ödipus / oιδίποδας

Αρχείο Παίχτηκε από 03/09/2021 έως 05/09/2021
στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
Συγγραφέας: του Σοφοκλή
Δραματουργία: Maja Zade
Σκηνοθέτης: Thomas Ostermeier
Σκηνογραφία: Jan Pappelbaum
Κοστούμια: Angelika Götz
Φωτισμοί: Erich Schneider
Μουσική: Sylvain Jacques
Ερμηνεύουν:

Διανομή
Caroline Peters (Κριστίνα)
Christian Tschirner (Ρόμπερτ)
Renato Schuch (Μίχαελ)
Isabelle Redfern (Τερέζα)

Περιγραφή

Το αρχαίο δράμα υπήρχε εδώ και χρόνια στο μυαλό του Τόμας Οστερμάγιερ, σκηνοθέτη και καλλιτεχνικού διευθυντή της Βερολινέζικης Σαουμπύνε. Φαίνεται πως η κατάλληλη στιγμή έφτασε φέτος το καλοκαίρι μετά από ειδική ανάθεση του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου και της Κατερίνας Ευαγγελάτου.

Για τρεις μοναδικές βραδιές (3-5/9), ο εξαιρετικά δημοφιλής στο ελληνικό κοινό Τόμας Οστερμάγιερ θα σκηνοθετήσει στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου έναν νέο Οιδίποδα, σε μια παγκόσμια πρεμιέρα που αποτελεί συμπαραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου με την Γερμανική Σαουμπύνε.

Περισσότερα

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2021 – ΘΕΑΤΡΟ

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΕΜΙΕΡΑ

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΓΩΓΗ

SCHAUBÜHNE

THOMAS OSTERMEIER

ödipus / oιδίποδας

της Maja Zade

Ο Οστερμάγιερ χρησιμοποίησε το έργο του Σοφοκλή σαν πηγή έμπνευσης κι απευθύνθηκε στην Γερμανίδα δραματολόγο Μάγια Τσάντε -επί χρόνια συνεργάτρια της Σάουμπυνε και του ίδιου προσωπικά- για να γράψει ένα πρωτότυπο κείμενο που να μεταφέρει τον Οιδίποδα στην εποχή μας.

«Μου έγινε ανάθεση για παράσταση στην Επίδαυρο. Ας κάνουμε τον Οιδίποδα, στη σημερινή εποχή όμως, με μια οικογένεια Γερμανών που κάνει διακοπές στην Ελλάδα». Αυτά ήταν τα αρχικά λόγια του Οστερμάγιερ προς τη Μάγια Τσάντε. Επακολούθησαν πολλές συζητήσεις για τον Οιδίποδα του Σοφοκλή και τους μύθους γύρω από το συγκεκριμένο ήρωα. «Ο Τόμας ξεκαθάρισε ότι αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι τόσο το πώς οι θεοί κυβερνούν τις ζωές και τη μοίρα των ανθρώπων», τονίζει η Μάγια Τσάντε, «όσο το πώς οι ιδέες και οι πεποιθήσεις που έχει ένας άνθρωπος για τη ζωή του ξαφνικά τίθενται υπό αμφισβήτηση, όταν συνειδητοποιεί ότι τίποτα δεν είναι όπως φαινόταν – σαν να του τράβηξε κάποιος το χαλί κάτω από τα πόδια του».

Απ’όλη αυτή τη δημιουργική διαδικασία και με φόντο το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου προέκυψε ένα σύγχρονο έργο με τέσσερα πρόσωπα επί σκηνής. Την Κριστίνα που βασίζεται στην Ιοκάστη, τον Μίχαελ που βασίζεται στον Οιδίποδα, το Ρόμπερτ που βασίζεται στον Κρέοντα και την Τερέζα μια επινοημένη φίλη της Ιοκάστης που έχει στοιχεία του Τειρεσία και των δούλων, αλλά στην ουσία αποτελεί έναν πρωτότυπο χαρακτήρα.

Οι τέσσερις αυτοί χαρακτήρες δεν συνθέτουν φυσικά μια βασιλική οικογένεια. Πρόκειται για μια οικογένεια που διοικεί μια επιχείρηση με μακροχρόνια ιστορία. Μια επιχείρηση που έχει οικοδομηθεί στη βάση της εκμετάλλευσης και της συγκάλυψης αδικημάτων. «Ελπίζω ότι το Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, θα πλαισιώσει και θα αναδείξει τη νέα ιστορία, όπως ακριβώς και το μύθο του Οιδίποδα που υπήρξε για μένα πηγή έμπνευσης και καθοδήγησης κατά τη συγγραφή», λέει ο η Μάγια Τσάντε στην εισαγωγή της έκδοσης του έργου που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό στο πλαίσιο της νέας θεατρικής σειράς που εγκαινίασε φέτος το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου σε συνεργασία με τις εκδόσεις Νεφέλη.

