Μετάφραση: Θ.Κ. Στεφανόπουλος
Σκηνοθέτης: Δημήτρης Λιγνάδης
Σκηνογραφία: Αλέγια Παπαγεωργίου
Κοστούμια: Εύα Νάθενα
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Μουσική: Γιώργος Πούλιος
Χορογραφία: Κωνσταντίνος Ρήγος
Κίνηση: Κωνσταντίνος Ρήγος
Ερμηνεύουν: (αλφαβητικά) Βασίλης Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Γαβαλάς, Νίκος Καραθάνος, Λυδία Κονιόρδου, Κώστας Κουτσολέλος, Σπύρος Κυριαζόπουλος, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Λαέρτης Μαλκότσης, Αργύρης Ξάφης, Αργύρης Πανταζάρας, Δημήτρης Παπανικολάου, Γιάννος Περλέγκας, Αλμπέρτο Φάις
Σχετικά
2 Αυγούστου Αρχαίο Θέατρο Δωδώνης
Αττικής.
1 Σεπτεμβρίου - Θέατρο Δεξαμενής, Κορωπί (με τη συνδιοργάνωση της Περιφέρειας Αττικής)
6 Σεπτεμβρίου – Θέατρο Πέτρας, Εισιτήρια: www.ticketservices.gr & tickets.public.gr & καταστήματα Public)
9 - 13 Σεπτεμβρίου - Σχολείον της Αθήνας – Ειρήνη Παπά
15 & 16 Σεπτεμβρίου - Θέατρο Βράχων, Εισιτήρια:www.ticketservices.gr & tickets.public.gr & καταστήματα Public)
22 & 23 Σεπτεμβρίου - Ευριπίδειο Θέατρο, Σαλαμίνα
1, 2, 3, 4 Οκτωβρίου - Σχολείον της Αθήνας – Ειρήνη Παπά
Υπόθεση
Στα Σούσα, την πρωτεύουσα των Περσών, οι γέροντες που έχουν μείνει στα μετόπισθεν, πιστοί φύλακες των λαμπρών ανακτόρων του Ξέρξη, ανησυχούν για το στρατό τους που έχει εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας, καθώς κανένα νέο δεν έχει φτάσει για την έκβαση της πολεμικής επιχείρησης.
Οι εντυπωσιακά πολυάριθμες δυνάμεις που συνθέτουν το περσικό στράτευμα με τα ηχηρά ονόματα των αρχηγών του και τη θεόδοτη δύναμη του βασιλιά τους, δεν αρκούν για να κατευνάσουν την ανησυχία των γερόντων, που γνωρίζουν ότι το αδιαπέραστο δίκτυ της Πλάνης ξεγελάει τους ανθρώπους και τους οδηγεί στο χαμό.
Η ανησυχία κορυφώνεται όταν η βασίλισσα Άτοσσα, μητέρα του αρχηγού της εκστρατείας Ξέρξη, και γυναίκα του νεκρού Δαρείου, αφηγείται το δυσοίωνο όνειρό της: ο Ξέρξης προσπαθούσε να ζέψει στο άρμα του μια Ελληνίδα και μια Ασιάτισσα αλλά η Ελληνίδα έσπασε τα δεσμά και γκρέμισε τον βασιλιά.
Η άφιξη του λαχανιασμένου αγγελιαφόρου επιβεβαιώνει τα κακά προαισθήματα: ολόκληρος ο περσικός στρατός εξοντώθηκε. Οι Έλληνες νίκησαν.
Η διεξοδική αφήγηση της ήττας των Περσών καταλήγει στην εκτενή περιγραφή της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, τη φυγή του Ξέρξη και την κακή τύχη του υπόλοιπου στρατού που επιχείρησε να επιστρέψει διά ξηράς.
Το σύμβολο του ένδοξου παρελθόντος, ο βασιλιάς Δαρείος, εμφανίζεται από τον Άδη ως απάντηση στις επικλήσεις των χθόνιων δυνάμεων και τους θρήνους των Περσών. Η ερμηνεία του πεθαμένου βασιλιά για την καταστροφή, αποδίδει τις ευθύνες στην αλαζονεία του Ξέρξη και την ύβρη του απέναντι στη φύση και τους θεούς. Η άφιξη του κουρελιασμένου ηττημένου βασιλιά, σε έντονη αντίθεση με την προηγούμενη ένδοξη παρουσία του Δαρείου ολοκληρώνει την εικόνα της πανωλεθρίας. Τα εγκώμια για τα επιτεύγματα του παρελθόντος, μετατρέπονται σε θρήνους και οδυρμούς για το παρόν, και κορυφώνουν την οδύνη στο άλλοτε ένδοξο παλάτι των Περσών.
Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Νουρμάλα Ήστυ
Φωτογράφος παράστασης: ΜαριλέναΑναστασιάδου
Από την ιστορικό τέχνης Εύα Κέκου
Τί θα γινόταν αλήθεια, αν οι Πέρσες είχαν νικήσει στη ναυμαχία της Σαλαμίνας? Ο χάρτης πολιτισμικά θα είχε μία νέα κατανομή και η ιστορία θα είχε διαγράψει μία άλλη τροχιά.
