Σκηνοθέτης: Θανάσης Ταταύλαλης
Σκηνογραφία: Ζωή Αρβανίτη
Κοστούμια: Χριστίνα Λαρδίκου
Φωτισμοί: Νύσος Βασιλόπουλος
Μουσική: Κωστής Κόντος
Κίνηση: Μόνικα Κολοκοτρώνη
Ερμηνεύουν: Ορέστης Τζιόβας
Περιγραφή
Ένας μονόλογος με τον Ορέστη Τζιόβα
Περισσότερα
Γκρίζο, μουντό πάρκινγκ, σε μια γκρίζα, μουντή πόλη.
Μοναξιά μοναχικότητα και χάος.
Ανοίγει την πόρτα φεύγει.
Δεν ξέρει που πάει.
Ξύνει τον πάτο του βαρελιού.
Ένα κύμα δυνατό, μια αποκάλυψη, μια τύχη πρωτοφανής.
Ένας άλλος κόσμος.
Ιδανικός.
Το κύμα δε σταματάει.
Το ταξίδι δεν τελειώνει.
Γκρίζο, μουντό πάρκινγκ, σε μια γκρίζα, μουντή πόλη.
Ανοίγει την πόρτα φεύγει.
Οδύσσεια δευτέρα και μεγάλη.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Το κείμενο είναι ένας αυτοβιογραφικός μονόλογος με θέμα την τύχη ως εύνοια αλλα και ως πεπρωμενό. Ένα ταξίδι που ξεκινά από μια μουντή παρηκμασμένη πόλη , περνάει από ένα ήρεμο χωριό και καταλήγει σε μια σύγχρονη και εύρωστη χώρα . Που τελειώνει το ταξίδι; Τελειώνει;
Η κύρια πρόθεση του σκηνοθέτη είναι να ‘μετακινήσει’ – προβληματίσει το κοινό σχετικά με τις πραγματικές επιθυμίες του ατόμου σε αντιθεση με τις επιθυμίες που του επιβάλλονται απο τις κοινωνικές συμβάσεις.
Βοηθοί σκηνοθέτη: Ελένη Αγγελοπούλου, Πανάγος Ιωακείμ
Γραφιστικά: Νίκος Κλεισιάρης
Επικοινωνία: Πόπη Καλαιτζή
Οργάνωση παραγωγής: Ελένη Αγγελοπούλου
Φωτογράφος: Κωνσταντίνος Σοφικίτης
Από τη θεατρολόγο Μαρία Μαρή
Στη θεατρική σκηνή του FAUST Bar–Theatre–Arts ο Ορέστης Τζιόβας έχει θέα από το παράθυρο του σπιτιού του ένα μουντό πάρκινγκ βλέποντας τους ίδιους πάντα ανθρώπους να φεύγουν την ίδια πάντα ώρα για τη δουλειά το πρωί και να επιστρέφουν το βράδυ. Οι κινήσεις τους προβλέψιμες και προδιαγεγραμμένες, οι θόρυβοι γνώριμοι και η μόλυνση, όχι μόνο της ατμόσφαιρας αλλά η ψυχική, η πνευματική και αυτή της σχέσης με τον εαυτό και μετά με τους άλλους. Η μονοτονία, η έλλειψη ορίζοντα, η ανεργία, ο εγκλεισμός δίνονται ανάγλυφα από την εξαιρετική ερμηνεία του ηθοποιού Ορέστη Τζιόβα, υπό την σκηνοθετική οδηγία του Θανάση Ταταύλαλη, που είναι και ο συγγραφέας του έργου καθώς περιγράφεται μια αδιέξοδη κατάσταση. Ο φωτισμός του Νύσου Βασιλόπουλου, αποδίδει την απελπισία χρησιμοποιώντας το ημίφως, αξιοποιώντας τη σκιά ενός ανθρώπου, που κοιτά έναν τοίχο, δηλαδή τη μοναξιά του. Παρακολουθούμε έναν άνθρωπο με πτυχία, έναν άνθρωπος που χάνει τη δουλειά του βιώνοντας την απαξίωση, αναγκαζόμενος να μείνει στο πατρικό του σπίτι, απ’ όπου προσπαθεί να δραπετεύσει επικαλούμενος οποιαδήποτε δικαιολογία, προκειμένου να αναζητήσει τον χαμένο του εαυτό και μετά τις νέες προοπτικές.
Ακόμα και οι νέες προοπτικές που ανοίγονται μπροστά του, ακόμα και το τυχαίο συμβάν και η νέα διέξοδος που τον οδηγεί στην ευημερία, βλέπουμε ότι δε μπορούν να παραγράψει μέσα από κάποιον τον πόνο, την απόγνωση, την αναμονή, την προσμονή, κάτι που συμβολοποιείται στην ακατάληπτη γλώσσα ενός τηλεφωνήματος, μιας απάντησης. Μπορεί να ξεχάσει κάποιος ή να σβήσει από μέσα του ό,τι έχει περάσει στη ζωή του; Μπορεί να ξεχάσει ότι έφτασε στον πάτο του βαρελιού επιθυμώντας να τον σπάσει για να δει τι κρύβεται επιτέλους πιο κάτω αν υπάρχει πιο κάτω;
Το ζητούμενο είναι ότι όταν νομίζει ότι έχει φτάσει ο ήρωας, αποδεικνύεται εντέλει ότι δεν έχει πραγματικά φτάσει. Πότε ξέρει κάποιος ότι έχει φτάσει κι όταν φτάσει μήπως αυτή η « Πόλη» θα τον ακολουθεί πάντα;
Πολύ μελετημένη και εσωτερική η ερμηνεία του Ορέστη Τζιόβα με μια πολύ προσεγμένη κίνηση από την Μόνικα Έλενα Κολοκοτρώνη και βιωματική, άμεση σκηνοθεσία από τον ίδιο τον συγγραφέα Θανάση Ταταύλαλη.
Φρέσκια , επίκαιρη με εξαιρετική ερμηνεία από τον Ορέστη Τζίοβα ( όπως πάντα ) .
Ευχαριστω για την πρόσκληση
Εξαιρετική παράσταση , αντικατοπτριζει αρκετά απο τα σύγχρονα προβλήματα . Αν και μονόλογος σου κράτα αμείωτο το ενδιαφέρων για την εξέλιξη της ζωής του ηρωα . Οσο για την ερμηνια του κ Τζιοβα εντυπωσιάστηκα ειδικά στην απαγγελία της "Πόλις" ήταν συγκινητικός . Ευχαριστω πολυ για την προσκληση.