Το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου θα ολοκληρώσει φέτος το καλοκαίρι του τις παραστάσεις του στην Επίδαυρο με αυτό το σημαντικό πολιτιστικό γεγονός, που αναδεικνύει το διεθνή του χαρακτήρα και τη θέση που ευελπιστεί να έχει μέσα στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι.

Την παράσταση συνοδεύει η έκδοση του έργου, σε μετάφραση Γιάννη Καλιφατίδη, στο πλαίσιο της θεατρικής σειράς του Φεστιβάλ.

Με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους.

Schaubühne Berlin (Σαουμπύνε του Βερολίνου)

Η Βερολινέζικη Σαουμπύνε ιδρύθηκε το 1962. Από το 1999 λειτουργεί υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Τόμας Όστερμαϊερ. Το ρεπερτόριο της περιλαμβάνει κλασικά έργα της παγκόσμιας δραματουργίας καθώς και έργα διεθνώς αναγνωρισμένων σύγχρονων συγγραφέων, ενώ μετρά πάνω από εκατό πρεμιέρες στη Γερμανία και στο εξωτερικό την τελευταία εικοσαετία.

Σήμα κατατεθέν του καλλιτεχνικού της προγράμματος είναι μια ριζοσπαστική, πολιτική και κριτική, προσέγγιση της θεατρικής φόρμας και του θεατρικού ρεπερτορίου, κλασικού και σύγχρονου. Σε συνδυασμό με μια μόνιμη ομάδα συνεργαζόμενων σκηνοθετών όπως οι Herbert Fritsch, Milo Rau και Marius von Mayenburg, φιλοξενεί, παράλληλα, πλήθος  σημαντικών σκηνοθετών από το εξωτερικό, με πιο πρόσφατες τις συνεργασίες με την Katie Mitchell, τον Simon Stone, τον Simon McBurney και την Anne-Cécile Vandalem.

Η Σαουμπύνε έχει σταθερή παρουσία στις σημαντικότερες φεστιβαλικές διοργανώσεις διεθνώς, όπως το Φεστιβάλ της Αβινιόν, το Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, το Διεθνές Φεστιβάλ του Μπουένος Άιρες, το Φεστιβάλ Territorija της Μόσχας, το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, ενώ παράλληλα, παραστάσεις της φιλοξενούνται σε θεατρικές σκηνές σε Νέα Υόρκη, Παρίσι, Άμστερνταμ, Ρώμη, Σαν Πάολο, Λονδίνο, Όσλο, Μελβούρνη, Οτάβα, Τελ Αβίβ, Τόκυο, Πράγα, Σίντνεϊ, Μόντρεαλ και Πεκίνο.

Thomas Ostermeier (Τόμας Όστερμαϊερ)

Από τις κορυφαίες προσωπικότητες της σύγχρονης ευρωπαϊκής σκηνής, ο Τόμας Όστερμαϊερ ανέλαβε το 1999, μόλις στα 31 του χρόνια, την διεύθυνση της ιστορικής Σαουμπύνε. Η καλλιτεχνική του διαδρομή ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με τη φοίτηση του στη Σχολή Καλών Τεχνών του Βερολίνου και αργότερα, στην Ανώτατη Σχολή Δραματικής Τέχνης Ernst-Busch. Πρώτος σταθμός στην πορεία του προς τη διεθνή αναγνώριση ήταν το Berliner Ensemble, όπου θήτευσε ως βοηθός σκηνοθέτης και υπέγραψε τις πρώτες του σκηνοθεσίες.

Έχοντας προκαλέσει αίσθηση με  τις πρώτες του, ρηξικέλευθες, σκηνοθεσίες έργων όπως το Χοντροί άντρες με φούστες του Νίκι Σίλβερ (1996),  το Άντρας για άντρα του Μπέρτολτ Μπρέχτ (1997) και το βλάσφημο Shopping and fucking του Μάρκ Ρέιβενχιλ (1998), ο Όστερμαϊερ έστρεψε από νωρίς το ενδιαφέρον του προς τη σύγχρονη δραματουργία, καλλιεργώντας,  παράλληλα, την έλξη του για τα κλασικά κείμενα, όπου αναζητά σταθερά αναλογίες με τη εποχή μας.

