο, το ταξίδι προς τον αφανισμό, τη μακάβρια διαδρομή καθώς οι τσιγγάνοι μεταφέρονται στα κρεματόρια. Χαρακτηριστική η περιγραφή των δεσμωτών τους, πλασμένων «από δόντια», που φρόντιζαν την εκτόπιση και τελικά την εξόντωση των ανθρώπων αυτών, διαπράττοντας έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Ανατριχιαστικές οι περιγραφές των πεζοποριών θανάτου, τρομακτικοί οι χτύποι στη σιδερένια πόρτα, οι φωνές βασανισμένων ανθρώπων, οι ανάσες στον θάλαμο αερίων, η απειλητική χιτλερική μπότα, η αγριότητα των γυναικών βασανιστών, τα εκπαιδευμένα σκυλιά να ξεσκίζουν ανθρώπους, το σύνθημα «η εργασία απελευθερώνει», η αγριότητα της γερμανικής γλώσσας, τα πειράματα του Μέγκελε και όλα αυτά σε αντιδιαστολή με τον έρωτα δυο νέων ανθρώπων, που γρήγορα τον σβήνει ο θάνατος, τα σώματα που λικνίζονται σε τσιγγάνικο χορό και το τσιγγάνικο τραγούδι, άλλοτε μελαγχολικό, άλλοτε πένθιμο, πάντως όλες τις φορές φτιαγμένο από χώμα και αιθέρα.
Δυνατό το κείμενο του Φίλιππου Ζαρφειάδη και η σκηνοθεσία του καθώς χρησιμοποίησε πολλές θεατρικές τεχνικές, ενώ συντόνισε λειτουργικά τους ηθοποιούς του Μαριλένα Δήμα, Χρήστο Κασιέρη, Βιργινία Μιχαήλ και τον εαυτό του, εκμεταλλευόμενος τις παύσεις, την αλλαγή χώρου, το παιχνίδι με το φως και τις φωνές.