Την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 74 ετών, άφησε ο Γιώργος Κοτανίδης. Η είδηση προκάλεσε θλίψη στον καλλιτεχνικό κόσμο. Ο διάσημος ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1945 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και έπαιξε με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο.
Δείγμα της δουλειάς του στο θέατρο είναι οι παραστάσεις Το δείπνο (2018), Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα (2013), Πρόβα νυφικού (2014), Περικλής (2011), Δυτική αποβάθρα (2014).
Συμμετείχε στη δημιουργία του «Ελεύθερου Θεάτρου», όπου έμεινε ως το 1975. Από τότε συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους και σκηνοθέτες, ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους σε όλα τα θεατρικά είδη. Πολλούς ρόλους, επίσης είχε παίξει σε ελληνικές και διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές.
Στη διάρκεια της «επταετίας» συμμετείχε ενεργά στον αντιδικτατορικό αγώνα, ενταγμένος στην επαναστατική αριστερά. Βασανίστηκε και φυλακίστηκε επανειλημμένα. Την περίοδο 1980-85 συμμετείχε στη δημιουργία του εκδοτικού οίκου «Ιθάκη» που εξέδωσε βιβλία για το θέατρο, τον κινηματογράφο και τη μουσική. Ο Γιώργος Κοτανίδης ασχολήθηκε και με τη συγγραφή.
«Πρέπει να τον κάνετε ηθοποιό» έλεγε η δασκάλα του Γιώργου Κοτανίδη
«Τελειώνοντας το σχολείο, ήθελα να γίνω ηθοποιός και τραγουδιστής. Είχα κόντρα με τους γονείς μου, παρότι η δασκάλα μου στο δημοτικό έλεγε ‘Πρέπει να τον κάνετε ηθοποιό’» έλεγε ο Γιώργος Κοτανίδης μιλώντας στη στο Bovary.gr.
«Για να ικανοποιήσω την επιθυμία των γονιών μου, έδωσα στο Πανεπιστήμιο και κατά τύχη, πέρασα στην Κτηνιατρική Σχολή, όπου φοίτησα για δύο χρόνια. Σε αυτά τα δύο χρόνια, ασχολούμουν παράλληλα με το φοιτητικό θέατρο και, φυσικά, με το φοιτητικό κίνημα. Παραμονή των γενεθλίων μου, είχα βρεθεί μπροστά στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη.
Όταν ήρθε η δικτατορία, έφυγα από τη Θεσσαλονίκη, παράτησα το Πανεπιστήμιο, κατέβηκα στην Αθήνα κι έδωσα εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Για μένα, η Αθήνα ήταν η «πρωτεύουσα». Η πόλη-σύμβολο της ιστορίας, με καλλιτεχνική και πνευματική άνθηση. Γι'αυτούς τους λόγους δεν ήθελα να φύγω στο εξωτερικό. Στη διάρκεια των τριών χρόνων της σχολής, βρισκόμουν ανάμεσα σε παιδιά που ξεχώριζαν: Δημήτρη Καμπερίδη, Άννα Μιχαλιτσιάνου, Κώστα Αρζόγλου, Νίκο Σκυλοδήμο, Μηνά Χατζησάββα, Υβόννη Μαλτέζου».
«Δεν έχω φόβο. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε δεν φοβάμαι τίποτα. Προσπαθώ να συμφιλιωθώ με το θάνατο. Αυτό είναι φυσιολογικό για έναν άνθρωπο που έχει μεγαλώσει, όπως εγώ. Δεν είμαι πια νέος, είναι βέβαιο. Η ψυχή μου, όμως, έχει κάτι πια από τα νιάτα μου. Με γοητεύει πάντα αυτή η φράση του Καζαντζάκη "Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν πιστεύω τίποτα, είμαι ελεύθερος". Αν μπορούσα να διαλέξω μια μόνο συμβουλή από αυτές που λέω στην κόρη μου είναι μία: «Να βάζεις δυσκολίες στον εαυτό σου. Να πολεμάς τις ευκολίες σου. Να "πολεμάς" το ταλέντο σου για να το μεγαλώσεις», είχε πει σε πρόσφατη συνέντευξή του.