Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Πλατής
Πείτε μας δύο λόγια για το “Μπλου” τι βλέπουμε στη σκηνή του Θεάτρου 104;
Βρισκόμαστε στη δεκαετία του 50’ στην Αμερική σε ένα σπίτι ευκατάστατο, αλλά απομονωμένο, όπου μένουν δύο αδέρφια, αποκομμένα από τον έξω κόσμο λόγω μιας σπάνιας πάθησης, που επηρεάζει την εμφάνισή τους. Το έργο ξεκινά όταν αναλαμβάνει η νέα οικονόμος – μια νεαρή κοπέλα που θα είναι υπεύθυνη για τη φροντίδα τους και, στην πορεία της συμβίωσής τους, η παρουσία της αναταράσσει τις ισορροπίες του σπιτιού. Καθώς εκτυλίσσεται η ιστορία, η ανάγκη των χαρακτήρων να επικοινωνήσουν και να γίνουν αποδεκτοί είναι όλο και μεγαλύτερη. Το «Μπλου» είναι μια παράσταση που προσεγγίζει τρυφερά και ευχάριστα ένα θέμα σκοτεινό και δύσκολο.
Ποιον ρόλο ερμηνεύετε στην παράσταση;
Η Λιζ είναι ένα από τα δύο αδέρφια που πάσχουν από αυτήν την ανίατη ασθένεια. Έχει επαναστατικό χαρακτήρα και τείνει να αμφισβητεί όλες τις προτροπές του κηδεμόνα της, κ. Σμιθ, να είναι προσεκτική και να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής της απομονωμένη και αόρατη στην υπόλοιπη κοινωνία. Αγαπάει πάρα πολύ τον αδερφό της, παρόλο που της αρέσει να τον εκνευρίζει και να τον ωθεί στα όριά του. Ψάχνει έναν τρόπο να συνδεθεί με τον υπόλοιπο κόσμο.
Γιατί αξίζει να δει κανείς την παράσταση;
Η παράσταση έχει ένα πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό – τα δύο αδέρφια φοράμε μάσκες, ως σύμβολο για την ασθένεια από την οποία πάσχουν. Η δουλειά με τη μάσκα – κατασκευή της εξαιρετικής και πολύ έμπειρης Μάρθας Φωκά – ήταν για εμένα άκρως αποκαλυπτική. Η σχέση που έπρεπε να κατασκευάσουμε μεταξύ μας, αλλά και με τους υπόλοιπους ηθοποιούς που δεν φορούν μάσκα, νομίζω δίνει μια πολύ εύστοχη ατμόσφαιρα σε σχέση με το θέμα του έργου.
Υπάρχει κάποια φράση του έργου που σε συγκινεί ιδιαίτερα;
«Δηλαδή θα πεθάνουμε εδώ μέσα;» - μία φράση της Λιζ, που έχει εξελιχθεί μέσα μου περισσότερο από κάθε άλλη. Αρχικά, πίστευα ότι θα έλεγε κανείς κάτι τέτοιο με φόρτιση, με απελπισία, παράπονο ή έστω με την πρόθεση να αλλάξει κάτι, όμως τον τελευταίο καιρό πιστεύω ότι είναι πιο πολύ μια απλή παρατήρηση, ένα νηφάλιο συμπέρασμα για τη ζωή τους και αυτό με συγκινεί περισσότερο.
Συμμετείχατε στην τηλεοπτική σειρά “Ήλιος”, τι αποκομίσατε από την εμπειρία των τηλεοπτικών γυρισμάτων;
Τα γυρίσματα είναι ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος από αυτόν του θεάτρου. Σε μία καθημερινή σειρά χρειάζεται τρομερή ετοιμότητα, γιατί η ταχύτητα με την οποία γυρίζονται οι σκηνές δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Επίσης, στο θέατρο ο ηθοποιός βιώνει την ιστορία από την αρχή μέχρι το τέλος, και επομένως, δεν χρειάζεται κάποια προσπάθεια για συνέπεια ως προς αυτό. Αντίθετα, στα τηλεοπτικά γυρίσματα οι σκηνές χωρίζονται ανάλογα με την τοποθεσία όπου διαδραματίζονται και όχι με χρονολογική σειρά, γι’ αυτό και χρειάζεται μια φροντίδα ώστε να είναι συνεπής η ιστορία.
Πώς προέκυψε η υποκριτική στη ζωή σας;
Ξεκίνησα το θέατρο ερασιτεχνικά στην θεατρική ομάδα του Πολυτεχνείου στην Θεσσαλονίκη. Εκεί, συνάντησα ανθρώπους με τους οποίους εν τέλει θέλαμε να ασχοληθούμε πιο εντατικά και φτιάξαμε μια ομάδα θεάτρου, την οποία ονομάσαμε C. for Circus. Μαζί κάναμε τις πρώτες παραστάσεις και μαζί συνειδητοποιήσαμε ότι θέλουμε να γίνουμε επαγγελματίες.
Υπάρχει κάτι για το οποίο δεν ακούτε τίποτα και κανέναν;
Για τις αποφάσεις που παίρνει κάποιος για τη ζωή του, εφόσον δεν βλάπτουν κάποιον άλλον. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ό, τι θέλουμε, γιατί εμείς και μόνον εμείς είμαστε σε θέση να ξέρουμε τι έχουμε ανάγκη ή τι μας κάνει καλό. Και ακόμη κι αν δεν το ξέρουμε, εμείς και μόνον εμείς είμαστε υπεύθυνοι να το ανακαλύψουμε. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν επηρεάζομαι από άλλους ανθρώπους ή ότι δεν θα ακούσω κάποιον που εμπιστεύομαι, όμως πάντοτε προσπαθώ να χρησιμοποιώ κάποιο φίλτρο, γιατί πολύ απλά, όποιος και αν είναι ο άνθρωπος που μιλάει για μένα, δεν μπορεί να ξέρει όσα ξέρω εγώ για μένα.
Πώς θα περιγράφατε τη Χρύσα με πέντε λέξεις;
Μεθοδική, ήσυχη και ανήσυχη, παραπονιάρα και σγουρομάλλα.
Πληροφορίες για την παράσταση: εδώ