Τα πιο πρόσφατα έργα του με την Σαουμπύνε είναι τα: Ιστορία της βίας του Εντουάρ Λουί (2018) ‒το οποίο θα παρακολουθήσουμε φέτος τον Οκτώβρη στην Πειραιώς 260‒, Ιταλική νύχτα του Έντεν φον Χόρβατ, Άβυσσος της Μάγια Τσάντε (2019), Δωδεκάτη νύχτα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ (2019), Νέοι χωρίς Θεό του Έντεν φον Χόρβατ, Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου του Εντουάρ Λουί (2020), και το Βερνόν Σουμπουτέξ της Virginie Despentes.

Έργα του έχουν λάβει διακρίσεις από σημαντικούς φορείς διεθνώς.

Για την προσφορά του στις Τέχνες και το Θέατρο έχει τιμηθεί μεταξύ άλλων, το 2011 με τον Χρυσό Λέοντα της Μπιεννάλε της Βενετίας για τη συνολική καλλιτεχνική προσφορά του, το 2015 έλαβε το παράσημο του Διοικητή της τάξης των Γραμμάτων και των Τεχνών («Commandeur de lOrdre des Arts et des Lettres») από την Γαλλική Δημοκρατία ενώ το 2018 παρασημοφορήθηκε από το Τάγμα της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ανακηρύχθηκε επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Γκέτενμποργκ.

Μέλος της Γερμανικής Ακαδημίας Μουσικής και Παραστατικών Τεχνών (Deutsche Akademie der Darstellenden Künste) και της Ακαδημίας Τέχνης (Akademie der Künste) του Βερολίνου, ο Όστερμάϊερ είναι ιδιαίτερα αγαπητός και στο ελληνικό κοινό. Στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου έχει παρουσιάσει τα έργα Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας (2006), Νόρα του Ίψεν (2006), Άμλετ (2008), Οθέλλος (2010) καθώς και τις Μικρές αλεπούδες της Λίλιαν Χέλμαν (2015).

Βίντεο: Matthias Schellenberg - Thilo Schmidt*

Για την παρακολούθηση της παράστασης, δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς των θεατών με πούλμαν προς και από το Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

Φωτογραφίες

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή

    “‘Έστιν οὖν Τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ, χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρασιν”

    Πρωτοβουλία της Καλλιτεχνικής Διευθύντριας του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου κ. Κατερίνας Ευαγγελάτου ήταν να δώσει την ευκαιρία και την πρόκληση σε νέους συγγραφείς να εμπνευστούν από τα έργα της αρχαίας τραγωδία και να δημιουργήσουν δικά τους έργα εντελώς καινούργια και πρωτότυπα, μια ανάθεση του Φεστιβάλ στο πλαίσιο της σειράς Contemporary Ancients, ώστε να κατατεθούν νέες δραματουργικές προτάσεις πάνω στην κληρονομιά των αρχαίων συγγραφέων. Ο θεσμός αυτός ενθάρρυνε με άλλα λόγια την νέα θεατρική δημιουργία για να δώσει μια ώθηση στον Πολιτισμό. Όπως σωστά έχει επισημανθεί και εκείνο το μεσημέρι της Πέμπτης 26 Αυγούστου 2021 στο Ξενία της Επιδαύρου στην συνέντευξη Τύπου για τους πολιτιστικούς συντάκτες από τον ίδιο τον γερμανό σκηνοθέτη Τόμας Οστερμάγερ, «ένας πολιτισμός υπάρχει και εξελίσσεται μόνο όταν παράγει δικά του νέα έργα. Το να κάνεις σύγχρονη τέχνη είναι σημείο ισχυρής κουλτούρας». Η στασιμότητα, θα πούμε και εμείς δημιουργεί έλη και αρρώστια, παρελθοντολαγνεία και θανάσιμη ακινησία.