Αυτό ακριβώς το ερώτημα αντιμετωπίζουμε και στην εποχή μας-μία εποχή βαθιάς κρίσης αλλά και κινδύνων και φόβων και ραγδαίων ανατροπών, που μπορεί να ανατρέψουν άρδην το τοπίο, καθώς η έκβασή τους είναι αβέβαιη όσο και τα αποτελέσματα που θα φέρουν οι όποιες αλλαγές στις μικρές και μεγάλες μάχες καθημερινά. Πιο συγκεκριμένα, έναντι στον αόρατο εχθρό -covid 19 οι απώλειες είναι μετρήσιμες αλλά με ρυθμό αυξανόμενο σε παγκόσμια εμβέλεια -αυτό ακριβώς είναι και το γνώρισμα της εποχής μας, τα γεγονότα να έχουν ραγδαία εξάπλωση, επιρροή και δραματικές ανατροπές.
Δε θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερη επιλογή για να ανοίξει θεατρικά το Φεστιβάλ Αθηνών στην Επίδαυρο. Όντως μία εύστοχη κίνηση- και θα έλεγε κανείς ότι χρονικά συνταυτίστηκε και με θέματα που φέρνει στο προσκήνιο η αντιπαράθεση Ανατολής/Δύσης, οι πρόσφατες εξελίξεις στη Τουρκία με τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε Τζαμί -ανάμεσα σε άλλα……..
Ο Δημήτρης Λιγνάδης ακολούθησε μια ασφαλή επιλογή και σκηνοθεσία. Η παράσταση δεν ξεσήκωσε τα πλήθη αλλά με ήπιους τόνους και χωρίς εξάρσεις θα έλεγα ότι κατάφερε να κερδίσει το κοινό.
Η μουσική είχε πολλά ελληνικά στοιχεία-κάτι που νομίζω θα λειτουργούσε καλύτερα αν είχαν χρησιμοποιηθεί όργανα της Ανατολής-και μουσικές που έχουν ενσωματωθεί στην ελληνική Μουσική μας παράδοση-θα μπορούσε με αυτό το τρόπο να δείξει το ρήγμα αλλά και την ένωση των πολιτισμών παρά τις διαφορές τους…..
Ταιριαστό το λιτό σκηνικό- τα στασίδια των γερόντων που παρέπεμπαν στην εκκλησία του Δήμου αλλά συνδηλωτικά αναφέροντας και στη μετακίνηση των «βαρβάρων» στην Εκκλησία με τη θελογογική έννοιά τους- Απόλαυστικά πραγματικά τα κοστούμια της πάντα εξαιρετικής Εύας Νάθενα, αρχαιοπρεπή, απλά και ελληνοκεντρικά -έδιναν βέβαια μία πρωτοκαθεδρία στο ελληνικό στοιχείο των Νικητών ελλήνων. Η Λυδία Κονιόρδου ως Άτοσσα είχε τη πρέπουσα εκεντρικότητα με όλα τα μπαρόκ στοιχεία που ενδυματολογικά της προσέδιδε το κουστούμι της αλλά και ο λόγος της ίδιας.
Αναμφισβήτητα η ερασμιακή προφορά ήταν μία προσθήκη ενδιαφέρουσα στο κείμενο του Αισχύλου που αποτελείται από μονολόγους, χωρίς εναλλαγές ή εμπλοκές πολλών προσώπων.
Κορυφαία στιγμή , όταν ο Χορός ρωτά το ομοίωμα του Δαρείου-επικαλούμενο και ονομαστικά το στρατό και στόλο που «πήγαν όλοι αυτοί και δεν έχουν επιστρέψει...που έχουν χαθεί?» αποπειράται ένα απολογισμό, ποσοτικό και αριθμητικό- έναν απολογισμό ενός πολέμου που παραπέμπει σε κάθε πόλεμο και μάχη ,αλλά και σε όλες τις μάχες που δίνονται και αγώνες και όλες τις απώλειες που μετράμε ή και μερικές φορές δεν ονομάζουμε, κάθώς και η απώλεια έγινε πλέον συνήθειά.
Τα παλαιότερα χρόνια όταν παιζόντουσαν οι Πέρσες του Αισχύλου, στο σημείο στο οποίο η Άτοσσα ρωτάει "Και ποιον έχουν μονάρχη και αρχηγό του στρατού;" και ο χορός απαντάει "Κανενός δεν είναι δούλοι και κανένας δεν τους δίνει διαταγές" (για τους Έλληνες) σειόταν η Επίδαυρος από το χειροκρότημα. Απόψε που η Λυδία Κονιόρδου επανέλαβε 3 φορές το ερώτημα, προφανώς με τη σκηνοθετική οδηγία του Δημ. Λιγνάδη, εκβιάζοντας το εθνικό και δημοκρατικό φρόνημα του κοινού, δεν υπήρξε ανάλογη αντίδραση, αφού ζούμε σε εποχή που η δημοκρατία είναι δεδομένη και η εθνική ταυτότητα αναζητείται…