    Στην ανάθεση για νέο έργο από την Κατερίνα Ευαγγελάτου ο Τόμας Οστερμάγερ είπε ότι σκέφτηκε και άλλα έργα. Συγκεκριμένα είπε «Μου αρέσουν πολύ οι Βάκχες, ίσως περισσότερο από όλες τις τραγωδίες» και αναφέρθηκε στη σχετική παράσταση του Κλάους Μίχελ Γκρούμπε του 1972 που τον είχε συναρπάσει. «Σκεφτόμαστε αν μπορούμε να βρούμε έναν τρόπο να εισχωρήσουμε στο έργο αυτό και πώς. Συνδέεται πολύ με μια μητριαρχική κοινωνία χωρίς όρια. Υπάρχουν και άλλα πολύ ενδιαφέροντα έργα. Ίσως αυτό να είναι η αφετηρία για περισσότερα ελληνικά έργα στο μέλλον».

    Όπως ο ίδιος ο σκηνοθέτης επεσήμανε ο μύθος του Οιδίποδα υπήρχε πριν ακόμα γράψει ο Σοφοκλής το έργο του. Υπάρχουν πολλές εκδοχές του μύθου και δεν υπάρχει η «ιερή εκδοχή», που δεν την αγγίζουμε. Στο έργο της Μάγια Τσάντε δεν υπάρχει ο θεός, η συγγραφέας και ο σκηνοθέτης πιστεύουν ότι ο άνθρωπος κάνει τις δικές του επιλογές και φέρει την ευθύνη του. Όλα δείχνουν να πηγαίνουν καλά και ξαφνικά γίνεται μια τρομερή ανατροπή. Αν δεν έχουμε την δυνατότητα να υποστηρίξουμε την αλήθεια, πως θα την ζήσουμε; Η διαχείριση της εξουσίας είναι διαφορετική από τους άντρες και από τις γυναίκες και αυτό πατουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Στο έργο αυτό η γυναίκα, η Κριστίνα, η Ιοκάστη του Σοφοκλή, επιβιώνει. Ίδιον της ελληνικής πατριαρχίας, η ύπαρξη μιας βασίλισσας και κάθε χρόνο ένας νέος βασιλιάς, μιας και ο προηγούμενος σκοτωνόταν. Είναι φυσικό για τη γυναίκα μετά από λίγο να βρίσκει ένα καινούργιο άντρα. Στο έργο δεν υπάρχει σύνδεση με τον Φρόυντ. Αφορά στην δυνατότητα που έχουμε όλοι να ξεχνάμε την αλήθεια. Αν αναλογιστούμε τις ευθύνες για το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ πλούσιοι και πολύ φτωχοί, πρόσφυγες, απόκληροι του κόσμου ετούτου, όλα ίσως να ήταν διαφορετικά. Αντιθέτως όμως επιλέγουμε να το ξεχνάμε και ζούμε, αλλιώς θα καταρρέαμε όπως ο Οιδίποδας.

    Η προσέγγισή του επικεντρώνεται στο γεγονός ότι η καταστροφή ξεκινά από μέσα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Όταν δείχνει κάποιος έναν ένοχο τα άλλα δάκτυλα του χεριού δείχνουν αυτόν που δείχνει. Ο Οιδίποδας δεν μπορεί να βρει ποιος σκότωσε τον Λάιο, ούτε να το συνδέσει με το γεγονός ότι εκείνος σκότωσε κάποιον, το ίδιο και ο Μίχαελ, δεν μπορεί ή δεν θέλει να συνδέσει το ατύχημα που προκάλεσε με τον θάνατο του Βόλφγκανγκ. Το αγνοεί άθελά του ή θέλει να αγνοεί.

    Στο χώρο της Επιδαύρου, στην ορχήστρα έχει στηθεί ένα σκηνικό ενός σπιτιού για να περιοριστεί ο σκηνικός χώρος και να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες του έργου.

    Μετά το φόρο τιμής του απευθύναμε στον Μίκη Θεοδωράκη, όπως πάντα σε όλες τις εκδηλώσεις του φεστιβάλ μετά την μεγάλη αυτή απώλεια, παρουσιάστηκε το έργο της Maja Zade για την παράσταση της Schaubühne.

    Η Maja Zade εμπνεύστηκε από τον Οιδίποδα του Σοφοκλή για το δικό της σύγχρονο και πρωτοεμφανιζόμενο στην σκηνή έργο, όμως δεν κατόρθωσε να έχει το κατάλληλο μέγεθος για τον χώρο που φιλοξενήθηκε και δεν ενέπνευσε τον φόβο και το έλεος που αναμέναμε.

    Μια οικογένεια γερμανών κάνουν διακοπές στην Ελλάδα, κάτι που δυστυχώς δεν προέκυψε ξεκάθαρα από την παράσταση. Η ρεαλιστική απόδοση με προβολή του αυτοκινήτου που πλησιάζει, μια προβολή που δεν είναι και τόσο θεατρική, καθώς απλοποιεί την σκέψη, αποδυναμώνει τον λόγο και παραδίδει έτοιμη εικόνα από καμένη και άρρωστη γη, παραπέμποντας στον λοιμό και την πανδημία, την αρρώστια και το θάνατο που σκόρπιζε η Σφίγγα στη Θήβα και από την οποία την έσωσε ο Οιδίποδας. Η διαδρομή του Ρόμπερτ, μέσα στη φύση, καθώς πηγαίνει να συναντήσει την αδελφή του Κριστίνα. Ο εκνευρισμός του και η συμπεριφορά του παραπέμπει στον Κρέοντα. Με το που έρχεται ρωτά που είναι ο Μίχαελ και ενημερώνεται ότι κάνει τζόκινγκ, κάτι που μας δείχνει έπειτα το βίντεο. Η Κριστίνα τον ρωτά αν θέλει smoothie, ενώ εκείνος βρίσκει την ευκαιρία να της πει ότι το πρωινό φως τονίζει τις ρυτίδες της. Οι άξονες της πλοκής είναι ένας νέος που αθλείται, μια έγκυος γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, ένας εξοργισμένος αδελφός και ένα οικολογικό ατύχημα.

    Ο Ρόμπερτ είναι ειρωνικός, αμέσως πετά την αιχμή του για την ηλικία της αδελφής του και την ανεμελιά του νεαρού συντρόφου της που γυμνάζεται φροντίζοντας το κορμί του. Είναι σύνηθες το φαινόμενο των νέων ανδρών που επιλέγουν μια μεγαλύτερη σύζυγο ή σύντροφο, κάτι σαν υποκατάστατο μητέρας, ή κηδεμόνα που τους φροντίζει ποικιλοτρόπως. Ο Ρόμπερτ ειρωνεύεται τον Μίχαελ, τον αποκαλεί « Φωτεινό Παντογνώστη» που θέλει να ερευνήσει ένα ατύχημα που αφορά την ανατροπή ενός φορτηγού της εταιρίας της συντρόφου του, της Κριστίνας, φορτηγό που μετέφερε μπιτόνια με περιεχόμενο υλικό, που καταστρέφει τη φύση και απειλεί την υγεία κάθε ζωντανού οργανισμού. Μπροστά στην Κριστίνα τον υποτιμά αλλά από την άλλη αναγνωρίζει το δικαίωμά της «να πηδιέται» με έναν τέτοιον άντρα.

    Η Κριστίνα είναι έγκυος και πρόκειται να παντρευτεί με τον Μίχαελ, που αν και νέος είναι παλαιών αρχών και όπως πολλοί νέοι αποδέχεται ή κιόλας αποζητά τον γάμο για επικύρωση της σχέσης τους. Αυτή η ανασφάλεια αφορούσε κάποτε σε άλλον αιώνα τις γυναίκες. Ο Ρόμπερτ της λέει ότι και αυτός πήδαγε γυναίκες, δεν τις «γκάστρωνε» κιόλας. Ξαφνικά ο ήρωας καυχιέται ότι είναι κάτι που ονομάζουμε περιπαικτικά «γύπας» και έρχεται σε αντίστιξη με το νέο άνδρα, που ερωτεύεται την μεγαλύτερή του και πλούσια γυναίκα και επιθυμεί αποκατάσταση. Από την άλλη η Κριστίνα του καταλογίζει ότι και αυτός συναντιέται με τους φίλους του, που κάνουν μαζί σπορ και μιλούν, «κοκορεύονται» για τις επιδόσεις τους στο σεξ. Οπωσδήποτε δεν είναι συζητήσεις αυτές για διακοπές και αποκαλύπτουν ένα παθογενές περιβάλλον.

    Η Κριστίνα συνηθισμένη σε μια άλλη, πολυτελή ζωή με όλες τις συμβάσεις και τις υποχωρήσεις, όταν γνώρισε τον Μιχαέλ, ένιωσε απελευθερωμένη και εντελώς οικεία μαζί του. Εκείνος άνετος, έρχεται από το τρέξιμο, βγάζει την μπλούζα του, είναι ευθύς και άνετος. Στήνεται ένα σύγχρονο αστικό δράμα, θέμα επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς. Αποκαλύπτεται μια ένδεια για οποιαδήποτε εμβάθυνση και σοβαρό προβληματισμό.

    Καθώς συζητούν αναφέρεται ένα παιδί που έχει δώσει για υιοθεσία η Κριστίνα. Η ερμηνεία των ηθοποιών είναι εκπληκτική παρόλη το ρηχό επιφανειακό λούστρο του λόγου. Εξαιρετική και η χρήση της κάμερας που μεταφέρουν συντελεστές του θεάτρου για να φέρουν κοντά την έκφραση των ηθοποιών και να αναδείξουν τις τεχνικές τους ικανότητες. Θυμίζει η τεχνική παραστάσεις του Théâtre du Soleil της Arianne Mnouskine με τα κυλιόμενα, πολυμορφικά δάπεδα και τις κάμερες.

    Με τη χρήση της κάμερας ο Οστερμάγερ προσπαθεί να φέρει κοντά τον ηθοποιό στον θεατή σε αυτόν τον χώρο της Επιδαύρου, που καλεί μια άλλη υποκριτική τεχνική και ένα ειδικό μέγεθος. Το κατορθώνει αρκετά αποτελεσματικά με έναν μοντέρνο τρόπο ώστε να μπορούμε να διαπιστώσουμε την δεινότητα των ηθοποιών. Βέβαια το κείμενο δεν βοηθά στο φόβο και το έλεος που απαιτείται για την τραγωδία, ούτε καν για ένα κείμενο εμπνευσμένο από τον μύθο του Οιδίποδα.

    Είναι απαραίτητο ο θεατής να «καθαίρεται» από το άγχος και τις έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις που τον κατακλύζουν, παρακολουθώντας την εξέλιξη του δράματος. Γι’ αυτό ο ήρωας θα πρέπει να διδαχθεί με μεγάλη προσοχή. Ο τραγικός ήρωας δεν είναι κακός και ανέντιμος, ώστε ο θεατής να θεωρεί αναπόφευκτη την τιμωρία του και να μην συμπάσχει. Είναι ένα πρόσωπο που πάσχει, αλλά δεν είναι και εξαίρετος γιατί ο θεατής σε αυτή την περίπτωση θα οργιζόταν με τους θεούς, αφού ο ήρωας δεινοπαθεί χωρίς να φταίει. Εδώ στο σύγχρονο αυτό έργο και στον σύγχρονο άνθρωπο γενικά δεν υπάρχει ο φόβος του θεού, έτσι εκ των πραγμάτων όλο το έργο θα ήταν διαφορετικό. Το γεγονός αυτό όμως δεν το κάνει και ένα αστικό Βωντβίλ. Ο ήρωας, πρέπει να είναι σαν τον «Οιδίποδα», ο οποίος είναι ένας άνθρωπος με πολλές διακυμάνσεις στον χαρακτήρα του, είναι καλός, δίκαιος, θρασύς, καχύποπτος, ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Αυτός ο χαρακτήρας δυστυχώς δεν προέκυψε από το κείμενο.

    Προβάλλονται δυο διαφορετικοί τύποι εργαζομένων, αυτό του Ρόμπερτ, το ανώτερο στέλεχος με τη διαπλοκή και τις αποστάσεις και το άλλο του Μίχαελ με τη διαφάνεια, τα συνεργατικά παιχνίδια την ισοτιμία και θεωρεί ότι η « εταιρεία θα πρέπει να αναμετρηθεί με το φασιστικό παρελθόν της». Ο Ρόμπερτ τον αντικρούει και τον καθυβρίζει λέγοντας ότι «τις καλύτερες συμβουλές της δίνει όποιος πλαγιάζει με την αφεντικίνα του.» Οι δυο τους έχουν μιαν αναίτια λεκτική αντιπαλότητα.

    Μαλώνουν και ο Ρόμπερτ αποχωρεί απειλώντας και λέγοντας ότι σύντομα θα τους κοπεί το γέλιο. Ο Μίχαελ καθησυχάζει την Χριστίνα γιατί αυτή έχει την εξουσία και δεν διψά γι’αυτήν, ενώ ο Ρόμπερτ καθώς φαίνεται έχει ένα κενό εξουσίας. Εδώ κινδυνεύει να γίνει σαπουνόπερα.

    Ο Μίχαελ μαθαίνει ότι πέθανε ο πατέρας του και νιώθει τύψεις που δεν ήταν κοντά του. Βρίσκει την ευκαιρία να πει ότι ήταν ορφανός και υιοθετημένος και δεν ήταν αυτοί οι πραγματικοί του γονείς. Τους νιώθει ωστόσο σαν πραγματικούς γονείς του.

    Μιλούν για το ατύχημα και την καταστροφή που έχει προκαλέσει το υλικό των μπιτονιών που έπεσαν και αυτό διαχύθηκε στη φύση. Παιδιά έχουν αναπνευστικά προβλήματα και πολλές ασθένειες και φοβούνται για το μερίδιο της ευθύνης που έχουν. « Καταστρέψαμε τη φύση και το νερό αρρωσταίνει τους ανθρώπους, Ο Ρόμπερτ για να ξεφύγουν τους προτείνει να αγοράσουν την περιοχή, όπου ανατράπηκε το φορτηγό και προκάλεσε οικολογική καταστροφή, για να «κουκουλώσουν» την καταστροφή.

    Το φορτηγό το οδηγούσε ο Βόλφγκανγκ, το αφεντικό της εταιρίας και σύζυγος της Κριστίνας. Η συμπεριφορά του γενικά ήταν απάνθρωπη απέναντι στην Κριστίνα. Θεωρεί ότι εκείνη ήταν υπαίτια του ατυχήματος γιατί στον εκνευρισμό της προκάλεσε τον άντρα της και αυτός για να της αποδείξει ότι μπορούσε να οδηγήσει το φορτηγό της εταιρίας το επιχείρησε και προσκάλεσε ατύχημα, ενώ σκοτώθηκε κιόλας. Όταν δε πέθανε ο δυνάστης σύζυγός της, η Κριστίνα ένιωσε ανακούφιση, γιατί δεν θα χρειαζόταν να τον χωρίσει, να πάρει διαζύγιο, κάτι που δεν τολμούσε μάλλον να κάνει πιο πριν.

    « Δεν υπάρχει ομορφιά χωρίς ασχήμια», δεν θα μπορούσε δηλαδή να έχει όλα όσα ήθελε και της προσέφερε εκείνος αν και εκείνη δεν ανεχόταν τους κακούς του τρόπους.

    Νιώθει άσχημα και ρωτά τον Μίχαελ αν την βρίσκει τρισάθλια, για να της απαντήσει ότι την θεωρεί τον πιο υπέροχο άνθρωπο. Τον πιο υπέροχο, συμβιβασμένο άνθρωπο , που επιτέλους ένιωσε ότι μπορεί να ξανακερδίσει τη ζωή που έχει χάσει αφού πρώτα έχει απαλλαγεί από ένα παιδί με τον Βόλφγκανγκ που έδωσε για υιοθεσία και αφού από τύχη, ή αλαζονεία του σκοτώθηκε εκείνος, ο κακός και μεγαλύτερος, επιχειρηματίας σύζυγός της, «το πλαδαρό γεροντάκι».

    Εδώ μπαίνει το θέμα της λήθης και της συνειδητοποίησης της ευθύνης. Η Τερέζα, φίλη της Κριστίνας, στην οποία είχε εμπιστευτεί το παιδί της παίζει το ρόλο του Τειρεσία, και των δούλων και αυτή δίνει το τελευταίο στοιχείο απόδειξη της μητρότητας του Μίχαελ.

    Με το ένα και το άλλο ο Μίχαελ συνειδητοποιεί ότι το αυτοκίνητο με το οποίο ήρθε σε σύγκρουση ήταν αυτό του Βόλφγκανγκ , που είχε τα νεύρα του και του έκλεισε το δρόμο. Σε αντίποινα ο Μίχαελ, το λαϊκό παιδί, αποφάσισε να του δώσει ένα καλό μάθημα. Τον παραφύλαξε και βγήκε μπροστά του απότομα στο δρόμο με αποτέλεσμα να τον βγάλει εκτός πορείας. Τον σκότωσε, « γκάστρωσε» και παντρεύτηκε τη χήρα του. Χιουμοριστική παρέμβαση του Ρόμπερτ αλαφραίνει το ήδη επίπεδο κείμενο σχολιάζοντας τον επικείμενο γάμο « όχι ακόμα, τον άλλο μήνα».

    Ο συνδετικός κρίκος ανάμεσά στο ζευγάρι ήταν το ατύχημα.

    Με ωραίο τρόπο ο Οστερμάιερ δίδαξε τις στάσεις σώματος των ηθοποιών ώστε να καταλαμβάνουν όλη τη σκηνή, καθώς ένα από τα πιο ουσιαστικά θέματα που έπρεπε να επιλύσει ήταν πως ένα έργο δωματίου θα μπορούσε να παρουσιαστεί στον επιβλητικό αυτόν χώρο της Επιδαύρου, που έχει άλλες ανάγκες και απαιτήσεις.

    Ο Μίχαελ είναι σε σοκ. Η δυνατή μουσική προμηνύει καταστροφή. Όλα κινούνται πέριξ της τροφής. Ο Ρόμπερτ στήνει το μπάρμπεκιου, ενώ ο Μίχαελ καταλαβαίνει ότι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους είναι ο θάνατος. Στο σημείο αυτό της διαβαθμισμένης έντασης η στάση των σωμάτων, η έκτασή τους είναι τέτοια που δείχνουν μια προετοιμασία επίθεσης και μια αγωνία να καταληφθεί η σκηνή από τα σώματα των ηθοποιών, να υπάρξει το απαιτούμενο τραγικό μέγεθος. Ο Ρόμπερτ και ο Μίχαελ ανταλλάσσουν προσβλητικά λόγια και ο Μίχαελ αποχωρεί ενώ περνά μέσα από μια τζαμαρία την οποία υπαινίσσεται κινησιολογικά, μάλλον αλαφραίνοντας το κλίμα ή ως ένδειξη της ταραχής του.

    Η σύγχυσή του είναι τεράστια και συνειδητοποιεί ότι αυτή η γυναίκα έχει το παιδί του στην κοιλιά της, ενώ έχει παρατήσει ένα παιδί που έκανε με τον γέρο πλούσιο σατράπη σύζυγό της.

    Οδηγείται η σκέψη του προς το ενδεχόμενο να είναι αυτός το εγκαταλελειμμένο παιδί, αυτό που απαρνήθηκε εκείνη λόγω του απαίσιου και μέθυσου πατέρα του και μετά από την επίμονη επανάληψη του ερωτήματος ποιος είναι αυτός και ποια αυτή, ξεσπά σε μια οργή που καταστρέφει τα πάντα. Επιχειρεί να τη σκοτώσει να την πνίξει , την αποκαλεί παλιοβρόμα, πιάνεται στα χέρια με τον Ρόμπερτ, ρίχνει το μπάρμπεκιου, κυλιούνται στο χώμα και κλείνεται στο δωμάτιό του. Η σκηνή βίας συγκλονιστική, κινησιολογικά, απλά δεν βασίζεται σε κειμενικό θεμέλιο. Παραπέμπει ωστόσο, όπως και ο Οστερμάγερ μας είχε αναφέρει στην Επίδαυρο, στο συμβάν του Bataclan στο Παρίσι, που τον είχε όπως και όλους συγκλονίσει και βέβαια παρουσιάζει την ανατροπή που προκύπτει μέσα από την ίδια την κοινωνία, μιας και οι τρομοκράτες στο Bataclan, ήταν γάλλοι πολίτες αγανακτισμένοι και κακοποιημένοι “The problem comes from inside”. Η αποικιοκρατία γέννησε την τρομοκρατία. Αφού περάσει ώρα και δεν ακούν τίποτα ανοίγουν την πόρτα του δωματίου του Μίχαελ και διαπιστώνουν ότι αυτός το έχει σκάσει από το παράθυρο. Μια σκιά διαπερνά την ορχήστρα και αμέσως μετά ο Μίχαελ είναι ανεβασμένος στην οροφή του οικήματος, απ’ όπου πέφτει στο κενό, ενώ καλούν το ασθενοφόρο που έρχεται από το δάσος της Επιδαύρου με ήχο και οι τραυματιοφορείς σπεύδουν προς το χώρο της αυτοκτονίας. Η υπερανάλυση και η ρεαλιστική απόδοση αφαιρούν από το έργο και από την πρόσληψή του από το κοινό.

    Μια ενδιαφέρουσα σκηνοθεσία του Τόμας Οστερμάγερ, απίστευτες ερμηνείες των Caroline Peters (Κριστίνα)ChristianTschirner (Ρόμπερτ),RenatoSchuch (Μίχαελ), Isabelle Redfern (Τερέζα) πάνω όμως σε κείμενο της Μάγιας Τσάντε,που μάλλον δείχνει μια γενικότερη ένδεια των τελευταίων χρόνων, σίγουρα κιόλας αποτέλεσμα της γενικότερης οικονομικής κρίσης και της επιδείνωσης, που επήλθε με την πανδημία του κορονοϊού.